-----------------------------------
Στην δεκαετία από τότε
που ο Κινέζος ηγέτης, Σι
Τζινπίνγκ, ανακοίνωσε
την Πρωτοβουλία Ζώνη και
Οδός (Belt and Road
Initiative, BRI), το
τεράστιο πρόγραμμα
υποδομών και επενδύσεων
του Πεκίνου έχει γίνει
καθοριστικό μέρος της
εξωτερικής πολιτικής
του. Στα πρώτα χρόνια
της BRI, δεκάδες
αναδυόμενες οικονομίες
στην Αφρική, την Ασία,
και την Λατινική Αμερική
αγκάλιασαν το πρόγραμμα,
καθοδηγούμενες σε μεγάλο
βαθμό από την προσέγγιση
του Πεκίνου να μην θέτει
ερωτήσεις για την
δανειοδότηση
μεγαλεπήβολων έργων όπως
λιμάνια
εμπορευματοκιβωτίων,
σιδηροδρομικά δίκτυα,
και μεγάλης κλίμακας
φράγματα, και την
φαινομενικά απεριόριστη
οικονομική του δύναμη.
Το όργιο δανεισμού
αιφνιδίασε την
Ουάσιγκτον και τους
δημοκρατικούς εταίρους
της, προκαλώντας μεγάλη
ανησυχία ότι το Πεκίνο
φόρτωνε χώρες με
δυσβάσταχτο χρέος, ενώ
στήριζε οικονομικά τους
αυταρχικούς φίλους
[του].
Έργο σιδηροδρομικής
σύνδεσης της
πρωτοβουλίας Belt and
Road στο λιμάνι Tanjung
Priok στην Τζακάρτα,
στην Ινδονησία, τον
Σεπτέμβριο του 2022.
Ajeng Dinar Ulfiana /
Reuters
------------------------------------------------------
Αλλά το κύμα δανεισμού
της BRI υποχώρησε
εκπληκτικά γρήγορα. Ο
δανεισμός της Κίνας σε
υπερπόντιες υποδομές
είναι τώρα ένα κλάσμα
αυτού που ήταν πριν από
πέντε χρόνια, λόγω των
εγχώριων οικονομικών
προβλημάτων της χώρας,
της δραστικής (και
ευρέως υποτιμημένης)
αναπροσαρμογής των
κανονισμών του Πεκίνου
για τις υπερπόντιες
επενδύσεις το 2016-17,
και μιας σειράς υψηλού
προφίλ αποτυχιών της BRI
σε χώρες από τον
Ισημερινό έως την Σρι
Λάνκα. Το Πεκίνο δεν
εγκαταλείπει την Belt
and Road —κάθε άλλο.
Αλλά σήμερα, η BRI της
λαϊκής φαντασίας -ένα
κυρίαρχο, παγκόσμιο
σχέδιο δανεισμού
υποδομών που στοχεύει
στην ενίσχυση της ισχύος
της Κίνας- είναι
ουσιαστικά νεκρό. Στην
θέση του υπάρχει ένα
λιγότερο φανταχτερό,
λιγότερο ακριβό μοντέλο
δέσμευσης, που βασίζεται
στην καλλιέργεια δεσμών
πιο οργανικά σε τομείς
όπως το εμπόριο, οι
τηλεπικοινωνίες, η
πράσινη ενέργεια, και η
ακαδημαϊκή κοινότητα.
Οι υπεύθυνοι χάραξης
πολιτικής τόσο στις
αναπτυγμένες όσο και
στις αναδυόμενες
οικονομίες θα πρέπει να
το λάβουν υπόψιν. Οι
ηγέτες σε όλο τον
παγκόσμιο Νότο που
αναζητούν νέα
χρηματοδότηση [2] από
την Κίνα θα πρέπει να
είναι προσεκτικοί,
δεδομένου ότι το Πεκίνο
είναι όλο και πιο
απίθανο να υπογράψει την
χρηματοδότηση μεγάλων
έργων υποδομής. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες και
οι βιομηχανοποιημένοι
εταίροι τους θα πρέπει
να αντιμετωπίσουν ένα
μεταβαλλόμενο πρότυπο
κινεζικής επιρροής -ένα
παράδειγμα που
απομακρύνεται από τα
μεγάλα έργα υποδομής
προς μια πιο διάχυτη,
πιο βιώσιμη δέσμευση.
