|
----------------
Κατά την διάρκεια ενός
εμφυλίου πολέμου,
μερικές φορές οι πιο
αξιόπιστες ειδήσεις
έρχονται από πολύ
μακριά. Καθώς το Σουδάν
μετατράπηκε σε ζώνη
σύγκρουσης τον περασμένο
Απρίλιο, η Παγκόσμια
Υπηρεσία του BBC
εγκαινίασε ένα έκτακτο
«αναδυόμενο»
ειδησεογραφικό μέσο για
να ενημερώνει τους
τοπικούς ακροατές για
την επιδείνωση της
κατάστασης στην χώρα,
παρέχοντας δελτία στα
αραβικά από το Λονδίνο,
το Αμμάν, και το Κάιρο.
Το παγκόσμιο
ειδησεογραφικό κανάλι
χρησιμοποίησε παλιές και
νέες τεχνολογίες
παράλληλα: το ραδιόφωνο
βραχέων κυμάτων, το μέσο
επιλογής των διεθνών
ραδιοτηλεοπτικών
οργανισμών από την
δεκαετία του 1920,
συνδυάστηκε με
τροφοδοσία [ειδήσεων] σε
ψηφιακά κανάλια και μέσα
κοινωνικής δικτύωσης. Ο
στόχος, σύμφωνα με τον
διευθυντή της Παγκόσμιας
Υπηρεσίας [στμ: World
Service του BBC], ήταν
να μεταφέρει «σαφείς,
ανεξάρτητες πληροφορίες
και συμβουλές σε μια
εποχή κρίσιμης ανάγκης».
Η γλώσσα αυτή, ίσως
ασυνείδητα, στηρίχθηκε
σε μια έπαρση που
χρονολογείται από τις
παραμονές του Β'
Παγκοσμίου Πολέμου: ότι
το BBC παρουσιάζει
ανιδιοτελώς και
αμερόληπτα στο παγκόσμιο
ακροατήριό του αληθινές,
αξιόπιστες ειδήσεις.
Πράγματι, ο Γενικός
Γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι
Ανάν, περιέγραψε την
Παγκόσμια Υπηρεσία το
1999 ως «ίσως το
μεγαλύτερο δώρο της
Βρετανίας στον κόσμο
αυτόν τον αιώνα».

Τα κεντρικά γραφεία του
Βρετανικού Οργανισμού
Ραδιοτηλεόρασης (British
Broadcasting
Corporation-BBC) στο
Λονδίνο, τον Μάρτιο του
2023. Henry Nicholls /
Reuters
-----------------------------------------
Η Παγκόσμια Υπηρεσία
εκπέμπει σήμερα σε
περισσότερες από 40
γλώσσες, προσεγγίζοντας
περίπου 365 εκατομμύρια
ανθρώπους κάθε εβδομάδα
μέσω ραδιοφώνου και
ψηφιακών μέσων.
Λειτουργεί από τον
μεγαλύτερο δημόσιο
ραδιοτηλεοπτικό φορέα
του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το BBC είναι, θεωρητικά
τουλάχιστον, ανεξάρτητο
από την καθημερινή
κυβερνητική παρέμβαση,
προστατευόμενο από ένα
βασιλικό καταστατικό που
το καθιστά υπόλογο στο
βρετανικό κοινοβούλιο
και όχι σε υπουργούς ή
αξιωματούχους της
κυβέρνησης.
Χρηματοδοτείται κυρίως
από ένα τηλεοπτικό
τέλος, το οποίο
υποχρεούνται νομικά να
πληρώνουν όλοι όσοι στο
Ηνωμένο Βασίλειο
παρακολουθούν
προγράμματα του BBC,
ραδιοτηλεοπτικά ή
διαδικτυακά.
