|
Όπως γράφει η Άρτεμις
Σπηλιώτη στην Ημερησία,
τα υψηλά κέρδη
επιτρέπουν στις
ελληνικές τράπεζες να
αντιμετωπίσουν τo ζήτημα
του αναβαλλόμενου
φόρου που
επηρεάζει την ποιότητα
των κεφαλαίων τους.
Όπως αναφέρει η Τράπεζα
της Ελλάδος στην
Έκθεση Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας (Μάιος
2023) η ποιότητα των
εποπτικών ιδίων
κεφαλαίων των ελληνικών
τραπεζών παραμένει
χαμηλή καθώς τον
Δεκέμβριο του 2022 οι
οριστικές και
εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες
φορολογικές απαιτήσεις (DTCs)
ανέρχονταν σε 13,7
δισ. ευρώ,
αντιπροσωπεύοντας το 52%
των συνολικών εποπτικών
ιδίων κεφαλαίων (από 59%
το Δεκέμβριο του 2021)
Σε κάθε περίπτωση η
αντιμετώπιση του
συγκεκριμένου ζητήματος
απαιτεί υψηλή
και μακροχρόνια
κερδοφορία.
Ζήτημα οι αποχωρήσεις
αξιόλογων στελεχών
Το έτερο ζήτημα που
καλούνται να
αντιμετωπίσουν οι
τράπεζες είναι αυτό του προσωπικού. Μετά
το κλείσιμο καταστημάτων
και τα αλλεπάλληλα
προγραμμάτων εθελουσίας
εξόδου, τα
οποία αξιοποιούσαν και
εργαζόμενοι που δεν
ήθελαν να «χάσουν» οι
τράπεζες, ο κλάδος δεν
είναι τόσο ελκυστικός όσο
στο παρελθόν κυρίως για
τα νέα
στελέχη με καλές σπουδές κυρίως
σε ότι αφορά τις αμοιβές
αλλά και τα bonus και
δεν μπορούν να
ανταγωνιστούν τις
επιχειρήσεις άλλων
κλάδων. Έτσι, πριν από
λίγους μήνες αποχώρησε
από την Εθνική
Τράπεζα η Φωτεινή
Ιωάννου αφήνοντας
της θέση της γενικής
διευθύντριας διαχείρισης
και πλέον είναι Chief of
Staff του
ομίλου Mytilineos.
Τη διεύθυνση οικονομικών
υπηρεσιών της Intrakat ανέλαβε
πριν από λίγες εβδομάδες
o Kώστας
Αδαμόπουλος αποχωρώντας
από την Εθνική τράπεζα
και τη θέση του
επικεφαλής στρατηγικών
συναλλαγών.
Στον τραπεζικό χώρο,
αλλά εκτός συνόρων και
ειδικότερο στο Ομάν
συνεχίζει την καριέρα
του ο Ιάκωβος
Γιαννακλής,
μετά από τρεις δεκαετίες
στη Eurobank αφήνοντας
τη θέση του γενικό
διευθυντή Retail
Banking. Οι πληροφορίες
αναφέρουν μάλιστα ότι η
προσφορά που δέχτηκε από
την Bank
Muscat δεν
μπορούσε να την
ανταγωνιστεί καμία
τράπεζα στην Ελλάδα.
Πέρα βέβαια από τα
υψηλόβαθμα στελέχη, η
φυγή έμπειρου και
αξιόλογου προσωπικού
από το δίκτυο που
συρρικνώνεται σε επίπεδο
καταστημάτων καθιστά τις
τράπεζες πιο απρόσωπες
σε σχέση με το παρελθόν,
παρά την ολοένα και
μεγαλύτερη αξιοποίηση
των ψηφιακών εργαλείων
στην κατεύθυνση της
προσωποιημένης
εξυπηρέτησης.
10.000 λιγότεροι
τραπεζικοί υπάλληλοι σε
4 χρόνια
Σημειώνεται ο αριθμός
των τραπεζικών υπαλλήλων
μειώθηκε από τους 39.383
το 2018 στους 29.341
το 2022, ενώ
συνεχίζουν να μειώνονται
και τα καταστήματα και
από 1.981
μειώθηκαν στα 1.483 την
ίδια περίοδο, ενώ τα ΑΤΜ
αυξήθηκαν στα 5.927 από
5.594, όπως
προκύπτει από τα
στοιχεία της Ελληνικής
Ενωσης Τραπεζών. Βέβαια
ένας πολύ σημαντικός
αριθμός εργαζομένων
συνέχισε την
σταδιοδρομία του στις
εταιρίες διαχείρισης
απαιτήσεων (servicers)
που σήμερα απασχολούν
περισσότερους από 5.000
εργαζόμενους.
Σε κάθε περίπτωση τα
καταστήματα πλέον είναι
πολύ διαφορετικά σε
σχέση με το πρόσφατο
παρελθόν. Σήμερα το 30%
των πελατών σήμερα
επιλέγει μόνο τα ψηφιακά
κανάλια, αλλά περίπου το
80% επιλέγει έναν
συνδυασμό ψηφιακών και
φυσικών καναλιών.
Ωστόσο, όπως είχε
τονίσει πριν από
μερικούς μήνες στο
Φόρουμ των Δελφών ο Ανδρέας
Αθανασόπουλος, αναπληρωτής
διευθύνων σύμβουλος
της Eurobank και Group
Chief Transformation
Officer, Digital &
Retail όσοι σπεύδουν να
κλείσουν τα φυσικά
καταστήματα και να
κρατήσουν μόνο τα
ψηφιακά κανάλια θα
πρέπει να το
ξανασκεφτούν «γιατί
είναι βέβαιο ότι σε
μερικά χρόνια θα
εύχονταν να το είχαν
πράξει διαφορετικά». |