Και οι δύο ομάδες
[δηλαδή, οι υπεύθυνοι
στις αναπτυγμένες και
αναδυόμενες οικονομίες
και οι ηγέτες του
παγκόσμιου Νότου] θα
πρέπει να συνεργαστούν
για να αντιμετωπίσουν
την κληρονομιά του
ξεφαντώματος δανεισμού
του Πεκίνου, η οποία
έχει τροφοδοτήσει την
διαφθορά, ενθάρρυνε
αντιδημοκρατικές
πρακτικές, και έχει
επιβαρύνει τα κράτη
αποδέκτες με τεράστια
χρέη.
Αντιμέτωπες με την
εξελισσόμενη εκστρατεία
επιρροής της Κίνας, οι
Ηνωμένες Πολιτείες και
οι βιομηχανικοί εταίροι
τους έχουν μια διπλή
πρόκληση. Πρέπει να
αναθεωρήσουν την δική
τους αναπτυξιακή
στρατηγική για να
ικανοποιήσουν τις
απαιτήσεις για υποδομές
και δημοκρατική
λογοδοσία σε όλο τον
αναπτυσσόμενο κόσμο,
αλλά πρέπει επίσης να
βοηθήσουν τους εταίρους
στον αναπτυσσόμενο κόσμο
να αντιμετωπίσουν την
ανανεωμένη προσέγγιση
του Πεκίνου. Καθώς η
Κίνα πλήττεται από
αυξανόμενους
οικονομικούς και
δημογραφικούς αντίθετους
ανέμους, το Πεκίνο
αντιμετωπίζει τα όριά
του και μαθαίνει από τα
λάθη του. Η ανανεωμένη
BRI της Κίνας θα θέσει
νέες προκλήσεις στους
υπεύθυνους χάραξης
πολιτικής που επιδιώκουν
να ανταποκριθούν στην
εκτεταμένη οικονομική
εμβέλεια της Κίνας -και
στην δύναμή της να
εμβαθύνει την
δημοκρατική
οπισθοδρόμηση σε μεγάλο
μέρος του κόσμου.
Η ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ
ΜΕΓΑ-ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ ΤΟΥ
ΠΕΚΙΝΟΥ
Όταν η Πρωτοβουλία Belt
and Road αναπτύχθηκε για
πρώτη φορά, χαιρετίστηκε
από αναλυτές σε όλο τον
κόσμο ως
«μετασχηματιστική» και
«δυνητικά επαναστατική».
Οι πρώτοι αριθμοί για
τον κινεζικό διεθνή
δανεισμό φάνηκε να
επιβεβαιώνουν αυτήν την
άποψη. Σύμφωνα με το
ερευνητικό εργαστήριο
AidData, κατά την
διάρκεια των πέντε
πρώτων ετών της BRI, οι
δαπάνες της Κίνας για
την ανάπτυξη στο
εξωτερικό ήταν κατά μέσο
όρο υπερδιπλάσιες από
τις αντίστοιχες δαπάνες
των ΗΠΑ, με αποκορύφωμα
τα απίστευτα 120
δισεκατομμύρια δολάρια
το 2016. Το πρόγραμμα
δανεισμού του Πεκίνου
βρήκε άμεσο ακροατήριο
επειδή στόχευε σε ένα
γνήσιο και πιεστικό
πρόβλημα: πολυάριθμες
αναπτυσσόμενες χώρες
χρειάζονται επειγόντως
μεγάλης κλίμακας
υποδομές μεταφορών και
ενέργειας, αλλά
συγκρατούνταν από το
τίμημα που συνήθως
ανέρχεται σε πολλά
τρισεκατομμύρια δολάρια.
Επιπλέον, οι
παραδοσιακοί δανειστές
αναπτυξιακών
προγραμμάτων, όπως το
Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο και η Παγκόσμια
Τράπεζα, συχνά παρέχουν
δάνεια στις
αναπτυσσόμενες χώρες με
όρους που οι
δανειολήπτες έχουν
περιγράψει ως επαχθείς ή
ακόμη και
πατροναριστικούς.
