|
Συγκεκριμένα, ο
επικεφαλής οικονομολόγος
της BIS, Claudio Borio,
δήλωσε ότι υπάρχει σαφής
πιστωτική σύσφιγξη: οι
τράπεζες αύξησαν το
κόστος δανεισμού και
περιόρισαν την πρόσβαση
σε χρήματα, φέρνοντας
έτσι τις επιχειρήσεις
ένα βήμα πιο κοντά στη
χρεοκοπία. Ο ίδιος
επεσήμανε επίσης ότι οι
τιμές των ακινήτων
πέφτουν, εγείροντας
ερωτήματα σχετικά με τον
τρόπο διαχείρισης της
ζημίας από το
χρηματοπιστωτικό
σύστημα.
Ωστόσο, παρά την
εκτίναξη των επιτοκίων
δανεισμού, επικράτησε
ευφορία στα αμερικανικά
χρηματιστήρια, καθώς και
σε κάποιες αγορές της
Ευρώπης. Ενδεικτικά, ο
αμερικανικός δείκτης S&P
500 κατέγραψε κέρδη
περίπου 16% από την αρχή
του έτους και ο
γερμανικός DAX κέρδη της
τάξης του 12%.
Οι κεντρικές τράπεζες
αναμένεται να αρχίσουν
να μειώνουν τα επιτόκια
το δεύτερο εξάμηνο του
2024, όταν επιβραδυνθούν
σημαντικά οι οικονομίες
και η ανεργία έχει
αρχίσει να αυξάνεται.
Εάν όμως ο πληθωρισμός
πέσει με βραδύτερο ρυθμό
από το προσδοκώμενο,
τότε τα επιτόκια θα
πρέπει να μείνουν σε
υψηλά επίπεδα για
μεγαλύτερο διάστημα απ’
ό,τι αναμένουν οι
επενδυτές, δήλωσε ο
Borio.
«Οι κεντρικές τράπεζες
γνωρίζουν τους πιθανούς
κινδύνους. Το θέμα είναι
εάν τα χρηματιστήρια
αξιολογούν κατάλληλα
τους κινδύνους αυτούς»,
τόνισε. «Υπάρχουν δύο
σχετικοί κίνδυνοι. Ο
ένας είναι ότι ο
πληθωρισμός μπορεί να
είναι πιο επίμονος απ’
ό,τι ποντάρουν οι
αγορές. Και το δεύτερο
είναι το πλαίσιο. Το
πλαίσιο είναι ότι οι
χρηματοπιστωτικοί κύκλοι
γυρίζουν. Με αυτό εννοώ
ότι η πιστωτική ανάπτυξη
επιβραδύνεται γενικά και
ότι η αξία των
περιουσιακών στοιχείων,
ιδίως οι τιμές των
ακινήτων, έχει αρχίσει
να πέφτει», υποστήριξε ο
ίδιος.
«Αυτό που βλέπουμε μέχρι
στιγμής σε ό,τι αφορά
την αναστάτωση στην
αγορά…σχετίζεται ιδίως
με τον κίνδυνο από τα
επιτόκια δανεισμού, αλλά
το ερώτημα είναι πόσο
ανθεκτικό θα είναι το
συνολικό
χρηματοπιστωτικό
σύστημα, ώστε να
απορροφήσει αυτές τις
ζημίες. Και κυρίως πόσο
μεγάλες και επίμονες θα
είναι αυτές οι ζημίες»,
τόνισε ο Borio.
Πηγή: Guardian |