|
Οι
αποτιμήσεις και οι
προσδοκίες για την
κερδοφορία των εταιρειών
βρίσκονται στα υψηλότερα
επίπεδα των τελευταίων
40 ετών. Αν και η
δυναμική αυτή δείχνει να
προμηνύει ευρύτερη
ανάπτυξη, η UBS εκτιμά
ότι αυτή θα γίνει
εμφανής από το
β’ τρίμηνο του 2026,
καθώς προηγουμένως το
ράλι θα επιβραδυνθεί
λόγω της προσωρινής
επιδείνωσης του
μείγματος
ανάπτυξης - πληθωρισμού
εξαιτίας των δασμών.
Έτσι, οι
αγορές αναμένεται να
κινηθούν πλάγια
και σε στενό εύρος
διακύμανσης, με
τις μετοχές
υψηλής ποιότητας
να υπεραποδίδουν. Από τα
τέλη του α’ τριμήνου, το
ράλι εκτιμάται ότι θα
επεκταθεί και σε
κυκλικές μετοχές
χαμηλότερης ποιότητας.
Στο
βασικό της σενάριο, η
UBS προβλέπει ότι ο
S&P 500
θα φθάσει τις
7.500 μονάδες
το 2026, χάρη σε αύξηση
κερδών περίπου
14% – εκ των
οποίων σχεδόν τα μισά θα
προέλθουν από τον
τεχνολογικό κλάδο. Η
συμβολή των αποτιμήσεων
θα είναι οριακά
αρνητική. Η
Ευρώπη και οι
αναδυόμενες
αγορές
αναμένεται να
καταγράψουν αποδόσεις
γύρω στο 8%,
υστερώντας ελαφρώς
έναντι των ΗΠΑ.
Εναλλακτικά σενάρια:
τρία σοκ, δύο αρνητικά
και ένα θετικό
Σοκ στην αγορά
ομολόγων
Η UBS
εκτιμά ότι η
αγορά ομολόγων
θα δεχθεί συνεχή πίεση
μέσα στο 2026, με τις
αποδόσεις των
10ετών αμερικανικών
ομολόγων να
κορυφώνονται στο
5,5% το δ’
τρίμηνο.
Ο πληθωρισμός παραμένει
ελαφρώς υψηλός, ενώ οι
δημοσιονομικές ανησυχίες
και οι αποτυχημένες
δημοπρασίες ομολόγων
οδηγούν σε τρεις
διαδοχικές περιόδους
αρνητικής ανάπτυξης
μέσα στο έτος.
Η άνοδος
των αποδόσεων προκαλεί
σύσφιξη των
χρηματοοικονομικών
συνθηκών και πιέζει την
πίστωση. Τα spreads της
ιδιωτικής πίστης
διευρύνονται στις
800 μονάδες
βάσης στα τέλη
του 2026, με την
Fed να
αναγκάζεται να μειώσει
τα επιτόκια κοντά στο
μηδέν
το 2027 για να ανακόψει
την ύφεση.
Η
απότομη πτώση των
αποδόσεων συνεχίζεται το
2027, ενώ το δολάριο
αποδυναμώνεται λόγω του
δημοσιονομικού στρες. Το
ευρώ
και το γουάν
ενισχύονται ελαφρώς, ενώ
ο χρυσός
αποδεικνύεται ο μεγάλος
κερδισμένος, με ισχυρές
αποδόσεις το 2026 και το
2027. Οι μετοχές
εισέρχονται σε
bear market το
2026, αλλά ανακάμπτουν
το 2027 χάρη στις
μειώσεις επιτοκίων της
Fed.
Boom της
Τεχνητής Νοημοσύνης
Σε αυτό
το αισιόδοξο
σενάριο, η
επενδυτική πίστη στη
δυναμική της Τεχνητής
Νοημοσύνης δικαιώνεται.
Η παραγωγικότητα
αυξάνεται αισθητά, οι
πωλήσεις ανά εργαζόμενο
και τα περιθώρια κέρδους
ενισχύονται, ακόμη και
εκτός του τεχνολογικού
κλάδου.
Οι
μεγαλύτεροι ωφελημένοι
είναι οι
υπηρεσίες —
όπως τα
χρηματοοικονομικά, το
λιανεμπόριο, οι
επαγγελματικές υπηρεσίες
και η υγεία. Οι
κεφαλαιουχικές δαπάνες
εκτός τεχνολογίας
αυξάνονται, ενώ ο
πληθωρισμός παραμένει
χαμηλός παρά τις ισχυρές
αυξήσεις μισθών.
Σε αυτό
το περιβάλλον, οι
χρηματοοικονομικές
συνθήκες παραμένουν
χαλαρές και ο
S&P 500
σημειώνει άνοδο
άνω του 40% σε δύο
χρόνια, χάρη σε
υψηλότερα κέρδη και
ταμειακές ροές. Οι φόβοι
για «φούσκα» διαλύονται,
οι αποτιμήσεις
αυξάνονται και οι
εταιρείες μικρής
κεφαλαιοποίησης
στις ΗΠΑ βλέπουν τα
περιθώριά τους να
ενισχύονται.
Το ράλι
επεκτείνεται σε
Ευρώπη και
αναδυόμενες
αγορές, με
άνοδο 30-35%
διετίας, αν και οι
αμερικανικές μετοχές
διατηρούν το προβάδισμα
λόγω της ηγεσίας τους
στην καινοτομία. Το
δολάριο
ενισχύεται σημαντικά,
ενώ ο χρυσός
υποχωρεί έως 30%
λόγω της μείωσης της
αβεβαιότητας και των
χαμηλών πραγματικών
επιτοκίων.
Η φούσκα της AI
«σκάει»
Στο
πιο αρνητικό
σενάριο, μέχρι
τα μέσα του 2026 οι
επενδυτές χάνουν την
εμπιστοσύνη τους στη
δυναμική της Τεχνητής
Νοημοσύνης. Οι
κεφαλαιουχικές δαπάνες
αυξάνονται χωρίς να
συνοδεύονται από ανάλογη
ανάπτυξη των εσόδων, ενώ
η κερδοφορία
επιβραδύνεται.
Οι
αποτιμήσεις των μετοχών,
γύρω στις 24
φορές τα κέρδη,
καθίστανται μη βιώσιμες,
οδηγώντας σε
απότομη πτώση
των αγορών. Ο
S&P 500
εισέρχεται σε βαθιά
bear market
και δεν κατορθώνει να
ανακάμψει ούτε το 2027,
παρά τη δραστική μείωση
των επιτοκίων από τη Fed
στο 0%.
Οι
αποδόσεις των
10ετών ομολόγων
καταρρέουν στο
1%, ενώ τα
πιστωτικά
spreads
διευρύνονται εκ νέου
στις 800 μονάδες
βάσης. Το
δολάριο αποδυναμώνεται
έντονα, το ευρώ
και τα νομίσματα
των αναδυόμενων αγορών
ενισχύονται, ενώ
χρυσός και
γιεν
αναδεικνύονται οι
μεγάλοι κερδισμένοι.
Η
απογοήτευση με την
Τεχνητή Νοημοσύνη
προκαλεί αποστροφή από
τις αμερικανικές
μετοχές, οι
οποίες υποαποδίδουν
έναντι των ευρωπαϊκών.
Τα αμερικανικά ομόλογα,
ωστόσο, υπεραποδίδουν,
καθώς λειτουργούν ως
ασφαλές καταφύγιο.
|