Αντίθετα, τα χωρίς
δεσμεύσεις δάνεια του
Πεκίνου έχουν επαινεθεί
από τους ηγέτες που
αναζητούν πιο ευέλικτες
μορφές χρηματοδότησης.
Ωστόσο, οι επενδύσεις
της Κίνας σε υποδομές
είχαν ένα τίμημα. Όπως
έδειξε έρευνα του
Διεθνούς
Ρεπουμπλικανικού
Ινστιτούτου
(International
Republican Institute,
IRI) και άλλων, οι
ηγέτες που τείνουν προς
τον αυταρχισμό
χρησιμοποίησαν την BRI
όχι μόνο για την
χρηματοδότηση έργων
υποδομής αλλά και ως
οικονομικό στήριγμα για
τις χειρότερες
αντιδημοκρατικές τους
παρορμήσεις, γνωρίζοντας
με ασφάλεια ότι
μπορούσαν να
ακολουθήσουν αυταρχικές
πολιτικές χωρίς να
θέσουν σε κίνδυνο την
οικονομική υποστήριξη
του Πεκίνου. Το 2016,
για παράδειγμα, η Κίνα
προσέφερε στον
πρωθυπουργό της
Μαλαισίας, Νατζίμπ
Ραζάκ, που τότε
βρισκόταν στο επίκεντρο
ενός διογκούμενου
σκανδάλου διαφθοράς,
βοήθεια για την
κατασκοπεία των
επικριτών των
προγραμμάτων BRI εντός
της κυβέρνησής του -μια
προσφορά που φέρεται να
ενέκρινε ο ίδιος ο Σι.
Στην πραγματικότητα, η
προοπτική οικονομικής
υποστήριξης μεγάλης
κλίμακας από την Κίνα
φαίνεται να έχει
εμψυχώσει τους επίδοξους
αυταρχικούς σε όλο τον
κόσμο -μια δυναμική που
το Πεκίνο έχει
ενθαρρύνει. Η έρευνα του
IRI, για παράδειγμα,
έχει τεκμηριώσει πώς το
Πεκίνο συστηματικά
προβάλλει την προοπτική
δανεισμού για να
εδραιώσει τους δεσμούς
με τον πρόεδρο του
Σαλβαδόρ, Nayib Bukele,
ο οποίος έχει ηγηθεί
μιας επίθεσης στους
δημοκρατικούς θεσμούς
του Ελ Σαλβαδόρ από τότε
που ανέβηκε στην
προεδρία της χώρας το
2019. Μια παρόμοια
δυναμική φαίνεται να
διαδραματίζεται στις
Νήσους Σολομώντος, όπου
ο πρόεδρος, Manasseh
Sogavare, προχώρησε
πρόσφατα σε τροποποίηση
του συντάγματος της
χώρας για να παρατείνει
την εξουσία του,
ενισχυμένος από την
προοπτική συνεχιζόμενης
στήριξης.
Αλλά παρόλο που πολλοί
ανερχόμενοι αυταρχικοί
μπορεί να εξακολουθούν
να πιστεύουν ότι το
Πεκίνο είναι έτοιμο να
ανοίξει τα ταμεία του
γι' αυτούς, η υποστήριξή
του δεν είναι πλέον
εγγυημένη. Τα στοιχεία
από διάφορες πηγές
δείχνουν ότι οι
οικονομικές δεσμεύσεις
της BRI έχουν
επιβραδυνθεί δραματικά.
Σύμφωνα με το Κέντρο
Πολιτικής Παγκόσμιας
Ανάπτυξης του
Πανεπιστημίου της
Βοστώνης, οι δεσμεύσεις
της Κίνας για κρατικό
δανεισμό μειώθηκαν κατά
ένα επιβλητικό 94% από
το 2016 έως το 2019, από
75 δισεκατομμύρια
δολάρια σε μόλις 3,9
δισεκατομμύρια δολάρια.
Άλλα περιφερειακά και
παγκόσμια σύνολα
δεδομένων (data)
επιβεβαιώνουν γενικά την
κατεύθυνση και το
μέγεθος της πτώσης.