Σήμερα, το BBC
ισχυρίζεται ότι ένας
πρωτοφανής αριθμός
ανθρώπων σε όλο τον
κόσμο καταναλώνει τις
ειδήσεις του, με
ορισμένες εκτιμήσεις να
τοποθετούν το παγκόσμιο
ακροατήριό του πάνω από
τα 500 εκατομμύρια. Η
World Service
συγκεντρώνει τη μερίδα
του λέοντος αυτού του
κοινού και μπορεί να
ισχυριστεί
δικαιολογημένα ότι είναι
ένας από τους τρόπους με
τους οποίους το Ηνωμένο
Βασίλειο εξακολουθεί να
διατηρεί έναν υπερμεγέθη
ρόλο στην ζωή των
ανθρώπων σε όλο τον
κόσμο. Και όμως, παρά
την προφανή σημασία της
σε μια εποχή αυξανόμενων
διεθνών εντάσεων, η
World Service βρέθηκε
πρόσφατα σε οικονομικό
κίνδυνο. Τον Σεπτέμβριο
του 2022, το BBC
ανακοίνωσε σημαντικές
περικοπές στην Παγκόσμια
Υπηρεσία, με την
προβλεπόμενη απώλεια
σχεδόν 400 θέσεων
εργασίας και την παύση
των ραδιοφωνικών
υπηρεσιών μετάδοσης (οι
ψηφιακές προσφορές θα
συνεχιστούν) σε μια
σειρά ασιατικών γλωσσών.
Τον Ιανουάριο, η
Παγκόσμια Υπηρεσία
τερμάτισε τις εκπομπές
της στην αραβική γλώσσα,
οι οποίες λειτουργούσαν
επί 85 χρόνια. Υπό αυτό
το πρίσμα, η δημιουργία
μιας αναδυόμενης
υπηρεσίας για το Σουδάν
φαίνεται λιγότερο ως
ένδειξη της δύναμης της
Παγκόσμιας Υπηρεσίας και
περισσότερο ως
αναγνώριση της ζημίας
που προκλήθηκε από τις
πρόσφατες περικοπές.
Η Παγκόσμια Υπηρεσία
είναι ευάλωτη σε τέτοιου
είδους περικοπές επειδή,
κυρίως, δεν διοικείται
από την βρετανική
κυβέρνηση ή έναν κρατικό
ραδιοτηλεοπτικό φορέα,
αλλά από το BBC, τον
ίδιο οργανισμό που
προμηθεύει το βρετανικό
εγχώριο κοινό με μεγάλο
μέρος των ειδήσεων και
της ψυχαγωγίας του. Αυτό
δίνει στην Παγκόσμια
Υπηρεσία πρόσβαση σε
τεράστιους τεχνικούς
πόρους και αποθέματα
ταλέντων και στην φήμη
του BBC για τη μετάδοση
αληθινών και αξιόπιστων
ειδήσεων. Η διαπλοκή της
διεθνούς και της
εγχώριας
ραδιοτηλεόρασης, ωστόσο,
αφήνει επίσης
εκτεθειμένη την
Παγκόσμια Υπηρεσία. Η
εχθρότητα προς το BBC
μεταξύ ορισμένων ομάδων
της βρετανικής δημόσιας
ζωής, ιδίως των
Συντηρητικών που
κυβερνούν την χώρα για
πάνω από μια δεκαετία,
έχει θέσει σημαντικούς
περιορισμούς στην
χρηματοδότηση της
δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης. Επειδή
το ίδιο το BBC πληρώνει
σήμερα μεγάλο μέρος του
λογαριασμού για την
Παγκόσμια Υπηρεσία, οι
προσπάθειες μείωσης της
συνολικής χρηματοδότησης
του BBC είχαν ως
αποτέλεσμα να πληγεί η
Παγκόσμια Υπηρεσία.
Φαινομενικά αγνοώντας
τις διεθνείς συνέπειες
της εκστρατείας τους
εναντίον του
ραδιοτηλεοπτικού φορέα,
οι εγχώριοι αντίπαλοι
του BBC θέτουν σε
κίνδυνο ένα από τα
βασικά εργαλεία της
παγκόσμιας ήπιας ισχύος
του Ηνωμένου Βασιλείου.
ΥΠΗΡΕΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Η σχέση μεταξύ του BBC
και της βρετανικής
κυβέρνησης ήταν ανέκαθεν
πολύπλοκη και
διφορούμενη, με τον
ραδιοτηλεοπτικό φορέα να
είναι θεωρητικά
ανεξάρτητος από το
κράτος, αλλά συχνά να
συνεργάζεται μαζί του.
