|
Η
δραστηριότητα της
Okeanis
και ο ρόλος της
οικογένειας Αλαφούζου
Όπως
αναφέρεται, η οικογένεια
Αλαφούζου διαχειρίζεται
πάνω από δώδεκα
δεξαμενόπλοια μέσω της
Okeanis
Eco
Tankers.
Η εταιρεία σταμάτησε να
διακινεί ρωσικό
πετρέλαιο το 2023,
ανταποκρινόμενη σε
αιτήματα Σκανδιναβών
επενδυτών, λίγο μετά την
έναρξη εφαρμογής των
ευρωπαϊκών κυρώσεων.
Ωστόσο,
το άρθρο επισημαίνει πως
η οικογένεια συνέχισε τη
μεταφορά ρωσικού αργού
μέσω πλοίων που ανήκουν
στην ιδιοκτησία της και
δεν εντάσσονται στον
στόλο της
Okeanis.
Τα πλοία αυτά, τα οποία
φέρουν ονόματα νησιών
των Κυκλάδων, έχουν
φορτώσει ρωσικό
πετρέλαιο τουλάχιστον
εννέα φορές το τρέχον
έτος, σύμφωνα με τα
σχετικά στοιχεία.
Συνολικά, πλοία που
ελέγχονται από την
οικογένεια Αλαφούζου
έχουν καταπλεύσει σε
ρωσικά λιμάνια περίπου
140 φορές από την έναρξη
του πολέμου στην
Ουκρανία, με αρκετά από
αυτά τα δρομολόγια να
σχετίζονται με μεταφορές
καζακικού πετρελαίου από
λιμάνια της Μαύρης
Θάλασσας.
Η
WSJ
αναφέρει επίσης άλλα
γνωστά ονόματα του
ελληνικού εφοπλισμού,
όπως τον Ανδρέα Μαρτίνο
και τον Γιώργο
Προκοπίου. Ιδιαίτερη
μνεία γίνεται στον
Ιωάννη Αλαφούζο, τον
οποίο περιγράφει ως
εξέχουσα προσωπικότητα
στην Ελλάδα, με
ιδιοκτησίες στον Τύπο
και τα μέσα ενημέρωσης,
καθώς και στην
ποδοσφαιρική ομάδα του
Παναθηναϊκού. Ο γιος
του, Άρης Αλαφούζος,
φέρεται να είναι ο
CEO
της
Okeanis.
Αδράνεια
της Πολιτείας και
νομικές ευθύνες
Η ίδια
δραστηριότητα είχε
αναδειχθεί και σε
παλαιότερα ρεπορτάζ της
ηλεκτρονικής έκδοσης του
Βήματος, χωρίς να
υπάρξει ουσιαστική
αντίδραση από τις
ελληνικές αρχές. Ως
μέλος της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, η Ελλάδα φέρει
την ευθύνη να
διασφαλίζει τη
συμμόρφωση της
ναυτιλιακής της
βιομηχανίας με τις
διεθνείς κυρώσεις.
Η μη
τήρηση αυτών των
υποχρεώσεων ενδέχεται να
υπονομεύσει την
αποτελεσματικότητα των
κυρώσεων που έχουν
επιβληθεί από τη Δύση
και να συντελέσει στη
διατήρηση των εσόδων της
Ρωσίας, τα οποία
χρηματοδοτούν τη
συνέχιση του πολέμου
κατά της Ουκρανίας.
Περιορισμοί και
παραθυράκια στα μέτρα
Η
εφαρμογή πλήρους
εμπάργκο στη ρωσική
ενέργεια κρίνεται
περίπλοκη, καθώς η Ρωσία
αποτελεί κομβικό
προμηθευτή στην
παγκόσμια ενεργειακή
αγορά. Παράλληλα,
ισχυρές χώρες εκτός
Δύσης –όπως η Κίνα–
αρνήθηκαν να
συμμετάσχουν στο
καθεστώς κυρώσεων,
περιορίζοντας την
παγκόσμια
αποτελεσματικότητά τους.
Για να
αντιμετωπίσουν το
πρόβλημα, οι δυτικές
κυβερνήσεις επέβαλαν
πλαφόν στις τιμές του
ρωσικού πετρελαίου που
εξάγεται σε τρίτες
χώρες, συνοδευόμενο από
αυστηρές διαδικασίες
τεκμηρίωσης. Παρά τα
μέτρα αυτά, το σύστημα
κυρώσεων χαρακτηρίζεται
από αντιφάσεις και κενά,
δημιουργώντας
«παραθυράκια» και
«γκρίζες ζώνες».
Οι
δυτικές αρχές, σύμφωνα
με την
WSJ,
συχνά επιδεικνύουν ανοχή
απέναντι στις ασάφειες
αυτές, γεγονός που
επιτρέπει σε ορισμένες
ναυτιλιακές εταιρείες να
εκμεταλλεύονται το
ισχύον πλαίσιο – άλλοτε
σεβόμενες το πλαφόν και
άλλοτε υπερβαίνοντάς το
– εφαρμόζοντας πρακτικές
που διευκολύνουν την
έμμεση παράκαμψη των
κυρώσεων.
|