Μερικά στοιχεία από το
2020 και το 2021
υποδηλώνουν ότι η
πανδημία COVID-19 ίσως
να έχει μειώσει ακόμη
περισσότερο τον δανεισμό
της Κίνας: μια άλλη βάση
δεδομένων (database) του
Πανεπιστημίου της
Βοστώνης που
επικεντρώθηκε στις
επενδύσεις BRI στην
Αφρική, για παράδειγμα,
δείχνει ότι το 2020, ο
δανεισμός της Κίνας προς
τις αφρικανικές
κυβερνήσεις έπεσε στο
χαμηλότερο επίπεδο από
το 2004.
Ωστόσο, αυτή η μείωση
του δανεισμού, η οποία
είχε ξεκινήσει ήδη από
το 2017, δεν μπορεί να
αποδοθεί αποκλειστικά
στον οικονομικό όλεθρο
που προκάλεσε η
COVID-19. Αντίθετα,
είναι το αποτέλεσμα ενός
σύνθετου μείγματος
αμοιβαία ενισχυόμενων
παραγόντων τόσο εντός
όσο και εκτός Κίνας.
Μαζί, καθιστούν
εξαιρετικά απίθανο ότι
το Πεκίνο θα επιδιώξει
να αναβιώσει σύντομα τον
δανεισμό υποδομών της
BRI στην προηγούμενη
κλίμακα του.
ΟΧΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ ΓΙΑ ΝΑ
ΑΠΟΤΥΧΕΙ
Το μεγάλης κλίμακας
πρόγραμμα δανεισμού της
BRI έχει υποχωρήσει εν
μέρει λόγω των
αυξανόμενων
αντιξοοτήτων, η πιο
προφανής από τις οποίες
είναι οι ίδιες οι υψηλού
προφίλ αποτυχίες της
πρωτοβουλίας. Σε πολλές
περιπτώσεις, το Πεκίνο
απλώς υπερεκτίμησε την
ικανότητα της
αναπτυξιακής του
προσέγγισης με επίκεντρο
τις υποδομές να
ευδοκιμήσει σε ξένο
έδαφος. Από το 2007 έως
το 2014, για παράδειγμα,
η Κίνα δάνεισε στην Σρι
Λάνκα 1,5 δισεκατομμύριο
δολάρια για την
κατασκευή ενός λιμανιού
και ενός αεροδρομίου στη
Hambantota -και τα δύο
εξακολουθούν να
παραμένουν σε μεγάλο
βαθμό άδεια σχεδόν μια
δεκαετία αργότερα. Η
οικονομία της Σρι Λάνκα
εξακολουθεί να υποφέρει
από το χρέος που
συσσώρευσε κατά την
διάρκεια εκείνης της
περιόδου, και η Κίνα
φαίνεται ότι θα παίξει
τον ρόλο του καταστροφέα
σε μια συμφωνία με το
ΔΝΤ και άλλους διεθνείς
πιστωτές που θα μπορούσε
να δώσει στην
[πρωτεύουσα] Κολόμπο μια
πολυπόθητη ανακούφιση.
Οι ηγέτες των χωρών που
κάηκαν από τα αλαζονικά
μεγαλεπήβολα έργα της
BRI είναι δικαιολογημένα
επιφυλακτικοί στο να
υπογράψουν για άλλον
έναν γύρο δανείων, και ο
ενθουσιασμός για τις
επενδυτικές πρωτοβουλίες
της Λαϊκής Δημοκρατίας
της Κίνας έχει μειωθεί
μπροστά σε αυτές τις
γκάφες.
