|
Σύμφωνα με τις
εκτιμήσεις των τραπεζών,
τα επιτοκιακά έσοδα
αναμένεται να κορυφωθούν
το δ΄ τρίμηνο του έτους,
αλλά το παράθυρο
ευκαιρίας που άνοιξε η
ΕΚΤ πριν από περίπου
ενάμιση χρόνο αναμένεται
σταδιακά να αρχίσει να
κλείνει πριν ξεκινήσει η
μείωση των επιτοκίων,
που προεξοφλείται ότι θα
γίνει εντός του 2024. Το
ερώτημα που κυριαρχεί
είναι πώς οι τράπεζες θα
διατηρήσουν τα κεκτημένα
της ανόδου των
επιτοκίων, έτσι ώστε η
δέσμευση για την
κερδοφορία και τη
διανομή μερίσματος να
υποστηριχθεί τα προσεχή
χρόνια, εμπεδώνοντας και
την οριστική επιστροφή
στην κανονικότητα.

Προκειμένου να
περιορίσουν τις
μελλοντικές απώλειες από
τη μείωση των επιτοκίων
και με δεδομένη την
πίεση που υπάρχει για
άνοδο των αποδόσεων στις
προθεσμιακές καταθέσεις
το προσεχές διάστημα, οι
τράπεζες όπως
αποτυπώθηκε στα στοιχεία
9μήνου προχωρούν στην
αύξηση του χαρτοφυλακίου
των ομολόγων που
διατηρούν στον
ισολογισμό τους,
αξιοποιώντας το
περιβάλλον των υψηλών
αποδόσεων, πριν με τη
σειρά τους
αποκλιμακωθούν. Οπως
παρατηρεί η Eurobank
Equities, σε επίπεδο
κλάδου το καθαρό
επιτοκιακό περιθώριο
αυξήθηκε κατά 56%
ετησίως και 7% σε
επίπεδο γ΄ τριμήνου, και
η ισχυρή αυτή απόδοση
μπορεί να αποδοθεί στην
τιμολόγηση των
καταθέσεων, καθώς η
μετακύλιση των επιτοκίων
στις καταθέσεις
διαμορφώθηκε στο 14%
(έναντι 13% το δεύτερο
τρίμηνο και 10% το πρώτο
τρίμηνο), σε συνδυασμό
με την επέκταση των
χαρτοφυλακίων ομολόγων,
την πλεονάζουσα
ρευστότητα που
διακρατείται από τις
κεντρικές τράπεζες και
τη σταδιακή αναζωπύρωση
της πίστωσης επέκτασης.
Η μάχη για τη
διατηρησιμότητα της
κερδοφορίας αναμένεται
να δοθεί στην αύξηση του
δανειακού χαρτοφυλακίου,
που σύμφωνα με όλες τις
εκτιμήσεις θα στηριχθεί
κυρίως στα δάνεια του
Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς
οι υπογεγραμμένες
συμβάσεις θα αρχίσουν να
παράγουν νέες
εκταμιεύσεις. Ηδη με
βάση τα αποτελέσματα του
9μήνου, το χαρτοφυλάκιο
των εξυπηρετούμενων
δανείων αυξήθηκε από τα
122,1 δισ. το αντίστοιχο
περυσινό διάστημα στα
126 δισ. ευρώ,
πιστοποιώντας την
ανάκαμψη των
δανειοδοτήσεων που
αναμένεται να ενισχυθεί
τα επόμενα τρίμηνα.
Σύμφωνα με τη Eurobank
Equities, η πιστωτική
επέκταση σε όρους
εξυπηρετούμενων δανείων
ανήλθε σε 1,5 δισ.
(έναντι 1,2 δισ. το β΄
τρίμηνο και -600 εκατ.
το α΄ τρίμηνο), με την
Εθνική Τράπεζα να
πρωτοστατεί με αύξηση
της πιστωτικής επέκτασης
κατά 600 εκατ. το γ΄
τρίμηνο, ακολουθούμενη
από την Τράπεζα Πειραιώς
με 400 εκατ., την Alpha
Bank και τη Eurobank με
300 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την
ποιότητα του ενεργητικού
των τεσσάρων συστημικών
τραπεζών, αυτή διατήρησε
την ευνοϊκή της τροχιά
το γ΄ τρίμηνο,
παρουσιάζοντας αρνητικό
οργανικό σχηματισμό νέων
μη εξυπηρετούμενων
δανείων (κατά 100 εκατ.
περίπου), με τον
αντίστοιχο δείκτη NPE να
μειώνεται στο 5,3% το γ΄
τρίμηνο από 5,9% το β΄
τρίμηνο.
Την καλύτερη επίδοση
διατηρεί η Εθνική
Τράπεζα που καταγράφει
τον χαμηλότερο δείκτη μη
εξυπηρετούμενων δανείων
στο 3,7% (λόγω μιας νέας
συναλλαγής ύψους 600
εκατ. που δρομολογεί),
ενώ η προσπάθεια
εξυγίανσης συνεχίζεται
τόσο από την Alpha Bank
που προχώρησε στην
πώληση ενός
χαρτοφυλακίου με μη
εξασφαλισμένες
απαιτήσεις (project
Cell), όσο και από την
Τράπεζα Πειραιώς που
δρομολογεί την πώληση
μικρότερων χαρτοφυλακίων
και τη Eurobank που
προανήγγειλε επίσης την
πώληση ενός μικρού
χαρτοφυλακίου
προκειμένου να φέρει τον
δείκτη NPE κάτω από το
4,5% φέτος.
Πηγή: Καθημερινή |