|
Εάν το 2022 ήταν μια
κακή χρονιά για τον
τεχνολογικό κλάδο, ο
οποίος επλήγη από τα
κατώτερα των προβλέψεων
αποτελέσματα και την
αύξηση των αποδόσεων των
ομολόγων, το 2023
σημαδεύτηκε από την
έλευση του ChatGPT στο
προσκήνιο και τον
ενθουσιασμό που αυτή
προκάλεσε. Ούτε η αύξηση
των αποδόσεων των
αμερικανικών ομολόγων
στο 5% δεν μπόρεσε να
ανακόψει το ρεύμα προς
τις μετοχές τεχνολογίας
(το οποίο ο αναλυτής
αποδίδει στο FOMO -fear
of missing out).
Ασφαλώς, ο Edwards
αναγνωρίζει ότι οι
υπεραποδόσεις του
αμερικανικού
τεχνολογικού κλάδου ήταν
σε μεγάλο βαθμό το
αποτέλεσμα των επιδόσεων
του λεγόμενου
«Magnificent 7» (Apple,
Microsoft, Alphabet,
Amazon, Meta, Nvidia και
Tesla), όμως δηλώνει
έκπληκτος με το γεγονός
ότι ο τεχνολογικός
κλάδος αποτελεί σήμερα
περίπου το ένα τρίτο της
κεφαλαιοποίησης των
αμερικανικών
χρηματιστηρίων.
Συνεπώς, το 2024 ξεκινά
με τον τεχνολογικό κλάδο
να αποτελεί το ίδιο
ποσοστό της αγοράς με
εκείνο που είχε
σημειωθεί το καλοκαίρι
του 2000, στο
αποκορύφωμα της φούσκας
του dot com.

Και ενώ οι τεχνολογικές
μετοχές παρουσίαζαν ένα
μικρό μόνο premium στις
αποτιμήσεις τους έναντι
της συνολικής αγοράς στα
τέλη του 2018, με τα P/E
γύρω στο 15, σήμερα ο
τεχνολογικός κλάδος
εμφανίζει P/E 27, έναντι
του 20 της συνολικής
αγοράς. Πρόκειται για το
μεγαλύτερο premium που
έχει καταγραφεί ποτέ,
εάν εξαιρεθεί η περίοδος
της φούσκας του Nasdaq,
σημειώνει ο Edwards.
«Καταλαβαίνω όλα τα
επιχειρήματα γύρω από το
γιατί η σημερινή
κατάσταση είναι
διατηρήσιμη. Μάλιστα,
θεωρώ κάποια από αυτά
εφικτά. Αλλά, ξέρετε,
κάνω αυτή τη δουλειά 40
χρόνια και τα έξω
ξανακούσει όλα», δηλώνει
ο αναλυτής της Societe
Generale.
Έτσι, εάν έπρεπε να
διαλέξει ένα σοκ για το
2024, το οποίο θα
ταρακουνήσει τους
επενδυτές, αυτό δεν θα
προέλθει από κάποια
ύφεση στις ΗΠΑ ή στην
Κίνα ή έστω από κάποια
αιφνιδιαστική κίνηση των
επιτοκίων και του
πληθωρισμού.
Η μεγαλύτερη έκπληξη που
θα μπορούσε να
προκαλέσει μετασεισμούς
στα επενδυτικά
χαρτοφυλάκια είναι το
σκάσιμο της φούσκας των
αμερικανικών
τεχνολογικών μετοχών,
που θα φέρει βουτιά σε
ολόκληρη τη Wall Street,
καταλήγει ο Edwards.
Πηγή: Money Review |