Οι ευρωπαϊκές
μετοχές έκλεισαν με
απότομη πτώση, με τις
τράπεζες να γνωρίζουν
την χειρότερη συνεδρίαση
σε διάρκεια μεγαλύτερη
του έτους. Ο
πανευρωπαϊκός
χρηματιστηρικός
δείκτης STOXX
600 έκλεισε με απώλειες
2,34%, στη μεγαλύτερη
πτώση στη διάρκεια του
τρέχοντος έτους.
Οι τράπεζες βούλιαξαν
5,65%, στην χειρότερη
πτώση από τις 4 Μαρτίου
του 2022, σύμφωνα με
στοιχεία της Eikon,
οπότε είχαν σημειώσει
απώλειες 6,6%, εν μέσω
προειδοποιήσεων για τον
αντίκτυπο του πολέμου
στην Ουκρανία.
Η ελεύθερη πτώση των
μετοχών λαμβάνει χώρα
παρά το γεγονός ότι η
HSBC συμφώνησε να
αγοράσει το βρετανικό
βραχίονα της
προβληματικής SVB στη
συμβολική τιμή της μίας
στερλίνας με τις
καταθέσεις των πελατών
να προστατεύονται στο
πλαίσιο της συμφωνίας.
Η μετοχή της HSBC
υποχώρησε 4%, ενώ της
Commerzbank κατέγραψε
απώλειες 12% και της
Credit Suisse άνω του
9%.
Στις ΗΠΑ, η First
Republic Bank βούλιαξε
76,6%, παρά το γεγονός
ότι εξασφάλισε νέα
χρηματοδότηση, ενώ σε
ελεύθερη πτώση βρέθηκαν
και οι υπόλοιπες τοπικές
τράπεζες. Η εν λόγω
τράπεζα κατάφερε να
ανταποκριθεί στις
απαιτήσεις των πελατών
για απόσυρση κεφαλαίων
με τη βοήθεια έξτρα
χρηματοδότησης από την
JP Morgan Chase, με
τραπεζικούς κύκλους να
καθησυχάζουν ότι δεν
υπήρξαν μαζικές εκροές
κεφαλαίου. Ο δείκτης
τραπεζών του S&P 500
έκλεισε με απώλειες
6,3%, ενώ ο δείκτης KBW
γνώρισε τη μεγαλύτερη
διήμερη πτώση από την
έναρξη της πανδημίας.
Την ίδια στιγμή, οι
επενδυτές στράφηκαν
στο ασφαλές καταφύγιο
των κρατικών ομολόγων με
τις αποδόσεις τους να
καταγράφουν κάθετη πτώση
τόσο στις ΗΠΑ όσο και
στην Ευρώπη, με τις
χρηματαγορές να
επαναπροσδιορίζουν τη
στάση τους όσον αφορά
στις περαιτέρω
επιτοκιακές αυξήσεις από
Fed και ΕΚΤ.
Η απόδοση του διετούς
αμερικανικού κρατικού
ομολόγου υποχώρησε
περισσότερο από 50
μονάδες βάσης, στη
μεγαλύτερη ημερήσια
πτώση σε διάρκεια
δεκαετιών, κάτω από το
4%. Από την Τετάρτη,
έχει παρουσιάσει τη
μεγαλύτερη τριμηνιαία
πτώση από τη Μαύρη
Δευτέρα του Οκτωβρίου
του 1987, της τάξης των
100 περίπου μονάδων
βάσης. Σε χαμηλό έξι
εβδομάδων και η απόδοση
του αμερικανικού
10ετούς, με πτώση
περίπου 26 μονάδων
βάσης, κοντά στο 3,5%.
Στην ευρωπαϊκή αγορά, η
απόδοση του γερμανικού
10ετούς περιορίστηκε στο
2,24%, ενώ στην
ευρωπεριφέρεια οι
αποδόσεις ελληνικών και
ιταλικών
10ετών περιορίστηκαν
κοντά στο 4,15%.
Ο δείκτης
δολαρίου υποχωρεί
περίπου μία ποσοστιαία
μονάδα κοντά στις 103
μονάδες, ενώ αντίθετα
ο χρυσός ενισχύθηκε
περίπου 2,5% ξεπερνώντας
το φράγμα των 1.900
δολαρίων η ουγκιά.
Η όλη αναστάτωση αλλάζει
τώρα και τις προοπτικές
της νομισματικής
πολιτικής. Οι αγορές
swaps προεξοφλούν τώρα
μία πιθανότητα μικρότερη
από 50% για αύξηση των
επιτοκίων από την Fed
κατά 25 μονάδες βάσης
στη συνεδρίαση του
Μαρτίου. Η Goldman Sachs
εκτιμά ότι η Fed δεν θα
κάνει κίνηση μετά την
κατάρρευση της SVB, τη
στιγμή που μόλις πριν
από λίγες ημέρες η
ομιλία του προέδρου της
κεντρικής τράπεζας των
ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ, είχε
αφήσει ανοικτό το
ενδεχόμενο ακόμη και
μίας επιτοκιακής αύξησης
των 50 μονάδων βάσης.
Από την άλλη πλευρά, ο
S&P 500 επέστρεψε σε
άνοδο, αντιστρέφοντας
την αρχική του πτώση,
ενώ και ο δείκτης υψηλής
τεχνολογίας Nasdaq
κατέγραφε άνοδο 2% τη
μεγαλύτερη σε διάρκεια
εβδομάδας. Ο Αμερικανός
πρόεδρος Τζο Μπάιντεν
δεσμεύθηκε σε πιο ισχυρό
ρυθμιστικό πλαίσιο για
τις αμερικανικές
τράπεζες, ενώ καθησύχασε
τους καταθέτες ότι τα
χρήματά τους είναι
ασφαλή.
«Το πρόβλημα είναι ότι
κανένας δεν θέλει να
είναι ο τελευταίος στο
δωμάτιο που θα κλείσει
τα φώτα. Με άλλα λόγια,
εφόσον υπάρχει πρόβλημα
σε μία τράπεζα, ο φόβος
είναι υπαρκτός. Αμέσως
όλοι σπεύδουν να
αποσύρουν τις καταθέσεις
τους», αναφέρει η Mayra
Rodriguez Valladares της
MRV Associates.
H υπουργός Οικονομικών
Τζάνετ Γέλεν δήλωσε ότι
θα προστατευθούν όλοι οι
καταθέτες της SVB. Στα
μέτρα της κυβέρνησης
περιλαμβάνεται και ένα
νέο πρόγραμμα χορήγησης
δανείων το οποίο θα
είναι αρκετά μεγάλο για
να προστατεύσει τους
ανασφάλιστους καταθέτες
στο ευρύτερο τραπεζικό
σύστημα.
«Το θέμα είναι ότι ενώ η
Fed και η αμερικανική
κυβέρνηση κάνει τα πάντα
από πλευράς ρευστότητας
και καταθετών, έως ότου
σταθεροποιηθούν οι
τραπεζικές μετοχές, η
όλη κατάσταση
καταδεικνύει ότι δεν
υπάρχει εμπιστοσύνη στο
χρηματοπιστωτικό
σύστημα», αναφέρει ο
Qunicy Krosby,
στρατηγικός αναλυτής της
Financial.
Πηγή:
Money Review |