Το BBC ιδρύθηκε πριν από
λίγο περισσότερο από
έναν αιώνα με ένα
κρατικά εγκεκριμένο
μονοπώλιο όλων των
ραδιοτηλεοπτικών
εκπομπών στο Ηνωμένο
Βασίλειο. Το μονοπώλιο,
το οποίο διήρκεσε μέχρι
το 1955, χορηγήθηκε για
εσωτερικούς λόγους,
συμπεριλαμβανομένης της
επιθυμίας να αποφευχθεί
τόσο ο ανταγωνισμός με
τις εφημερίδες όσο και η
άναρχη, αμερικανικού
τύπου ακαταστασία και το
χάος στα ραδιοκύματα. Η
δημιουργία ενός τόσο
ισχυρού ραδιοτηλεοπτικού
φορέα στο εσωτερικό της
χώρας επέτρεψε στην
συνέχεια στην χώρα να
αποκτήσει μεγαλύτερο
βάρος από όσο της
αναλογούσε στην
παγκόσμια ραδιοφωνική
αρένα. Από το 1932, όταν
καθιέρωσε τις πρώτες
τακτικές διεθνείς
μεταδόσεις του με τη
μορφή του Empire
Service, το BBC έγινε η
μοναδική φωνή του
Ηνωμένου Βασιλείου όσον
αφορά τους υπερπόντιους
ραδιοφωνικούς ακροατές.
Στον τομέα των διεθνών
ραδιοτηλεοπτικών
εκπομπών, συχνά γινόταν
στενή παρασκηνιακή
διαβούλευση μεταξύ του
BBC και της κυβέρνησης.
Για παράδειγμα, το
Υπουργείο Εξωτερικών
προσέλαβε το BBC για να
μεταδώσει στα αραβικά σε
ακροατές στη Μέση
Ανατολή στις αρχές του
1938 ώστε να
καταπολεμήσει την
αραβόφωνη προπαγάνδα που
παρήγαγε η φασιστική
Ιταλία. Την ίδια χρονιά,
το BBC άρχισε να
εκπέμπει σε μια σειρά
ευρωπαϊκών γλωσσών, και
πάλι σε στενή συνεννόηση
με το Υπουργείο
Εξωτερικών, ως απάντηση
στη ναζιστική
ραδιοφωνική προπαγάνδα
και τις εδαφικές
φιλοδοξίες του Χίτλερ.
Το ξέσπασμα του πολέμου
στην Ευρώπη επέφερε μια
μαζική επέκταση των
ξενόγλωσσων υπηρεσιών
του BBC, που
χρηματοδοτούνταν άμεσα
από το βρετανικό κράτος.
Αυτές ανέπτυξαν
σημαντικό ακροατήριο σε
όλα τα κατεχόμενα και
εχθρικά εδάφη: μέχρι το
1944, η Γκεστάπο
εκτιμούσε ότι το BBC
είχε 15 εκατομμύρια
ακροατές στη ναζιστική
Γερμανία. Κατά την
διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου, το BBC συνέχισε
να ενεργεί ως
υπεργολάβος της
βρετανικής κυβέρνησης,
εκπέμποντας σε 19
διαφορετικές γλώσσες
μέχρι το 1946,
συμπεριλαμβανομένης μιας
νέας ρωσικής υπηρεσίας.
Σε αυτό το σημείο, η
Empire Service δεν
υπήρχε πια και το BBC
λειτουργούσε ένα ευρύ
φάσμα των λεγόμενων
External Services, οι
οποίες συνολικά
απασχολούσαν πάνω από το
ένα τέταρτο του
προσωπικού του BBC.
