|
Η UniCredit, όπως
αναφέρει το ΤΧΣ στην
ανακοίνωση του, προτείνει
η συναλλαγή να δομηθεί
ως προσυμφωνημένη
συναλλαγή (πακέτο
μετοχών). To Tαμείο από
την πλευρά του προχωρά
άμεσα στον διορισμό
Σύμβουλο διάθεσης
και θα τρέξει με
γρήγορους ρυθμούς τη
διαγωνιστική διαδικασία.
Όπως γράφει η Άρτεμις
Σπηλιώτη στην Ημερησία:
Πίσω στο ταμπλό η μετοχή
Ετσι, εκτός
συγκλονιστικού
απροόπτου, αναμένεται
σε λίγες ώρες, άρση της
αναστολής
διαπραγμάτευσης της
μετοχής.
Αναστολή στην οποία
προχώρησε χθες η Επιτροπή
Κεφαλαιαγοράς καθώς
οι βασικές παράμετροι -
και κυρίως η τιμή - της
αυτόκλητης δεσμευτικής
πρότασης που έλαβε από
την UniCredit το Ταμείο
για την απόκτηση των
211.138.299 κοινών
μετοχών της Alpha Bank
δεν γνωστοποιήθηκαν. Οι
πληροφορίες πάντως
κάνουν λόγο για premium
15% σε σχέση με το
«κλείσιμο» της
περασμένης Παρασκευής
(1,27 ευρώ).
Είναι σαφές ότι η
μετοχή της Alpha Bank
δεν θα μπορούσε να
μείνει εκτός ταμπλό και
για δεύτερη μέρα,
στον απόηχο μάλιστα μιας
θετικής εξέλιξης.
Η UniCredit φέρεται να
προσφέρει περί το 1,46
ευρώ ανά μετοχή
Σημειώνεται ότι στη
χθεσινή πρώτη ανακοίνωση
με την οποία το Ταμείο
επιβεβαίωσε ότι έλαβε
προσφορά από τη
UniCredit υπογραμμίζεται
ότι «όλα τα ζητήματα που
σχετίζονται με τους
όρους της προσφοράς
είναι εμπιστευτικά και
οποιαδήποτε πληροφόρηση
απαιτεί τη συναίνεση των
μερών».
Πάντως, εφόσον
επιβεβαιωθεί το premium
του 15%, αυτό σημαίνει
ότι η
UniCredit προσφέρει περί
το 1,46 ευρώ ανά μετοχή,
δηλαδή σχεδόν 310 εκατ.
ευρώ με το συνολικό mega
deal Alpha Bank –
UniCredit που προβλέπει
τη συγχώνευση των
θυγατρικών στη
Ρουμανία και τη διανομή
των αμοιβαίων κεφαλαίων
της UniCredit μέσω του
δικτύου στην Ελλάδα και
την εξαγορά του 51% της
Alpha Life να
προσεγγίζει το 1 δις
ευρώ.
Ποσό που μπορεί να
αυξηθεί καθώς στο
πλαίσιο της
διαγωνιστικής
διαδικασίας που βάσει
νόμου πρέπει να
εκκινήσει το ΤΧΣ μπορεί
να αυξήσει το
προσφερόμενο τίμημα για
το 9% της Αlpha Bank.
Σε κάθε περίπτωση η
UniCredit θα εισέλθει
στην Alpha Bank,
καθώς ακόμα και εάν η
διαδικασία με το ΤΧΣ δεν
ολοκληρωθεί, η UniCredit
έχει δεσμευτεί να
αγοράσει μέσω της αγοράς
ένα μετοχικό μερίδιο ίσο
με τουλάχιστον 5% ή ένα
διαφορετικό ποσοστό
μετοχών που θα προκύψει
από την επένδυση της
UniCredit
ενός προσυμφωνημένου
ποσού μέσα στους
επόμενους 24 μήνες.
Οικονομικά αποτελέσματα
Σημειώνεται ότι η Alpha
Bank θα ανακοινώσει τα
οικονομικά αποτελέσματα
του 9μηνου στις 3
Νοεμβρίου, έξι μέρες
νωρίτερα σε σχέση με το
οικονομικό ημερολόγιο
που είχε ανακοινώσει.
Την ίδια μέρα
ανακοινώνει αποτελέσματα
η Πειραιώς και στις 7
του μήνα ΕΤΕ και
Εurobank.
Η πρόταση της UniCredit
προς το ΤΧΣ που, δεν
αλλάζει κάτι σε ότι
αφορά στην προετοιμασία
του Ταμείου και τον
χρόνο πώλησης του 20%
της Εθνικής
Τράπεζας και
στόχος είναι μέχρι
τέλος Νοεμβρίου να έχουν
«κλείσει» και τα δύο
projects. Σημειώνεται
ότι οι σύμβουλοι του ΤΧΣ
είναι διαφορετικοί για
Alpha Bank και Εθνική
και συνεπώς οι σχετικές
διαδικασίες μπορούν τα
«τρέξουν» παράλληλα.
Το report της JP Morgan
H JP Morgan διατηρεί
τη σύσταση υπεραπόδοσης
για Alpha Bank και UniCredit μετά
τις συμφωνίες σε Ελλάδα
και Ρουμανία και δίνει τιμή
– στόχο στα 2,20 ευρώ (περιθώριο
ανόδου 73%) για την
ελληνική τράπεζα και 32
ευρώ για την ιταλική
τράπεζα με περιθώριο
ανόδου 42% από τα
τρέχοντα επίπεδα.