Πολλοί παρατηρητές,
ωστόσο, τείνουν να
παραβλέπουν άλλους
πολιτικούς και
οικονομικούς παράγοντες
στην ίδια την Κίνα, οι
οποίοι έπαιξαν πολύ
μεγαλύτερο ρόλο στην
επιβράδυνση του
δανεισμού. Ο
σημαντικότερος ήταν η εκ
των άνωθεν αναθεώρηση το
2016-17 από τις
οικονομικές ρυθμιστικές
Αρχές της Κίνας των
κανόνων που διέπουν και
επιτρέπουν μεγάλα
επενδυτικά και
δανειοδοτικά έργα στο
εξωτερικό, με ρητό σκοπό
την δραματική μείωση του
αριθμού και του μεγέθους
των υπερπόντιων
μεγαλεπήβολων έργων. Οι
ρυθμιστικές Αρχές
προχώρησαν σε αυτό το
βήμα εν μέρει επειδή το
κύμα εκροής κεφαλαίων
κατά την κορύφωση της
BRI αποσταθεροποιούσε
την ευρύτερη
μακροοικονομική
σταθερότητα της Κίνας. Η
BRI είχε επίσης συνδεθεί
όλο και περισσότερο στο
Πεκίνο με την παράνομη
φυγή κεφαλαίων και τις
σπάταλες, τις αλαζονικές
δαπάνες στο εξωτερικό,
καθώς οι εταιρείες με
έδρα την Κίνα έβαζαν την
ετικέτα BRI σε θεματικά
πάρκα σε πλούσιες χώρες
όπως η Γαλλία και όχι σε
δημόσια έργα υποδομής σε
αναπτυσσόμενες χώρες της
Αφρικής και της Νότιας
Ασίας.
Η ρυθμιστική αναθεώρηση
είχε το επιδιωκόμενο
αποτέλεσμα: η Κίνα
ανέλαβε πολύ λιγότερα
μεγάλης κλίμακας έργα
δανεισμού τα χρόνια που
ακολούθησαν. Η
προσπάθεια του Πεκίνου
να περιορίσει τις
γιγαντιαίες ξένες
επενδύσεις, σε συνδυασμό
με την επιδείνωση της
εγχώριας οικονομικής
κατάστασης της Κίνας,
υποδηλώνει ότι η
επιστροφή στο status quo
ante του σχεδόν
απεριόριστου δανεισμού
στο εξωτερικό φαίνεται
στην καλύτερη περίπτωση
απίθανη. Ο Σι φάνηκε να
υποδηλώνει την στροφή σε
μια κεντρική ομιλία προς
τους Αφρικανούς ηγέτες
στα τέλη του 2021, στην
οποία δεν χρησιμοποίησε
ούτε μια φορά τη λέξη
«υποδομές».
Η ΚΙΝΑ ΣΦΙΓΓΕΙ ΤΟ ΖΩΝΑΡΙ
Ωστόσο, ο
αναπροσανατολισμός του
Πεκίνου μακριά από τον
αχαλίνωτο δανεισμό ίσως
να ωθήσει το πρόγραμμα
προς ένα πιο βιώσιμο
μοντέλο. Καθώς
απομακρύνεται από τα
μεγαλεπήβολα έργα
υποδομής, το Πεκίνο
φαίνεται να αγκαλιάζει
λιγότερο εντάσεως
κεφαλαίου, πιο οργανικές
μορφές οικονομικής
συνεργασίας με τις
αναπτυσσόμενες
οικονομίες. Όπως έχει
δείξει έρευνα του IRI
και άλλων, η ταμπέλα
«Ζώνη και Οδός»
εκτείνεται πλέον πολύ
πέρα από τις υποδομές
και περιλαμβάνει
λιγότερο φανταχτερές και
ακριβές πρωτοβουλίες σε
τομείς όπως η ακαδημαϊκή
κοινότητα, οι
τηλεπικοινωνίες, η
πράσινη ενέργεια, ακόμη
και η αλιεία τόνου.
Το Πεκίνο μετασχηματίζει
την BRI, και το κάνει
διακριτικά και σκόπιμα˙
ούτε η συνολική μείωση
του δανεισμού της Κίνας
ούτε η διάχυση της BRI
πέρα από τις υποδομές
είναι εντελώς τυχαία.
Ακόμη και όταν ο
δανεισμός της BRI
κορυφώθηκε το 2016 και
το 2017, οι υπεύθυνοι
χάραξης πολιτικής και οι
ερευνητές στην Κίνα
είχαν ήδη αρχίσει να
ζητούν μια BRI που θα
ήταν καλύτερα
προσαρμοσμένη στις
ανάγκες των χωρών
υποδοχής, πιο φιλική
προς το περιβάλλον, και
λιγότερο συγκεντρωμένη
σε έργα υποδομής υψηλού
προφίλ.
