|
Κατά τον οίκο (την
έκθεση παρουσιάζει η
Ελευθερία Κούρταλη στο
capital.gr), η Νέα
Δημοκρατία αναμένεται να
κερδίσει τη σαφή
πλειοψηφία στον δεύτερο
γύρο των εκλογών αυτής
της Κυριακής. Αυτό
υποδηλώνει ότι θα
υπάρξει συνέχιση της
τρέχουσας πορείας της
δημοσιονομικής πολιτικής
και των φιλικών προς την
αγορά μεταρρυθμίσεων,
όπως η αυξημένη
ψηφιοποίηση και οι
φορολογικές
μεταρρυθμίσεις.
Η ισχυρή ανάκαμψη της
Ελλάδας από την Covid
έφτασε σε απότομο τέλος
με την οικονομία να
συρρικνώνεται ελαφρά το
πρώτο τρίμηνο, καθώς τα
έσοδα από τον τουρισμό
έχουν σταθεροποιηθεί
περίπου στα προ
πανδημίας επίπεδα. Και
δεδομένου του αντίκτυπου
της σύσφιξης της
νομισματικής πολιτικής
στο σύνολο της Ευρώπης,
η Capital Economics
αναμένει περαιτέρω
συρρίκνωση της ανάπτυξης
στο δεύτερο τρίμηνο.

Ειδικότερα, σύμφωνα με
τις νέες της προβλέψεις,
εκτιμά πως η ανάπτυξη
φέτος θα διαμορφωθεί στο
0,8% από 6% το 2022, το
2024 θα επιταχυνθεί στο
1,8% ενώ το 2025 θα
αυξηθεί περαιτέρω στο
2,4%.
Ο πληθωρισμός θα
υποχωρήσει στο 4,2%
φέτος από 12,5% το 2022,
ενώ το 2024 και το 2025
θα σημειώσει περαιτέρω
πτώση στο 2,5% και 1,9%
αντίστοιχα.
Ο δείκτης χρέους προς
ΑΕΠ θα βρεθεί φέτος στο
165% πριν υποχωρήσει
περαιτέρω στο 161% το
2024 και στο 157% το
2025, ενώ οι επενδύσεις
από αύξηση 19,8% το
2022, φέτος θα κινηθούν
στο +5,9%, το 2024 στο
+3,8% και το 2025 στο
+4,7%.
Παρά την επιβράδυνση της
ανάπτυξης ωστόσο, η
Capital Economics
πιστεύει ότι η Ελλάδα θα
τα πάει καλύτερα από τις
περισσότερες χώρες στην
Ε. Ε τόσο φέτος όσο και
του χρόνου.
Επιχειρηματικές έρευνες,
όπως ο PMI της
βιομηχανίας, έχουν
καταγράψει αύξηση τους
τελευταίους μήνες και
υποδηλώνουν ότι οι
προοπτικές έχουν
βελτιωθεί. Αυτό
αντανακλά διαρθρωτικές
βελτιώσεις, όπως η πτώση
των μη εξυπηρετούμενων
δανείων και η βελτίωση
της ανταγωνιστικότητας
τα τελευταία χρόνια,
καθώς η Ελλάδα έχει
ανακάμψει από την
περίοδο της κρίσης
χρέους.

Αν και η Ελλάδα έχει
μακράν τον υψηλότερο
δείκτη δημόσιου χρέους
στην Ευρωζώνη, η Capital
Economics τονίζει πως τα
δημόσια οικονομικά της
φαίνονται βιώσιμα για το
άμεσο μέλλον. Οι δαπάνες
για τόκους είναι χαμηλές
ως ποσοστό των κρατικών
εσόδων και η μέση
ληκτότητα του δημόσιου
χρέους είναι η υψηλότερη
από την αναδιάρθρωση το
2012. Επιπλέον, η ΕΚΤ θα
συνεχίσει να στηρίζει
την Ελλάδα
συμπεριλαμβάνοντας τα
κρατικά της ομόλογα εάν
και όταν ενεργοποιήσει
το εργαλείο κατά του
κατακερματισμού – TPI -
που έχει στο οπλοστάσιο
της.
Σε αυτό το πλαίσιο, η
Capital Economics εκτιμά
πως τα ελληνικά ομόλογα
θα συνεχίσουν αν
υπεραποδίδουν έναντι των
υπολοίπων στην
περιφέρεια. Γενικότερα,
αν και αναμένει ότι η
ΕΚΤ θα συνεχίσει τις
αυξήσεις επιτοκίων, δεν
πιστεύει ότι αυτό θα
πυροδοτήσει περαιτέρω
άλμα στις αποδόσεις των
μακροπρόθεσμων κρατικών
ομολόγων της Ευρωζώνης.
Αντίθετα, εκτιμά πως οι
αποδόσεις θα μειωθούν
ελαφρώς στο υπόλοιπο του
2023, εν μέρει επειδή
πιστεύει ότι η όρεξη για
ρίσκο θα μειωθεί καθώς η
ανάπτυξη υποχωρεί στις
μεγάλες οικονομίες, όπως
εξηγεί.
Μεταξύ των οικονομιών
της περιφέρειας, ο οίκος
πιστεύει ότι τα ομόλογα
στην Ελλάδα και την
Πορτογαλία θα συνεχίσουν
να έχουν πολύ καλύτερες
επιδόσεις έναντι των
ομολόγων σε Ιταλία και
Ισπανία, αντίστοιχα.
Ειδικά σε ό,τι αφορά την
Ελλάδα, η Capital
Economics επισημαίνει
πως οι επενδυτές
χαιρέτισαν το αποτέλεσμα
του πρώτου γύρου των
εκλογών και "βλέπουν"
την επιστροφή της χώρας
στην επενδυτική βαθμίδα,
έπειτα από περισσότερο
από 12 χρόνια παραμονής
στην κατηγορία του junk,
δεδομένου ότι τρεις από
τους τέσσερις μεγάλους
οίκους αξιολόγησης
τοποθετούν το ελληνικό
χρέος ένα βήμα μακριά
από το investment grade.
 |