Οι ακροατές στο
ανατολικό μπλοκ πρέπει
να γνώριζαν, σε κάποιο
βαθμό, ότι οι διάφορες
ξενόγλωσσες υπηρεσίες
του BBC ήταν εργαλεία
της βρετανικής διεθνούς
επιρροής. Παρ' όλα αυτά,
πολλοί τις θεωρούσαν ως
την καλύτερη διαθέσιμη
πηγή ειδήσεων: ακόμη και
αν το BBC δεν ήταν
εντελώς ανεξάρτητο από
την βρετανική κυβέρνηση,
πολλοί άλλοι διεθνείς
ραδιοτηλεοπτικοί
οργανισμοί τελούσαν υπό
άμεσο κρατικό έλεγχο και
η επίδραση της κρατικής
εμπλοκής στο περιεχόμενο
των ειδησεογραφικών
υπηρεσιών τους ήταν
συχνά εμφανής. Η κατ’
όνομα ανεξαρτησία του
BBC βοήθησε στην
ενίσχυση των αξιώσεών
του για αμεροληψία και
αυστηρότητα. Το ίδιο
συνέβη και με το γεγονός
ότι το BBC εξέπεμπε
επίσης σε εγχώριους
ακροατές στο Ηνωμένο
Βασίλειο και γενικά
απολάμβανε την
εμπιστοσύνη τους. Λίγες
άλλες χώρες δημιούργησαν
έναν ενιαίο
ραδιοτηλεοπτικό φορέα
για να αναλάβει όλο το
εγχώριο και παγκόσμιο
ραδιοφωνικό έργο τους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες,
για παράδειγμα, κρατικά
χρηματοδοτούμενοι
οργανισμοί όπως η Φωνή
της Αμερικής (Voice of
America) και το
Ραδιόφωνο Ελεύθερη
Ευρώπη (Radio Free
Europe) προσπαθούσαν να
φτάσουν πέρα από το
Σιδηρούν Παραπέτασμα,
αντί για οντότητες που
συνδέονταν με εγχώρια
ραδιοφωνικά και
τηλεοπτικά δίκτυα. Οι
αντίστοιχοι οργανισμοί
των ΗΠΑ δεν απολάμβαναν
ποτέ το ίδιο επίπεδο
εμπιστοσύνης μεταξύ του
κοινού τους όπως το BBC.
Καθ' όλη την διάρκεια
του Ψυχρού Πολέμου και
κατά τις δεκαετίες που
ακολούθησαν, οι
υπεύθυνοι της World
Service ισορρόπησαν την
επιθυμία τους να
εξυπηρετήσουν τα
συμφέροντα και τις
ατζέντες της βρετανικής
εξωτερικής πολιτικής με
την ανάγκη να
διατηρήσουν την
εμπιστοσύνη του κοινού.
Τόνισαν την σημασία της
συντακτικής ανεξαρτησίας
του BBC: σε τελευταία
ανάλυση, το προσωπικό
του BBC έπρεπε να είναι
εκείνο που καθόριζε τι
θα βγει στον αέρα, ακόμη
και αν κυβερνητικοί
αξιωματούχοι τους
παρείχαν πληροφορίες και
συμβουλές. Οι External
Services του BBC
χρησιμοποιήθηκαν για να
ενημερώσουν τους
ακροατές στο ανατολικό
μπλοκ για την δυναμική
της δημοκρατίας και του
διαλόγου στην Δύση, ενώ
παράλληλα αμφισβητούσαν
διακριτικά τις
κομμουνιστικές πολιτικές
και δημιουργούσαν
διχόνοια ανάμεσα στην
Σοβιετική Ένωση και τα
δορυφορικά της κράτη. Το
BBC διαδραμάτισε βασικό
ρόλο στην διατήρηση της
ενημέρωσης των ακροατών
του ανατολικού μπλοκ σε
στιγμές κρίσης του
Ψυχρού Πολέμου, όπως η
ουγγρική εξέγερση του
1956, όταν οι ειδήσεις
που εκδίδονταν από το
Λονδίνο έγιναν πιο
αξιόπιστες από εκείνες
των τοπικών μέσων
ενημέρωσης. Το 1988, οι
External Services
μετονομάστηκαν σε World
Service και με αυτή τη
μορφή έπαιξαν σημαντικό
ρόλο στην κάλυψη του
τέλους του κομμουνισμού
στην Ευρώπη. Κατά την
διάρκεια της απόπειρας
πραξικοπήματος στην
Σοβιετική Ένωση το 1991,
όταν ο Μιχαήλ
Γκορμπατσόφ ήταν
φυλακισμένος στην ντάτσα
του στην Κριμαία,
παρακολουθούσε τα
γεγονότα που
εξελίσσονταν στη Μόσχα
χρησιμοποιώντας ένα
ραδιόφωνο βραχέων
κυμάτων για να ακούσει
την World Service.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ
Η World Service δεν είχε
πάντα ομαλή πορεία. Η
στέγαση της βρετανικής
εγχώριας δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης και της
διεθνούς ραδιοφωνίας σε
έναν ενιαίο οργανισμό
είχε τα μειονεκτήματά
της. Κυρίως, αυτή η
ρύθμιση άφησε την
Παγκόσμια Υπηρεσία
ευάλωτη σε καίριες
στιγμές στους Βρετανούς
πολιτικούς που
επιδιώκουν να κάνουν
πόλεμο στο BBC.