Το Πεκίνο έχει
μετατοπίσει την BRI
αναλόγως. Έχει αυξήσει
την εμπλοκή της Κίνας
στον κόσμο των δεξαμενών
σκέψης και των
πανεπιστημίων,
προσπαθώντας να
αποκτήσει το δικαίωμα
πρώτης επιλογής στην
διάρθρωση του πεδίου των
κινεζικών σπουδών σε
χώρες με αναδυόμενα
προγράμματα σινολογίας
-όπως η Νότια Αφρική-
μέσω ακαδημαϊκών
ανταλλαγών, προγραμμάτων
επιχορήγησης, και
Ινστιτούτων Κομφούκιου.
Υπό την αιγίδα της BRI,
η Κίνα έχει επίσης
επεκτείνει το αποτύπωμά
της στον τομέα των μέσων
ενημέρωσης σε ολόκληρο
τον αναπτυσσόμενο κόσμο
-κυρίως στην Αφρική,
όπου ο δορυφορικός
ραδιοτηλεοπτικός
οργανισμός StarTimes με
έδρα την Κίνα έχει
κερδίσει μερίδιο αγοράς
από τις εθνικές κρατικές
ραδιοτηλεοπτικές
εταιρείες και τους
ιδιωτικούς ανταγωνιστές.
Οι προσπάθειες της Κίνας
να μεταφέρει την
τεχνολογία της στον
αναπτυσσόμενο κόσμο
αυξάνονται επίσης: αν
και η Huawei, για
παράδειγμα, έχει πλέον
αποκλειστεί σε μεγάλο
βαθμό από τα δίκτυα
τηλεπικοινωνιών των
βιομηχανικών χωρών, οι
δραστηριότητές της στις
τεχνολογίες 4G και 5G
συνεχίζουν να έχουν
ισχυρές επιδόσεις σε
πολλές χώρες της Αφρικής
και της Νότιας Ασίας. Οι
επενδύσεις των κρατικών
και ιδιωτικών εταιρειών
της Κίνας στην πράσινη
ενέργεια και τα δίκτυα
ηλεκτρικής ενέργειας
συνεχίζουν να έχουν
καλές επιδόσεις, και οι
κινεζικές εταιρείες και
τα κρατικά ιδρύματα
εντείνουν την συνεργασία
τους με άλλες χώρες όπως
η Τανζανία, η Μιανμάρ,
και οι Νήσοι Σολομώντος
σε θέματα ασφάλειας,
επιτήρησης, και
εκπαίδευσης σε θέματα
«διακυβέρνησης».
Το Πεκίνο δεν έχει
εγκαταλείψει την
προσπάθειά του για
παγκόσμια επιρροή μέσω
της οικονομικής
ανάπτυξης. Έχει
προσαρμόσει την
στρατηγική του -σε
ορισμένες περιπτώσεις
από ανάγκη- σε πιο
ευέλικτες, στοχευμένες,
και οργανικές
κατευθύνσεις. Το
κόμμα-κράτος της Κίνας
συνεχίζει να προσπαθεί
να κερδίσει την πολιτική
και οικονομική υποταγή
των χωρών με χαμηλό
εισόδημα σε όλο τον
κόσμο -και έχει βρει
έναν φθηνότερο τρόπο για
να το κάνει. Παρόλο που
η απόφαση του Πεκίνου να
απομακρυνθεί από μεγάλα
έργα υποδομής που
τείνουν να προωθούν
αντιδημοκρατικές
συμπεριφορές μπορεί να
φαίνεται ευλογία για την
Ουάσιγκτον και τους
εταίρους της, στην
καλύτερη περίπτωση είναι
κάτι ανάμεικτο για όλους
τους εμπλεκόμενους.
ΜΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Η αναπροσανατολισμένη
προσέγγιση της Κίνας
προσφέρει νέες ευκαιρίες
για τις Ηνωμένες
Πολιτείες και τους
εταίρους του G-7, αλλά
για να τις
εκμεταλλευτούν, οι
δημοκρατικοί ηγέτες θα
πρέπει να διαμορφώσουν
μια πολύ πιο προβλεπτική
και συντονισμένη
αναπτυξιακή στρατηγική.
