Οι πολέμιοι του Soros
έχουν τον πολιτικό άνεμο
στα πανιά τους. Στις
ευρωεκλογές της 6ης-9ης
Ιουνίου, τα διάφορα
κόμματα της άκρας δεξιάς
βρίσκονται σε καλό δρόμο
ώστε να κερδίσουν το ένα
τέταρτο του συνόλου των
εδρών, από το ένα πέμπτο
που είναι τώρα. Για
πρώτη φορά οι
δημοσκοπήσεις δείχνουν
ότι μπορεί να έχουν από
κοινού περισσότερα μέλη
στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο από
οποιαδήποτε άλλη
πολιτική ομάδα,
ξεπερνώντας οριακά την
κεντροδεξιά. Με δεδομένο
ότι η ηγεσία της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
του ισχυρού εκτελεστικού
βραχίονα της ΕΕ,
προορίζεται για τον
ηγέτη του μεγαλύτερου
κόμματος, κάτι τέτοιο θα
μπορούσε να αποτελέσει
πολιτικό σεισμό. Όμως οι
εκλογές θα οδηγήσουν σε
ηπιότερη δόνηση. Ένας
λόγος είναι ότι η ευρεία
συμμαχία των κεντρώων
ομάδων, που παραδοσιακά
διευθύνει την παράσταση,
θα εξακολουθήσει να
απολαμβάνει πλειοψηφία,
αν και μικρότερη απ’
ό,τι πριν. Για να
μπορέσουν οι
εθνικοσυντηρητικοί τύποι
να αμφισβητήσουν αυτό το
status quo, θα χρειαστεί
να σχηματίσουν μια
συνεκτική και ενιαία
συμμαχία. Ωστόσο, όσο η
άκρα δεξιά απεχθάνεται
τον κ. Soros, άλλο τόσο
απεχθάνονται και οι
διάφοροι εκπρόσωποί της
ο ένας τον άλλον. Η
Ευρώπη έχει να δει τόσες
πολλές διαιρέσεις από
τους Ναπολεόντειους
πολέμους.
Η άκρα δεξιά της Ευρώπης
χωρίζεται σε γενικές
γραμμές σε δύο
στρατόπεδα. Πιο κοντά
στο πολιτικό κέντρο
βρίσκονται οι ήπιοι
ευρωσκεπτικιστές, οι
οποίοι τείνουν να
συγκεντρώνονται στο
κόμμα των Ευρωπαίων
Συντηρητικών και
Μεταρρυθμιστών (ECR).
Ορισμένοι, όπως οι
Αδελφοί της Ιταλίας της
κ. Meloni ή οι Σουηδοί
Δημοκράτες, έχουν ρίζες
στα μεταφασιστικά
κινήματα και τα μέλη
τους έχουν την τάση να
λένε αρκετά άσχημα
πράγματα. Άλλοι, όπως το
κόμμα Νόμος και
Δικαιοσύνη της Πολωνίας,
είναι απλώς
«επαγγελματίες»
ξενοφοβικοί, μαζί με τον
κ. Orban (του οποίου το
κόμμα Fidesz μπορεί μια
μέρα να γίνει μέρος του
ECR). Πιο δεξιά
βρίσκεται η ομάδα
Ταυτότητα και Δημοκρατία
(ID). Περιλαμβάνει το
μόρφωμα της κ. Le Pen,
καθώς και την
Εναλλακτική για τη
Γερμανία (AFD), η οποία
επί του παρόντος ξεπερνά
σε δημοσκοπήσεις και τα
τρία κόμματα του
κυβερνητικού
συνασπισμού, καθώς και
το PVV του Geert
Wilders, το οποίο ήρθε
πρώτο στις ολλανδικές
εκλογές του Νοεμβρίου,
αλλά δεν έχει ακόμη
σχηματίσει κυβέρνηση.
Οι μεγαλόσχημοι της
άκρας δεξιάς τονίζουν
όλα όσα έχουν κοινά: την
πεποίθηση ότι η Ευρώπη
έχει δεχτεί πάρα πολλούς
μετανάστες, την επιθυμία
να μειωθεί η ισχύς της
ΕΕ, την αντιπάθεια για
την υποτιθέμενη
δικτατορία της «woke»
κουλτούρας. Όμως, οι
ιδεολογικοί διαχωρισμοί
είναι έντονοι. Ας
ρίξουμε, για παράδειγμα,
μια ματιά την εξωτερική
πολιτική. Ο κ. Orban και
η κ. Meloni μπορεί
σύντομα να βρίσκονται
στην ίδια πολιτική
ομάδα. Ωστόσο, οι
απόψεις τους για την
Ουκρανία κάνουν τον
τραμπισμό να μοιάζει πιο
συνεκτικός. Ο κ. Orban
είναι απροκάλυπτος
θαυμαστής του Ρώσου
Vladimir Putin και του
πρώην Αμερικανού
προέδρου, τον οποίο
συνάντησε στη Φλόριντα
στις 8 Μαρτίου. Η κ.
Meloni, αντιθέτως,
επισκέφθηκε την
περασμένη εβδομάδα τον
Λευκό Οίκο για να
συνομιλήσει για την
υποστήριξη της Ουκρανίας
και έλαβε ένα πατρικό
φιλί στο μέτωπο από τον
Joe Biden, ο οποίος καλό
θα ήταν να μην
επιχειρήσει το ίδιο
κόλπο με τον κ. Orban.
