|
Όπως γράφει η Αρτεμις
Σπηλιώτη στην Ημερησία,
ακόμα και αν η
διαδικασία με το ΤΧΣ δεν
ολοκληρωθεί η UniCredit έχει
δεσμευτεί να αγοράσει
μέσω της αγοράς ένα
μετοχικό μερίδιο ίσο με
το χαμηλότερο του 5% ή
ένα διαφορετικό ποσοστό
μετοχών που προκύπτει
από την επένδυση της
UniCredit ενός συνολικού
προσυμφωνημένου ποσού
μέσα στους επόμενους 24
μήνες.
Ο CEO της UniCredit Andrea Orcel,
στην κοινή με
τον CEO της Alpha Bank Bασίλη
Ψάλτη,
ενημέρωση των αναλυτών,
υπογράμμισαν ότι η
ολιστική συνεργασία, σε Ρουμανία
και Ελλάδα συμβάλει
στη μεγιστοποίηση της
αξίας για τους μετόχους
και τους πελάτες και των
δύο τραπεζών.
Η χρονική στιγμή για
επέκταση των συνεργειών
στην ελληνική αγορά,
είπε
ο CEO της UniCredit, είναι
η σωστή καθώς
η ελληνική οικονομία
έχει μπει σε τροχιά
ανάπτυξης,
απέκτησε επενδυτική
βαθμίδα και η
Unicredit ενδυναμώνει το
δίκτυο των τραπεζών με
τις οποίες συνεργάζεται
σε 15
χώρες.
Απαντώντας σε ερώτηση αν
η είσοδος στην
Αlpha Bank μπορεί να
αποτελεί το πρώτο
βήμα συγχώνευσης,
ο Α. Οrcel σημείωσε ότι
είναι ξεκάθαρος, για
τη συνεργασία των δύο
πλευρών, με αιχμή τις
συνέργειες και την
απόκτηση κρίσιμου
μεγέθους στην ρουμανική
αγοράς. Από την πλευρά
του ο Β. Ψάλτης ανέφερε,
απαντώντας σε σχετική
ερώτηση, ότι η
πιθανότητα πλήρους
εξόδου από την ρουμανική
αγορά δεν είναι στα
πλάνα. Η
συγχώνευση όπως είπε με
τη Unicredit στη
Ρουμανία μεγιστοποιεί
την αξία του ποσοστού
που διατηρεί Αlpha Bank,
ενώ ο
Α.Οrcel αναφερόμενος στη
ρουμανική αγορά τόνισε
ότι είναι μια από τις
ελκυστικότερες της
Νοτιοανατολικής
Ευρώπης.
Αναφορικά με τη διανομή
μερίσματος και
την εναλλακτική
του buy back, ο B.
Ψάλτης είπε ότι
παραμένει ο στόχος
ανταμοιβής των μετοχών
από τα κέρδη του 2023
και μετά τη συνεργασία
με τη UniCretid, η
ελληνική τράπεζα έχει
περισσότερα «όπλα» στις
συζητήσεις με τους
επόπτες.
Πρώτη επένδυση από
στρατηγικό επενδυτή στον
ελληνικό τραπεζικό τομέα
Σε ότι αφορά την
προσφορά προς το ΤΧΣ που
υποβλήθηκε σύμφωνα με
πληροφορίες χθες
Κυριακή, με
το premium να κινείται
στη ζώνη του 15% σε
σχέση με την τρέχουσα
τιμή της μετοχής που
μπήκε σε αναστολή (1,27
ευρώ/μετοχή στις 20/10),
σε συμφωνία με τη
στρατηγικής και τις
διαδικασίες αποεπένδυσης
του Ταμείο, σηματοδοτεί την πρώτη
επένδυση από στρατηγικό
επενδυτή στον ελληνικό
τραπεζικό τομέα,
μετά από 17
χρόνια και
αποτελεί ψήφο
εμπιστοσύνης προς της
Αlpha Bank,
καθώς η αποδοχή της
πρότασης από το Ταμείου
οδηγεί στην πλήρη
ιδιωτικοποιήση της
τράπεζας,
καθιστώντας
την Alpha Bank τη μόνη
τράπεζα στην Ελλάδα με
τη συμμετοχή στρατηγικού
πρωταρχικού επενδυτή στο
κεφάλαιό της.
Η ανακοίνωση του ΤΧΣ
Σε ανακοίνωση του το
Ταμείο Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας καλωσορίζει
και επικροτεί τη
στρατηγική συμφωνία
μεταξύ
Αlpha Bank και UniCredit σε
σχέση με τη συγχώνευση
των εργασιών τους στη
Ρουμανία και τη
στρατηγική συνεργασία
στην Ελλάδα, και
επιβεβαιώνει τη λήψη
προσφοράς από την
UniCredit για την αγορά
όλων των μετοχών που
κατέχει το ΤΧΣ στην
Alpha Bank.