Εξοργισμένος με την
κάλυψη της κρίσης του
Σουέζ από το BBC το
1956, ο πρωθυπουργός,
Άντονι Ίντεν, διαβοήτως
απείλησε να κόψει την
χρηματοδότηση και να
θέσει την Παγκόσμια
Υπηρεσία υπό άμεσο
κυβερνητικό έλεγχο. Στην
συνέχεια, άλλοι
πρωθυπουργοί προχώρησαν
και μείωσαν την
επιχορήγηση του
Υπουργείου Εξωτερικών
προς το BBC, ακόμη και
εν μέσω του Ψυχρού
Πολέμου, αναγκάζοντάς το
να κλείσει ή να μειώσει
ορισμένες από τις
ξενόγλωσσες υπηρεσίες
του. Η κατάρρευση του
κομμουνισμού επέφερε
περαιτέρω περικοπές,
καθώς ένας από τους
κύριους λόγους για την
χρηματοδότηση της
διεθνούς ραδιοτηλεόρασης
εξαφανίστηκε.
Ωστόσο, η Παγκόσμια
Υπηρεσία έκανε καλή
δουλειά στον
επαναπροσανατολισμό της
για να εξυπηρετήσει τη
βρετανική διεθνή ατζέντα
μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Παρείχε τεχνογνωσία και
προγραμματισμό για την
υποστήριξη μιας σειράς
τοπικών δημοκρατικών
μέσων ενημέρωσης και
πρωτοβουλιών για την
εκπαίδευση και την
οικοδόμηση κοινοτήτων σε
όλο το πρώην ανατολικό
μπλοκ και στον παγκόσμιο
Νότο. Δημιούργησε
παγκόσμια τηλεοπτικά
κανάλια και, αργότερα,
διαδικτυακές υπηρεσίες
για να προσεγγίσει νέα
ακροατήρια και να
αξιοποιήσει τις νέες
πλατφόρμες μέσων
ενημέρωσης. Μετά τις
τρομοκρατικές επιθέσεις
του 2001 και τις υπό την
ηγεσία των ΗΠΑ
επακόλουθες εισβολές στο
Αφγανιστάν και το Ιράκ,
η Παγκόσμια Υπηρεσία
επικέντρωσε μεγάλο μέρος
της ενέργειάς της στην
προσέγγιση του κοινού σε
όλη τη Μέση Ανατολή και
στο Αφγανιστάν,
αντανακλώντας τις
μεταβαλλόμενες
προτεραιότητες της
βρετανικής κυβέρνησης.
Ωστόσο, η Παγκόσμια
Υπηρεσία δεν μπόρεσε να
απομονωθεί από ένα νέο
κύμα εγχώριας εχθρότητας
προς το BBC. Τις
τελευταίες δεκαετίες, οι
ιδιωτικοί όμιλοι μέσων
ενημέρωσης προσπάθησαν
να αποδυναμώσουν την
θέση της δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης στο
Ηνωμένο Βασίλειο.