Πρώτον, η υποχώρηση της
Κίνας από τις υποδομές
έδωσε στην Ουάσινγκτον
και στους συμμάχους της
την ευκαιρία να βγουν
μπροστά. Κρίσιμα κενά
στις υποδομές παραμένουν
σε όλο τον κόσμο και
δεδομένων των μικτών
αποτελεσμάτων της χωρίς
προϋποθέσεις
χρηματοδότησης της
Κίνας, οι ηγέτες -και,
το σημαντικότερο, οι
ψηφοφόροι- σε όλο τον
αναπτυσσόμενο κόσμο ίσως
να είναι πιο έτοιμοι να
αποδεχθούν τον δανεισμό
που συνοδεύεται από
μεγαλύτερη λογοδοσία και
σαφέστερα κριτήρια
αναφοράς.
Επιπλέον, πολλοί από
τους συνεχιζόμενους
τομείς-στόχους της BRI,
όπως ο ακαδημαϊκός
τομέας, οι
τηλεπικοινωνίες, και το
εμπόριο, είναι τομείς
στους οποίους οι
βιομηχανικές δημοκρατίες
είναι σε θέση να
ανταγωνιστούν. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες και
οι δημοκρατικοί εταίροι
τους πρέπει να
επενδύσουν πολύ
περισσότερο σε μια κοινή
προσέγγιση για την
οικοδόμηση δεσμών με
χώρες που αγωνίζονται να
διατηρήσουν τις σχέσεις
με την Κίνα σε υγιή βάση
-για παράδειγμα,
προωθώντας το εμπόριο
και τις επιχειρήσεις,
υποστηρίζοντας την
δημοσιογραφία και τις
ακαδημαϊκές ανταλλαγές,
και παρέχοντας
υποτροφίες και τεχνική
κατάρτιση. Η Ουάσινγκτον
και οι εταίροι της θα
μπορούσαν επίσης να
επενδύσουν στην
δημιουργία ενός νέου
ταμείου για την ανάπτυξη
και την δημοκρατία, το
οποίο θα καταδείκνυε την
κοινή επιθυμία όχι μόνο
να στηρίξουν τις φυσικές
υποδομές των
αναπτυσσόμενων χωρών
αλλά και τις
δημοκρατικές υποδομές
τους επίσης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες
και οι εταίροι τους
πρέπει επίσης να
καταβάλλουν περισσότερες
προσπάθειες για την
οικοδόμηση σχέσεων με
μικρότερες χώρες. Ο
συνεχιζόμενος
αναπροσανατολισμός της
BRI από την Κίνα θα
καταστήσει τις χώρες
αυτές περισσότερο, όχι
λιγότερο, σημαντικές για
το Πεκίνο. Παρόλο που η
Κίνα ίσως να
απομακρύνεται από
δεσμεύσεις πολλών
δισεκατομμυρίων δολαρίων
σε μεγάλες
αναπτυσσόμενες
οικονομίες, οι
μικρότερες δεσμεύσεις
μπορούν ακόμη να
αποδώσουν πολλά σε μέρη
όπως οι Νήσοι Σολομώντα
ή η Σερβία. Έχει γίνει
κλισέ στους κύκλους της
εξωτερικής πολιτικής να
λένε ότι οι Ηνωμένες
Πολιτείες και οι εταίροι
τους πρέπει απλώς να
δουλέψουν στο να είναι
απλά παρόντες -αλλά η
αλήθεια είναι ότι η
άχαρη δουλειά της
διατήρησης της παρουσίας
παραμένει ο καλύτερος
τρόπος για να
οικοδομηθεί η
εμπιστοσύνη και οι
σχέσεις που προσφέρουν
κρίσιμες ευκαιρίες.
Τέλος, οι Ηνωμένες
Πολιτείες και οι εταίροι
τους θα πρέπει να
σταματήσουν να
αποφεύγουν την προώθηση
της δημοκρατίας
παράλληλα με την
ανάπτυξη. Πράγματι, η
Υπηρεσία Διεθνούς
Ανάπτυξης των Ηνωμένων
Πολιτειών (United States
Agency for International
Development, USAID) έχει
ήδη ξεκινήσει να βαδίζει
προς αυτήν την
κατεύθυνση˙ παράλληλα με
την Σύνοδο Κορυφής για
την Δημοκρατία της
κυβέρνησης Μπάιντεν, η
USAID έχει τονίσει εκ
νέου την σημασία των
υγιών δημοκρατικών
θεσμών για την
μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Αλλά πάρα πολλοί από
τους βιομηχανικούς
εταίρους των Ηνωμένων
Πολιτειών διστάζουν να
ενστερνιστούν ανοιχτά ή
να τονίσουν την ιδέα ότι
οι δημοκρατικοί θεσμοί,
όπως τα ανεξάρτητα
δικαστήρια, τα ισχυρά
νομοθετικά σώματα, ο
ελεύθερος Τύπος, και οι
καλά διεξαγόμενες
εκλογές, μπορούν να
επιτρέψουν την ανάπτυξη.