Σε ότι αφορά
στην Alpha Bank εκτιμά
ότι η συναλλαγή θα
βελτιώσει πάνω από 100
μ.β τον δείκτη CET και
κατά 50 μ.β τον
δείκτη ROTE.
Η JP αναφέρει ότι η
UniCredit Bank και η
Αlpha Bank συμφώνησαν σε
βασικούς οικονομικούς
όρους για τη συγχώνευση
των δραστηριοτήτων τους
στη Ρουμανία και τη
δημιουργία της τρίτης
μεγαλύτερης τράπεζας στη
χώρα, με μερίδιο αγοράς
12%. Ως αποτέλεσμα της
συγχώνευσης, η
UCG αναμένεται να
κατέχει το 90,1% της
συνδυασμένης οντότητας,
με το μερίδιο της Αlpha
Bank να ανέρχεται στο
9,9%.
Η συγχώνευση αναμένεται
να ολοκληρωθεί το 2024,
υπό την προϋπόθεση ότι
θα ολοκληρωθεί ο έλεγχος
δέουσας επιμέλειας, οι
εταιρικές εγκρίσεις για
τη συγχώνευση και οι
εγκρίσεις των
ρυθμιστικών αρχών.
Η UniCredit προσφέρεται
να αγοράσει το μερίδιο
του ελληνικού δημοσίου
στην Alpha Bank ίσο με
9% και αν δεν
ολοκληρωθεί η διαδικασία
με το ΤΧΣ έχει δεσμευθεί
να αγοράσει στην αγορα,
εντός 24 μηνών, μερίδιο
μετοχικού κεφαλαίου ίσο
ή μεγαλύτερο από το 5% ή
ένα διαφορετικό ποσοστό.
Η UCG και η Αlpha Bank
έχουν δημιουργήσει ένα
πλαίσιο εμπορικής
συνεργασίας στην Ελλάδα
για διανομή των
bancassurance, της
διαχείρισης περιουσιακών
στοιχείων και άλλων
τραπεζικών προϊόντων της
UCG.
Η προσέγγιση της UBS
Από την πλευρά της
η UBS, σε ότι αφορά
την UniCredit σημειώνει
ότι οι συμφωνίες στη
Ρουμανία
ευθυγραμμίζονται με την
προσέγγιση των εξαγορών
και συγχωνεύσεων της,
αλλά η
συμμετοχή
στην Alpha Bank μπορεί
να προκαλέσει ερωτήματα
από τους επενδυτές.
Ο ελβετικός οίκος θεωρεί
ότι οι
επενδυτές της ιταλικής
τράπεζας θα προσεγγίσουν
διαφορετικά τα μέρη της
συμφωνίας.
Σύμφωνα με τις ενδείξεις
που έχει, αναμένονται
ελάχιστες αντιδράσεις
για τη ρουμανική
συγχώνευση, καθώς
επιτρέπει στην τράπεζα
να ενισχύσει σημαντικά
τη θέση της σε μια
κερδοφόρα αγορά, στη
Ρουμανία, μέσω της
αύξησης κατά 30-40% των
υπολοίπων δανείων και
καταθέσεων και την
ελληνική συμφωνία
bancassurance, που
ευθυγραμμίζεται με την
προθυμία της UniCredit
να ενισχύσει τα μη
επιτοκιακά έσοδα.
Αντίθετα, αναμένει περισσότερες
ερωτήσεις των επενδυτών
σχετικά με το σκεπτικό
της αύξησης του μεριδίου
στην Αlpha Bank,
δεδομένου ότι η
UniCredit δεν είναι επί
του παρόντος παρούσα
στην Ελλάδα.
Η καθοδήγηση της
UniCredit προβλέπει
ετήσια αύξηση κερδών
ύψους 100 εκατ. ευρώ, με
το ποσό αυτό να
προκύπτει από την ετήσια
αναγωγή των ρουμανικών
κερδών της Αlpha Bank
στο πρώτο φετινό εξάμηνο
στα 45-50 εκατ. ευρώ και
την προσθήκη των
συνεργειών κόστους και
σε μικρότερο βαθμό από
τα οφέλη από την
κοινοπραξία, με ανοδική
τάση από τυχόν μερίσματα
που προέρχονται από την
άμεση συμμετοχή της
τράπεζας UniCredit στην
Alpha Βank.
«Καταλήγουμε στο
συμπέρασμα ότι η ιταλική
τράπεζα UniCredit θα
υποστεί 15 μονάδες βάσης
πτώση στον δείκτη
κεφαλαίων CET1 με την
ενοποίηση των στοιχείων
ενεργητικού ύψους 3,5
δισ. ευρώ (2 δισ. ευρώ
από την Alpha Ρουμανίας,
περίπου 1,5 δισ. ευρώ
από τη συμμετοχή της
Αlpha Bank με μη
επιβεβαιωμένο συντελεστή
στάθμισης κινδύνου 250%)
και αντισταθμίζοντας
μέρος αυτού του ποσού
μέσω των επισφαλειών που
προκύπτουν από τις δύο
συμφωνίες» είναι το
συμπέρασμα του ελβετικού
οίκου. |