Τα ακροδεξιά κόμματα
στην Πολωνία και την
Εσθονία ορίζονται από το
μίσος τους για καθετί
ρωσικό, ενώ η σύμμαχός
τους στη Γαλλία έλαβε
δάνειο από ρωσική
τράπεζα.
Το ζήτημα της παραμονής
στην ΕΕ είναι εξίσου
ακανθώδες. Το γαλλικό RN
υποστήριζε την
αποχώρηση, αλλά, πλέον
έχει αλλάξει πορεία σε
μια προσπάθεια κεντρώας
απήχησης, όπως και ο κ.
Wilders. Ο κ. Orban και
οι πρώην σύμμαχοί του
Πολωνοί πιστεύουν ότι
μπορούν να αλλάξουν την
ΕΕ εκ των έσω. Το AF και
τμήματα του αυστριακού
FPO εξακολουθούν να
επιθυμούν την αποχώρηση.
Τα κοινωνικά ζητήματα
είναι μια άλλη πηγή
τριβής. Οι περισσότεροι
λαϊκιστές είναι
πολιτισμικά
συντηρητικοί, για
παράδειγμα όταν
πρόκειται για τον γάμο
των ομοφυλοφίλων.
Ωστόσο, η ολλανδική άκρα
δεξιά έχει υπερασπιστεί
τα δικαιώματα των
ομοφυλοφίλων -ενώ
καταφέρονται εναντίον
των μουσουλμάνων
μεταναστών, που
φοβούνται ότι θα θέσουν
σε κίνδυνο τον έμφυτο
φιλελευθερισμό της
χώρας.
Τώρα μεταξύ του ΡΝ και
των υποτιθέμενων
συμμάχων του στη
Γερμανία έχει ανοίξει
ένα ρήγμα, έπειτα από
δημοσιεύματα που
εμφανίστηκαν τον
Ιανουάριο ότι ορισμένα
μέλη του AFD είχαν
συζητήσει την
«επαναμετανάστευση» των
Γερμανών που γεννήθηκαν
στο εξωτερικό (το κόμμα
κατηγόρησε για τον σάλο
τα κυρίαρχα μέσα
ενημέρωσης, έναν άλλον
επαναλαμβανόμενο εχθρό
των λαϊκιστών). Η κ. Le
Pen έχει περάσει χρόνια
προσπαθώντας να κάνει το
κόμμα της πιο
αξιοσέβαστο, φτάνοντας
στο σημείο, το 2015, να
διώξει τον ίδιο της τον
πατέρα, Jean-Marie, τον
ιδρυτή του. Δεν
πρόκειται να ενώσει τις
δυνάμεις της με ένα
κόμμα που υποστηρίζει
απόψεις τις οποίες έχει
εκκαθαρίσει από το δικό
της μόρφωμα. Για τον
λόγο αυτό, η ομάδα ID
δεν πρόκειται καν να
προσπαθήσει να
καταρτίσει ένα κοινό
μανιφέστο εν όψει των
ευρωεκλογών.
Η άκρα δεξιά δεν είναι η
μόνη πολιτική οικογένεια
με διασπάσεις, αλλά οι
δικές της τείνουν να
είναι βαθύτερες.
Φαίνεται λογικό: στον
κόσμο μηδενικού
αθροίσματος που συχνά
φαντάζονται οι
λαϊκιστές, ο εθνικισμός
του «πρώτα εγώ» δεν
είναι απαραίτητα
συμβατός με τον
εθνικισμό του «πρώτα
εγώ» του γείτονα. Πολλά
από τα κόμματα είναι
ουσιαστικά μονομελείς
μπάντες, που δεν έχουν
την εμπειρία να προβούν
σε συνεργατικούς
συμβιβασμούς με
αντίπαλες πολιτικές
δυνάμεις, είτε σε εθνικό
είτε σε ευρωπαϊκό
επίπεδο. Για τα κόμματα
που έχουν συνηθίσει να
βρίσκονται στην
αντιπολίτευση, η
ιδεολογική καθαρότητα
έχει μεγαλύτερη σημασία
από το να συνάπτουν
βρόμικες συμφωνίες για
την εφαρμογή πολιτικών.
Μετά τις εκλογές του
Ιουνίου, η κ. Le Pen και
η κ. Meloni θα έχουν
μεγαλύτερη σημασία στις
Βρυξέλλες απ’ ό,τι
κάποτε. Κυβερνήσεις που
διοικούνται από την άκρα
δεξιά, όπως η Ιταλία και
ενδεχομένως η Ολλανδία,
θα στείλουν
απεσταλμένους για να
γίνουν επίτροποι της ΕΕ
και θα περιμένουν
σημαντικά χαρτοφυλάκια,
που κάποτε προορίζονταν
για τους κεντρώους. Στο
σύνολό τους οι λαϊκιστές
θα έχουν μεγαλύτερη
δύναμη να αντιταχθούν σε
ευρωσχέδια, είτε
πρόκειται για τη βοήθεια
προς την Ουκρανία είτε
για την υιοθέτηση πιο
«πράσινων» κανόνων.
Ωστόσο, η πραγματική
επιρροή θα απαιτήσει να
συμφωνήσουν σε αυτό που
θέλουν και όχι μόνο σε
αυτό που αντιτίθενται.
Το να γκρινιάζεις σε
αυτούς που έχουν την
εξουσία είναι πολύ πιο
εύκολο από το να την
ασκείς.
Πηγή: The Economist |