Ορισμένοι αναλυτές έχουν
εκφράσει εδώ και καιρό
την ανησυχία ότι οι
εκκλήσεις για
εκδημοκρατισμό θα
μπορούσαν να θυμίσουν
τις επεμβάσεις των ίδιων
των Ηνωμένων Πολιτειών
κατά την εποχή του
Ψυχρού Πολέμου ή θα
μπορούσαν να αποξενώσουν
χώρες στις οποίες οι
ηγέτες δεν έχουν
δημοκρατικές τάσεις. Όσο
περισσότερο άλλες
δημοκρατίες και μεγάλοι
δωρητές βοήθειας μπορούν
να προσθέσουν την φωνή
τους στην Ουάσιγκτον,
τόσο λιγότερο βάσιμες θα
είναι αυτές οι
ανησυχίες. Οι Ηνωμένες
Πολιτείες, οι οποίες από
μόνες τους
διατυμπανίζουν τα οφέλη
της δημοκρατίας, θα
μπορούσαν εύκολα να
απορριφθούν ως προϊόν
ψυχροπολεμικής
νοοτροπίας˙ εάν ένας
συνασπισμός δημοκρατιών
που εκτείνεται από τον
Καναδά έως την Ιαπωνία
κάνει το ίδιο, θα ήταν
πολύ πιο δύσκολο να
απορριφθεί.
Όσο πιο γρήγορα οι
υπεύθυνοι χάραξης
πολιτικής αναγνωρίσουν
την μεταβαλλόμενη διεθνή
στρατηγική της Κίνας και
αναδιαμορφώσουν την δική
τους προσέγγιση, τόσο το
καλύτερο. Το
κόμμα-κράτος της Κίνας
μαθαίνει γρήγορα αυτό
που ανακάλυψαν οι
Ηνωμένες Πολιτείες μετά
την ανάδειξή τους σε
υπερδύναμη: ότι το να
αλλάξεις άλλες κοινωνίες
είναι μια περίπλοκη,
μπερδεμένη υπόθεση, και
ότι η προσπάθεια να
γίνει μέσω μεγάλων
εισροών μετρητών μπορεί
να αποβεί επιζήμια. Ο
τρόπος με τον οποίο το
Πεκίνο εφαρμόζει αυτά τα
διδάγματα και το κατά
πόσον θα επιτύχει στην
επιδίωξή του για ισχύ,
παραμένει ένα από τα πιο
πιεστικά ερωτήματα για
την δημοκρατία σε
παγκόσμιο επίπεδο.
Εναπόκειται στις
Ηνωμένες Πολιτείες και
τους δημοκρατικούς
εταίρους τους να
αναπτύξουν τις δικές
τους απαντήσεις -και να
τις καταστήσουν όσο το
δυνατόν πιο
αποτελεσματικές.
Ο MATT SCHRADER και ο J.
MICHAEL COLE είναι
σύμβουλος για την Κίνα
και ανώτερος σύμβουλος
για την Κίνα,
αντίστοιχα, στο Διεθνές
Ρεπουμπλικανικό
Ινστιτούτο
(International
Republican Institute,
IRI). Είναι οι
επικεφαλής ερευνητές της
πρόσφατης έκθεσης του
IRI με τίτλο Coercion,
Capture, and Censorship:
Case Studies on the
CCP’s Quest for Global
Influence [1].
Foreign Affairs
https://foreignaffairs.gr/articles/74021/matt-schrader-kai-j-michael-cole/i-kina-den-exei-egkataleipsei-tin-protoboylia-%C2%ABzoni-kai-odos%C2%BB?page=show
https://www.foreignaffairs.com/china/china-hasnt-given-belt-and-road |