Ορισμένα στελέχη της
δεξιάς πτέρυγας της
βρετανικής πολιτικής
πιστεύουν ότι το BBC
έχει περιορίσει τον χώρο
για τις ιδιωτικές
επιχειρήσεις στην
βρετανική βιομηχανία
μέσων ενημέρωσης, ενώ
παράλληλα επιδεικνύει
μια εγγενή αριστερή
πολιτική προκατάληψη στο
εγχώριο πρόγραμμά του.
Οι επιθέσεις αυτές
εντάθηκαν από το 2010
και μετά, καθοδηγούμενες
από μια σειρά πολιτικών
και εμπορικών ομάδων που
ήθελαν να δουν το BBC να
μειώνεται σε μέγεθος ή
να καταργείται εντελώς
και που φαινόταν να
αδιαφορούν ελάχιστα για
το πώς αυτό θα μπορούσε
να επηρεάσει την
Παγκόσμια Υπηρεσία και
την βρετανική ήπια ισχύ.
Εκείνη την χρονιά, η
κυβέρνηση συνασπισμού
Συντηρητικών-Φιλελεύθερων
Δημοκρατών με επικεφαλής
τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ
Κάμερον, επέβαλε έναν
νέο σκληρό οικονομικό
διακανονισμό στο BBC.
Στο πλαίσιο των μέτρων
λιτότητας που
αποσκοπούσαν στη μείωση
των δημόσιων δαπανών, η
κρατική επιχορήγηση που
χρηματοδοτούσε την
διεθνή ραδιοτηλεόραση
του BBC από τον Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο
αποσύρθηκε από τον
Απρίλιο του 2014. Πολλοί
παρατηρητές πίστευαν ότι
η κίνηση αυτή είχε
πολιτικά κίνητρα και
αντανακλούσε την βαθιά
ριζωμένη εχθρότητα των
Συντηρητικών προς το BBC
στο εσωτερικό. Το
αποτέλεσμα ήταν ένας
γύρος άγριων περικοπών
στην Παγκόσμια Υπηρεσία,
η οποία μάλιστα
αναγκάστηκε να
μετακομίσει από το
ιστορικό της σπίτι στο
Bush House του Λονδίνου
και να στριμωχτεί στην
εγχώρια ειδησεογραφική
βάση του BBC στο
Broadcasting House. Τόσο
για τους ειδικούς όσο
και για τους ξένους,
αυτό φαινόταν να
σηματοδοτεί το τέλος
μιας εποχής και μια
σημαντική απώλεια
κύρους.
Έκτοτε, η World Service
χρηματοδοτείται μόνο για
τα βασικά, με
περιστασιακές δόσεις
κρατικής χρηματοδότησης.
Οι διευθυντές δεν
μπορούν να βασιστούν ότι
αυτή η διαδικασία θα
είναι συνεχής, και η
εξάρτηση του BBC από
αυτές τις χρηματικές
εισφορές απειλεί να
μειώσει την καθημερινή
αυτονομία του από την
κυβέρνηση. Το 2015,
χρήματα εκτράπηκαν
εσπευσμένα στην World
Service από το Ταμείο
Επίσημης Αναπτυξιακής
Βοήθειας του Γραφείου
Εξωτερικών,
Κοινοπολιτείας, και
Ανάπτυξης για να
στηρίξουν τις υπηρεσίες
στα αραβικά και τα
ρωσικά και να στοχεύσουν
σε περιοχές κρίσιμου
γεωστρατηγικού
ενδιαφέροντος στην
Αφρική και την Ασία.