Και διευκρινίζει ότι «θα
εξετάσει, μαζί με τους
χρηματοοικονομικούς
συμβούλους του που θα
διοριστούν σύμφωνα με το
νόμο του ΤΧΣ, αυτήν την
προσφορά στα πλαίσια της
Στρατηγικής
Αποεπένδυσης, η οποία
(προσφορά) θεωρείται
ιδιωτική πώληση και
περιλαμβάνει
διαγωνιστική
διαδικασία».
Η πρόταση
της UniCredit προς το
ΤΧΣ ήρθε δύο
24ωρα μετά την επάνοδο
της χώρα στην επενδυτική
βαθμίδα από τον
οίκο Standard & Poor’s
και εκτιμάται ότι θα
ανοίξει τον δρόμο για
την πλήρη ιδιωτικοποίηση
και των υπολοίπων
ελληνικών συστημικών
τραπεζών, προσεκλύοντας
ενδεχομένων και άλλους
στρατηγικούς
(Industrial) επενδυτές.
Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ
έχει προετοιμάζεται για
την εκκίνηση των
διαδικασιών για την
Εθνική Τράπεζα.
Η κυβέρνηση δια του
υπουργού Εθνικής
Οικονομίας και
Οικονομικών, Κωστή
Χατζηδάκη καλωσόρισε
την απόφαση
της UniCretid να
επενδύσει
στην Alpha Bank.
“Το γεγονός όμως ότι μια
μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα
επενδύει στο ελληνικό
τραπεζικό σύστημα μετά
από πολλά χρόνια είναι
απόδειξη ότι τόσο ο
ελληνικός τραπεζικός
τομέας όσο και η
ελληνική οικονομία έχουν
εισέλθει σε μια πορεία
προοπτικής και ανόδου. Η
θετική αυτή εξέλιξη
είναι αποτέλεσμα
συστηματικής δουλειάς
την οποία η Κυβέρνηση
είναι αποφασισμένη να
συνεχίσει» δήλωσε ο
Κωστής Χατζηδάκης.
Η Τράπεζα της Ελλάδος
καλωσορίζει την πρώτη
σημαντική στρατηγική
συμφωνία μεταξύ μιας
μεγάλης ευρωπαϊκής
τράπεζας και μια
συστημικής ελληνικής
τράπεζας μετά τη
χρηματοπιστωτική κρίσης
της προηγούμενης
δεκετίας. Σε δήλωση του
ο διοικητής της Τράπεζας
της Ελλάδος Γιάννης
Στουρνάρας υπογραμμίζει
ότι η συμφωνία αυτή
αντανακλά την αυξημένη
αξιοπιστία της ελληνικής
οικονομίας τα τελευταία
χρόνια, όπως αυτή
άλλωστε πιστοποιήθηκε
από τέσσερις οίκους
αξιολόγησης μέχρι τώρα,
οι οποίοι χορήγησαν
επενδυτική βαθμίδα στα
ελληνικά κρατικά
ομόλογα. Αντανακλά
επίσης και τη σημαντική
πρόοδο που έχει
επιτευχθεί στο ελληνικό
χρηματοπιστωτικό
σύστημα. Αξίζουν
συγχαρητήρια στις δύο
τράπεζες, UniCredit και
Alpha Bank, για τη
συστηματική δουλειά που
έκαναν, ώστε να
καταλήξουν σε αυτήν τη
σημαντική συμφωνία, η
οποία δεν αφορά μόνο την
Ελλάδα και την Ιταλία,
αλλά όλη την ευρωζώνη».
H είσοδος
της UniCredit στο
μετοχικό κεφαλαίο
της Alpha Bank αποτελεί
έναν από τους τρεις
πυλώνες της συμφωνίας
μεταξύ των δύο πλευρών
καθώς συμφώνησαν και:
1. Τη
συγχώνευση θυγατρικών
τους στη Ρουμανία και
δημιουργία της 3ης
μεγαλύτερης τράπεζας στη
ρουμάνικη τραπεζική
αγορά βάσει συνόλου
ενεργητικού, ενισχύοντας
την παρουσία της
UniCredit σε μία κύρια
και αναπτυσσόμενη αγορά.
Η Alpha Bank διατηρεί
ποσοστό 9,9% στο νέο
σχήμα. Η ολοκλήρωση της
συναλλαγής αναμένεται το
2024, υπό την αίρεση της
προηγούμενης ολοκλήρωσης
του ελέγχου δέουσας
επιμέλειας
(due diligence) και της
λήψης των σχετικών
εταιρικών αποφάσεων και
των ρυθμιστικών
εγκρίσεων,
συμπεριλαμβανομένης της
έγκρισης της Επιτροπής
Ανταγωνισμού.
