Σύμφωνα με πληροφορίες,
οι διοικήσεις των Alpha
Bank, Εθνικής Τράπεζας
και Τράπεζας Πειραιώς
σχεδιάζουν νέες εκδόσεις
ομολόγων, στο πλαίσιο
της στρατηγικής τους για
περαιτέρω ενίσχυση των
δεικτών κεφαλαιακής
επάρκειας.
Πρόκειται για μία
υποχρέωση που απορρέει
από την Ελάχιστη
Απαίτηση Ιδίων Κεφαλαίων
και Επιλέξιμων
Υποχρεώσεων (MREL), κατά
τις επιταγές του Ενιαίου
Συμβουλίου Εξυγίανσης
(SRB).
Σύμφωνα με αυτήν, έως
και την 1η Ιανουαρίου
2026, οι συστημικοί
όμιλοι καλούνται να
ενισχύσουν το δείκτη
συνολικής κεφαλαιακής
επάρκειας στη ζώνη του
27%, ενώ ισχύουν και
ενδιάμεσοι στόχοι για
κάθε χρήση.
Για το 2023 έχουν ήδη
επιτευχθεί, ενώ
ορισμένες τράπεζες τους
έχουν πιάσει από σήμερα
και για την ερχόμενη
χρονιά (1/1/2024).
Παρ΄ όλα αυτά, οι
διοικήσεις τους θα
επιχειρήσουν να
βελτιώσουν ακόμη
περισσότερο την
κεφαλαιακή ισχύ των
εγχώριων ομίλων,
ενισχύοντας τους
σχετικούς δείκτες με
σαφώς καλύτερους όρους
σε σύγκριση με λίγους
μήνες νωρίτερα.
Αλλαγή τάσεων
Υπενθυμίζεται ότι οι
συνθήκες στις αγορές
είχαν επιδεινωθεί λόγω
του κλίματος
αβεβαιότητας μετά τη
ρωσική εισβολή στην
Ουκρανία, το ξέσπασμα
της ενεργειακής κρίσης
και την αυστηροποίηση
της νομισματικής
πολιτικής από την ΕΚΤ.
Οι εξελίξεις αυτές
αποτυπώθηκαν στα
υψηλότερα επιτόκια με τα
οποία προχώρησαν σε
εκδόσεις ομολόγων στο
δεύτερο μισό του 2022
και στις αρχές του 2023
οι ελληνικές τράπεζες.
Η προοπτική ωστόσο
σχηματισμού αυτοδύναμης
κυβέρνησης μετά τις
εκλογές της 25 Ιουνίου,
που θα ανοίξει το δρόμο
για την επιστροφή της
χώρας σε επενδυτική
βαθμίδα έχει αλλάξει τα
δεδομένα.
Στο πλαίσιο αυτό, οι
τρεις τράπεζες που
προαναφέρθηκαν θα
προχωρήσουν στην έκδοση
νέων τίτλων εντός του
Ιουνίου, ενώ η Eurobank
θα αναμένει κατά πάσα
πιθανότητα μέχρι το
τέλος της χρονιάς ή τις
αρχές του 2024 για να
κάνει την κίνησή της.
Το ύψος των κεφαλαίων
ανά έκδοση θα μπορούσε
να φτάσει ακόμη και τα
500 εκατ. ευρώ, ανάλογα
με τη ζήτηση που θα
εκδηλωθεί.
Οι στόχοι MREL
Το 2022 τα πιστωτικά
ιδρύματα προχώρησαν σε
εκδόσεις ομολόγων υψηλής
εξοφλητικής
προτεραιότητας
ονομαστικής αξίας 2,15
δισ. ευρώ και 200 εκατ.
στερλινών, καθώς και σε
εκδόσεις ομολόγων
χαμηλής εξοφλητικής
προτεραιότητας
ονομαστικής αξίας 300
εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Τράπεζα
της Ελλάδος, η έκδοση μη
καλυμμένου χρέους
αναμένεται να συνεχιστεί
και τα επόμενα χρόνια,
όχι μόνο λόγω των
απαιτήσεων του MREL,
αλλά και ως εναλλακτική
πηγή χρηματοδότησης,
δεδομένης της σταδιακής
μείωσης της εξάρτησης
από την ΕΚΤ με την
αποπληρωμή του δανεισμού
μέσω των πράξεων TLTRO
III.
Από τις παρουσιάσεις των
οικονομικών καταστάσεων
του α΄ τριμήνου 2023
προκύπτει η σημαντική
πρόοδος που έχουν
πετύχει οι τέσσερις
μεγάλοι του κλάδου.
Συγκεκριμένα:
Alpha Bank
Ο συνολικός δείκτης
κεφαλαιακής επάρκειας
διαμορφώθηκε στο 21,28%
πάνω από το στόχο για
19,92% το 2023.
Η τράπεζα στοχεύει στην
ενίσχυσή του στο 27,16%
έως την Πρωτοχρονιά του
2026. Αυτό σημαίνει ότι
θα χρειαστούν νέες
εκδόσεις ύψους 2 δισ.
ευρώ περίπου.
Σημειώνεται ότι είχε
προχωρήσει σε έκδοση
τίτλων της κατηγορίας
ΑΤ1 τον περασμένο
Φεβρουάριο, με κουπόνι
11,875%, αντλώντας 400
εκατ. ευρώ.
Eurobank
Ο δείκτης MREL
διαμορφώθηκε στο 23,03%,
υψηλότερα τόσο από το
στόχο του 2023 (20,48%),
όσο και από τον στόχο
του 2024 για 22,91%.
Τα τελευταία δύο χρόνια
έχει καλύψει το 60% της
απόστασης για την
επίτευξη του τελικού
στόχου για το 2026, στο
27,46%.
Υπενθυμίζεται ότι η
τράπεζα άντλησε τον
περασμένο Ιανουάριο 500
εκατ. ευρώ με την έκδοση
ομολόγου υψηλής
εξοφλητικής
προτεραιότητας (senior
preferred) με ετήσιο
τοκομερίδιο 7%.
Εθνική Τράπεζα
Ο δείκτης CAD ανήλθε στο
τέλος του περασμένου
τριμήνου σε 21,8%,
υψηλότερα από το στόχο
για το 2024 (22,7%).
Η τράπεζα βγήκε
τελευταία φορά στις
αγορές το τελευταίο
δίμηνο του 2022, με δύο
εκδόσεις ομολόγων υψηλής
εξοφλητικής
προτεραιότητας ύψους 500
εκατ. ευρώ και 200 εκατ.
στερλινών αντίστοιχα.
Τράπεζα Πειραιώς
Ο δείκτης MREL της
Τράπεζας Πειραιώς στο
τέλος του περασμένου
Μαρτίου είχε διαμορφωθεί
στο 19,9% έναντι στόχου
για 19,1% το 2023.
Η τράπεζα καλείται να
τον αυξήσει στα επίπεδα
του 27,26% έως το τέλος
του 2025.
Η τελευταία της έξοδος
στις αγορές
πραγματοποιήθηκε στις
αρχές του περασμένου
Νοεμβρίου με την έκδοση
ομολόγων υψηλής
εξοφλητικής
προτεραιότητας ύψους 350
εκατ. ευρώ με
τοκομερίδιο 8,25%.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |