Συγκεκριμένα, το γκάλοπ
της WSJ όρισε τις
πιθανότητες ύφεσης το
2023 στο 61%. Ακόμη και
ο 96χρονος πρώην
πρόεδρος της Ομοσπονδιακής
Τράπεζας των ΗΠΑ,
Άλαν Γκρίνσπαν, ανέφερε
ότι η ύφεση είναι «το
πιο πιθανό αποτέλεσμα»
δεδομένης της τρέχουσας
οικονομικής τροχιάς.
Όμως εδώ τίθεται το
ερώτημα «τι τροχιά είναι
αυτή;». Η Fed
προσπαθούσε να
καταπολεμήσει τον
ανεξέλεγκτο πληθωρισμό
καθ’ όλη τη διάρκεια του
2022. Η λύση της
κεντρικής τράπεζας ήταν
να ξεκινήσει μια σειρά
από αυξήσεις επιτοκίων
με την ελπίδα να
μετριάσει το «τέρας»,
επιβραδύνοντας την
οικονομία.
Πλέον, ο πληθωρισμός
έχει αρχίσει να
αποκλιμακώνεται και η
Fed αφήνει να εννοηθεί
ότι θα μειώσει τις
αυξήσεις των επιτοκίων.
Ωστόσο, πολλοί
οικονομολόγοι πιστεύουν
ότι η επιθετική πολιτική
της Fed έχει προκαλέσει
μια ευρύτερη επιβράδυνση
της οικονομίας, με τα
υψηλότερα επιτόκια
στεγαστικών δανείων να
βλάπτουν τον στεγαστικό
τομέα, ενώ και η
μεταποιητική
δραστηριότητα εμφανίζει
προβλήματα.
Ο αντίκτυπος μιας
σύντομης ύφεσης
Οι οικονομολόγοι δεν
είναι οι μόνοι που
σκέφτονται την ύφεση. Οι
επενδυτές ανησυχούν για
την κατάσταση της
οικονομίας εδώ και
μήνες, ενώ έγιναν
μάρτυρες της βουτιάς του
S&P 500 κατά 18% (έως
και 25% σε ένα σημείο)
από το υψηλό ρεκόρ στις
αρχές του 2022.
Όπως αναφέρει ο Sam
Stovall, επικεφαλής
επενδυτικός στρατηγικός
στην CFRA, «οι επενδυτές
και οι οικονομολόγοι
αναμένουν ένα αρκετά
ήπιο είδος ύφεσης».
Η υπόθεση για μια
σχετικά ήπια και
βραχύβια ύφεση,
προκύπτει από την
εξέταση των τρεχόντων
οικονομικών δεδομένων,
συμπεριλαμβανομένων των
ισχυρών καταναλωτικών
δαπανών και μιας ισχυρής
αγοράς εργασίας, λέει
από την πλευρά του ο
Ross Mayfield, αναλυτής
επενδυτικής στρατηγικής
Baird Private Wealth
Management. «Αυτά είναι
τα δεδομένα που εξετάζει
η Fed και τα οποία
αναμένουμε να συμβούν
πριν την ύφεση»,
προσθέτει.
Εάν η πρόβλεψη για ύφεση
γίνει πραγματικότητα, οι
αναλυτές επισημαίνουν
ότι δεν θα πρέπει να
περιμένουμε απότομη
πτώση ή μεγάλη αύξηση
των τιμών των μετοχών σε
σύντομο χρονικό
διάστημα. Αντίθετα, αυτά
τα σημάδια θα
παρατηρηθούν όταν η Fed
αντιστρέψει την πορεία
των επιτοκίων, μια
κίνηση που θα μπορούσε
να έρθει μετά την ύφεση.
«Όταν κοιτάζεις πίσω
ιστορικά τη Fed,
προηγούνται συνήθως
πολλαπλές συσφίξεις
πολιτικής πριν
αντιμετωπίσεις
προβλήματα με την
οικονομία και τις
αγορές», δήλωσε Τζι
Πόλσεν, επικεφαλής
επενδυτικής στρατηγικής
στον Leuthold Group.
Την ίδια ώρα, άλλοι
οικονομολόγοι, ανησυχούν
περισσότερο για την
ικανότητα σχεδιασμού των
αποτελεσμάτων Goldilocks
και ίσως χρειάζεται να
πιεστεί περισσότερο η
αγορά εργασίας για να
καταστεί δυνατό αυτό το
αποτέλεσμα στον
πληθωρισμό.
Πώς θα υποφέρουν οι
επενδυτές
Επισημαίνεται πως εάν
τελικά επέλθει ύφεση,
που δεν είναι τόσο
σύντομη και δεν είναι
τόσο ήπια, οι επενδυτές
μπορεί να υποφέρουν
λίγο.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με
το CNBC, θα πρέπει να
εστιάσουμε σε έναν
σημαντικό παράγοντα που
θα μπορούσε να
σηματοδοτήσει μια
βαθύτερη ύφεση. Μια
σημαντική μείωση των
εταιρικών κερδών, θα
μπορούσε να οδηγήσει τις
μετοχές σε καθοδική
πορεία. Στα θετικά ενός
τέτοιου ενδεχομένου θα
μπορούσε να υπολογιστεί
το ήδη άσχημο αποτέλεσμα
για τους επενδυτές,
πράγμα που σημαίνει ότι
μια ύφεση δεν θα
αποτελούσε τεράστιο σοκ
για τα χαρτοφυλάκια.
Σημειώνεται πως για να
φτάσει στο αρνητικό όριο
του 30%, ο S&P 500 θα
έπρεπε να κάνει «βουτιά»
στις 3.357 μονάδες. Για
να συμβεί αυτό, θα
έπρεπε να καταγραφεί
περαιτέρω μείωση 16%.
Ως συμβουλή για τους
επενδυτές, τονίζεται πως
θα πρέπει να μπουν
χρήματα σε ένα
διαφοροποιημένο
χαρτοφυλάκιο και να
συνεχιστούν οι
επενδύσεις ακόμα κι αν η
αγορά βιώσει κάποια
αναταραχή. Με αυτόν τον
τρόπο, οι επενδυτές
αγοράζουν ουσιαστικά
περισσότερες μετοχές
φθηνά, κάτι που θα τους
ωφελήσει εάν η
χρηματιστηριακή αγορά
συνεχίσει,
μακροπρόθεσμα, ανοδική
τροχιά.
Προβλέψεις για τον
πληθωρισμό
Την περασμένη εβδομάδα, σε
έρευνα του WEF διαφάνηκαν
μεγάλες περιφερειακές
διακυμάνσεις αναφορικά
με τις προβλέψεις για
τον πληθωρισμό. Πιο
συγκεκριμένα, το ποσοστό
που αναμένει υψηλό
πληθωρισμό το 2023
κυμαίνεται από μόλις 5%
για την Κίνα έως 57% για
την Ευρώπη, όπου ο
αντίκτυπος της περυσινής
ανόδου των τιμών της
ενέργειας εξαπλώθηκε
στην ευρύτερη οικονομία.
Η πλειονότητα των
οικονομολόγων βλέπει
περαιτέρω σύσφιξη της
νομισματικής πολιτικής
στην Ευρώπη και τις
Ηνωμένες Πολιτείες (59%
και 55%, αντίστοιχα).
Πηγή: Wall Street
Journal |