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΗΠΙΑ
ΙΣΧΥ
Η βρετανική κυβέρνηση
φαίνεται να διχάζεται
μεταξύ της εχθρότητάς
της προς το BBC στο
εσωτερικό της χώρας και
της συνειδητοποίησής της
ότι η Παγκόσμια Υπηρεσία
προσφέρει ένα βασικό
εργαλείο παγκόσμιας
ήπιας ισχύος, ένα
εργαλείο που διατηρεί το
Ηνωμένο Βασίλειο στο
επίκεντρο του τρόπου με
τον οποίο πολλοί
ακροατές φαντάζονται τον
κόσμο, και συμβάλλει
στην διακριτική προώθηση
των βρετανικών
προοπτικών στις διεθνείς
υποθέσεις. Το αποτέλεσμα
ήταν σποραδικές δόσεις
απρόθυμης χρηματοδότησης
έκτακτης ανάγκης για την
αντιμετώπιση περιοδικών
κρίσεων, αφήνοντας
ελάχιστη βεβαιότητα για
το μέλλον. Για
παράδειγμα, προκειμένου
να στηρίξει τον στόχο
του BBC να προσφέρει στο
παγκόσμιο ακροατήριο
αληθινές και αξιόπιστες
ειδήσεις -κρίσιμες στην
εποχή των «ψευδών
ειδήσεων» και της
ρωσικής και κινεζικής
προπαγάνδας- το 2021, η
κυβέρνηση παρείχε στην
Παγκόσμια Υπηρεσία μια
εφάπαξ πληρωμή οκτώ
εκατομμυρίων λιρών
(περίπου 10 εκατομμύρια
δολάρια) για την
χρηματοδότηση
πρωτοβουλιών για την
καταπολέμηση της
παραπληροφόρησης. Το
2022, η κυβέρνηση
αποδέσμευσε άλλα 4,2
εκατομμύρια λίρες
(περίπου 5 εκατομμύρια
δολάρια) σε έκτακτη
χρηματοδότηση για την
ενίσχυση των υπηρεσιών
του BBC που απευθύνονται
στο κοινό της Ρωσίας και
της Ουκρανίας. Το BBC
επανενεργοποίησε τις
ραδιοφωνικές υπηρεσίες
βραχέων κυμάτων για να
διασφαλίσει ότι οι
ειδήσεις από βρετανικές
πηγές έφταναν στους
ακροατές στην Ρωσία και
την Ουκρανία, σε μια
εποχή που τα τοπικά
ανεξάρτητα μέσα
ενημέρωσης ενδέχεται να
κλείσουν, οι
ραδιοτηλεοπτικές και
διαδικτυακές υποδομές να
δεχθούν επιθέσεις, και
να ανεγερθούν
[διαδικτυακά] τείχη
προστασίας (firewalls)
για τον αποκλεισμό των
ξένων ψηφιακών ειδήσεων.
Τον Μάρτιο, η Παγκόσμια
Υπηρεσία εξασφάλισε άλλη
μια εφάπαξ κυβερνητική
πληρωμή ύψους 20
εκατομμυρίων λιρών
(περίπου 26 εκατομμυρίων
δολαρίων) για να
διατηρήσει τις
ξενόγλωσσες υπηρεσίες
για δύο ακόμη χρόνια.
Στις αρχές του τρέχοντος
έτους, ο πρόεδρος του
BBC (ο οποίος έκτοτε
παραιτήθηκε μετά από
διαμάχη σχετικά με τους
δεσμούς του με τον πρώην
πρωθυπουργό Μπόρις
Τζόνσον) υποστήριξε ότι
το κράτος θα πρέπει να
επαναλάβει τον ιστορικό
του ρόλο, παρέχοντας
πλήρη χρηματοδότηση στην
Παγκόσμια Υπηρεσία.
Υποστήριξε ότι μόνο αυτό
θα επέτρεπε στο BBC να
ανταγωνιστεί στον νέο
«ψυχρό πόλεμο της
πληροφορίας» και στην
«μάχη για παγκόσμια
επιρροή» απέναντι στην
μαζική ρωσική και
κινεζική προπαγάνδα και
τις εκστρατείες
παραπληροφόρησης. Αυτό
μοιάζει μια φρούδα
ελπίδα υπό το φως της
συνεχιζόμενης εχθρότητας
της κυβέρνησης προς το
BBC και της ευρύτερης
επίθεσης στην δημόσια
ραδιοτηλεόραση στο
Ηνωμένο Βασίλειο.
Μια λύση θα μπορούσε να
έγκειται στο να
διακοπούν τα νήματα που
συνδέουν τις βρετανικές
εγχώριες και διεθνείς
ραδιοτηλεοπτικές
εκπομπές, διαχωρίζοντας
την Παγκόσμια Υπηρεσία
σε έναν ξεχωριστό
οργανισμό που
χρηματοδοτείται
απευθείας από το κράτος.