Με την ολοκλήρωση της
συναλλαγής, η Alpha Bank
αναμένεται (i) να
διατηρήσει το 9,9% του
μετοχικού κεφαλαίου στη
νέα οντότητα και (ii) να
λάβει χρηματικό τίμημα
ύψους Ευρώ 300 εκατ. Το
τελικό ύψος του
τιμήματος υπόκειται σε
προσαρμογές βάσει των
ευρημάτων του ελέγχου
δέουσας επιμέλειας, που
σχετίζονται με την
ποιότητα των στοιχείων
ενεργητικού, εάν
υφίσταται.
Η συγχώνευση των
θυγατρικών στη Ρουμανία
αναμένεται να έχει
αντίκτυπο στον δείκτη
CET1 της UniCredit κατά
περίπου 15 μονάδες βάσης
και, μαζί με την
εμπορική εταιρική σχέση
που εδράζεται στις
υψηλές δυνατότητες
παραγωγής νέων προϊόντων
και υπηρεσιών,
αναμένεται να αυξήσει,
βάσει τρέχουσας
κερδοφορίας, κατά
περισσότερο από Ευρώ 100
εκατ. την Καθαρή
Κερδοφορία της
UniCredit. Για την Alpha
Bank, η συνολική
συναλλαγή διατηρεί
αμετάβλητες τις
προσδοκίες για τα Καθαρά
Κέρδη, ενώ ενισχύει
περαιτέρω τα κεφαλαιακά
αποθέματά κατά
περισσότερο από 100
μονάδες βάσης, οδηγώντας
την Απόδοση Ενσώματων
Ιδίων Κεφαλαίων (RoTE)
υψηλότερα κατά
τουλάχιστον 50 μονάδες
βάσης, με δυνατότητα
περαιτέρω ανόδου,
προερχόμενη από την
εμπορική συμφωνία.
2. Το
πλαίσιο εμπορικής
συμφωνία στην Ελλάδα για
τη διάθεση των προϊόντων
διαχείρισης
χαρτοφυλακίου και
ασφάλισης ζωής, που
συνδέονται µε µερίδια
αµοιβαίων κεφαλαίων
(unit linked) της
UniCredit, στους 3,5
εκατομμύρια Πελάτες της
Alpha Bank, και
δημιουργία ενός
κοινοπρακτικού σχήματος
για την πώληση
συνταξιοδοτικών και
ασφαλιστικών προϊόντων,
μέσω της απόκτησης του
51% της AlphaLife από
την UniCredit.
Ειδικότερα. Η Alpha και
η UniCredit συμφώνησαν
τους βασικούς όρους για:
α) την εξαγορά από την
UniCredit του 51% του
μετοχικού κεφαλαίου της
AlphaLife Ανώνυμη
Ασφαλιστική Εταιρεία
(«AlphaLife»), 100%
θυγατρικής εταιρείας
ασφάλισης ζωής της Alpha
που δραστηριοποιείται
στον κλάδο
συνταξιοδοτικών και
αποταμιευτικών
προϊόντων, β) τη διανομή
των αμοιβαίων κεφαλαίων
UniCredit one markets
μέσω του δικτύου της
Alpha Bank, το οποίο
εξυπηρετεί περισσότερους
από 3,5 εκατομμύρια
Πελάτες στην Ελλάδα.
Τα συμβαλλόμενα μέρη θα
διερευνήσουν περαιτέρω
δυνατότητες συνεργασίας
για την υποστήριξη των
αναγκών των Πελατών τους
στις χώρες παρουσίας
τους, αξιοποιώντας το
συνδυαστικά ισχυρό
διεθνές αποτύπωμα καθώς
και τις αναγνωρισμένες
δυνατότητές τους στις
επιμέρους αγορές, τις
χορηγήσεις και τις
συναλλαγές, τη χορήγηση
κοινοπρακτικών δανείων,
την παροχή συμβουλών και
άλλων υπηρεσιών προς τις
Επιχειρήσεις, καθώς και
την ανάπτυξη άλλων
τραπεζικών υπηρεσιών και
προϊόντων. Η τελική
συμφωνία για την
εμπορική εταιρική σχέση
τελεί υπό την αίρεση της
ολοκλήρωσης της
διενέργειας ελέγχου
δέουσας επιμέλειας, της
λήψης των σχετικών
εταιρικών αποφάσεων για
τη συγχώνευση καθώς και
όλων των προβλεπόμενων
ρυθμιστικών εγκρίσεων
και συναινέσεων,
συμπεριλαμβανομένης της
έγκρισης της Επιτροπής
Ανταγωνισμού. |