Ένας τέτοιος διαχωρισμός
θα μπορούσε να
καταστήσει την διεθνή
ραδιοτηλεόραση λιγότερο
ευάλωτη στις εγχώριες
πολιτικές πιέσεις. Αλλά
θα αποδυνάμωνε επίσης
σχεδόν σίγουρα την
απήχηση των υπηρεσιών
αυτών στους ακροατές
παγκοσμίως. Το εμπορικό
σήμα του BBC και η φήμη
του για την ειλικρίνειά
του παραμένουν σημαντικά
περιουσιακά στοιχεία. Η
διατήρηση της Παγκόσμιας
Υπηρεσίας κάτω από την
ομπρέλα του BBC
προστατεύει το καθεστώς
της ως ανεξάρτητης φωνής
που αντανακλά την
πολυφωνία της βρετανικής
δημοκρατίας. Υπό τον
άμεσο κυβερνητικό
έλεγχο, θα μπορούσε
αντίθετα να φανεί ότι
είναι απλώς ένα όργανο
κρατικής προπαγάνδας,
απλώς μια βρετανική
εκδοχή της Φωνής της
Αμερικής. Η παγκόσμια
εμβέλεια και επιρροή του
θα μειωνόταν σίγουρα.
Φαίνεται πιθανό ότι,
βραχυπρόθεσμα, η
Παγκόσμια Υπηρεσία θα
συνεχίσει να λειτουργεί
με την τρέχουσα μορφή
της, εξαρτώμενη από την
έκτακτη χρηματοδότηση
που θα αντλεί από μια
κυβέρνηση η οποία δεν
έχει πειστεί για την
βιωσιμότητα ή την
επιθυμητή λειτουργία της
δημόσιας
ραδιοτηλεόρασης. Τελικά,
η κυβέρνηση μπορεί να
εφαρμόσει ριζική
μεταρρύθμιση της
βρετανικής
ραδιοτηλεόρασης, με
βαθιές συνέπειες για την
Παγκόσμια Υπηρεσία. Ή
ίσως το σημερινό
μπέρδεμα να συνεχιστεί,
προς περαιτέρω ζημία της
βρετανικής ήπιας ισχύος
και της παγκόσμιας
επιρροής, που ήδη
μειώνεται μετά την
αποχώρηση της χώρας από
την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Χάρη στην World Service
και στην ευρύτερη
παγκόσμια εμπορική
διανομή περιεχομένου του
BBC, το Ηνωμένο Βασίλειο
συνεχίζει να έχει
μεγαλύτερο βάρος από όσο
του αναλογεί στην
παγκόσμια αρένα των
μέσων ενημέρωσης. Η ήπια
ισχύς που δημιουργεί
αυτό είναι σίγουρα πιο
σημαντική από ποτέ, σε
μια εποχή που οι
σύμμαχοι και οι
αντίπαλοι του Ηνωμένου
Βασιλείου αντλούν πόρους
για να κερδίσουν καρδιές
και μυαλά. Θα αποτελούσε
πράξη αυτοσαμποτάζ αν οι
Βρετανοί υπεύθυνοι
χάραξης πολιτικής
κατέστρεφαν, ακούσια ή
σκόπιμα, τα περιουσιακά
στοιχεία εμπιστοσύνης
και καλής θέλησης που
αποτελούν το κλειδί για
την διατήρηση της φωνής
της χώρας τους στην
διεθνή σκηνή μετά τον Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο SIMON J. POTTER είναι
καθηγητής Σύγχρονης
Ιστορίας στο
Πανεπιστήμιο του
Μπρίστολ. Είναι
συγγραφέας του βιβλίου
με τίτλο This is the
BBC: Entertaining the
Nation, Speaking for
Britain, 1922-2022 [1].
Πηγή: Foreign Affairs
https://foreignaffairs.gr/articles/74253/simon-j-potter/to-bbc-kai-i-parakmi-tis-bretanikis-ipias-isxyos?page=show
https://www.foreignaffairs.com/united-kingdom/bbc-and-decline-british-soft-power |