|
Με προϊόντα για κάθε
γούστο, για κάθε ώρα της
ημέρας και για κάθε
πορτοφόλι, Coca-Cola
Τρία
Έψιλον, Carlsberg (Ολυμπιακή
Ζυθοποιία), Heineken (Αθηναϊκή
Ζυθοποιία) και PepsiCo,
επιδιώκουν να ενισχύσουν
περαιτέρω το «αποτύπωμα»
τους στον ευρύτερο κλάδο
των ποτών με τον
ανταγωνισμό να
«κοκκινίζει».
Η «επίθεση» της
Coca-Cola 3E με καφέ και
μπύρα
Κυρίαρχη στα αναψυκτικά
και χτίζοντας μεθοδικά
ένα απολύτως
ολοκληρωμένο
χαρτοφυλάκιο προϊόντων
παραγωγής και διανομής,
τα οποία καλύπτουν τις
ανάγκες των καταναλωτών
24/7, η Coca-Cola Τρία
Έψιλον θέτει ακόμη ένα
φιλόδοξο στόχο: να
αυξήσει το μερίδιο
αγοράς της στον κλάδο
του καφέ στο 10% στην
Ελλάδα και σε λίγα
χρόνια να αποκτήσει
ηγετικά μερίδια.
Όπως ανέφερε χθες η κα
Μαρία
Αναργύρου-Νίκολιτς,
γενική διευθύντρια της
Coca-Cola Τρία Έψιλον
για Ελλάδα και Κύπρο, σε
εκδήλωση για το επίσημο
λανσάρισμα της ιστορικής
φίρμας Caffè Vergnano,
το
ιταλικό brand βρίσκεται
ήδη σε 100 σημεία στην
αγορά HORECA, με στόχο
τα 300 καταστήματα έως
το τέλος του 2023 και τα
1.000 σε βάθος τριετίας.
Σημειώνεται ότι το
ιταλικό σήμα προϋπήρχε
μέσω αντιπροσώπου στην
Ελλάδα πριν την εξαγορά
του 30% από την
Coca-Cola 3E.
Στην κατηγορία καφέ η
Coca-Cola 3E διαθέτει
και το σήμα Costa
Coffee, που μέσα σε δύο
χρόνια έχει αποκτήσει
παρουσία σε 500
καταστήματα στον κλάδο
του HORECA, ενώ
διανέμεται και μέσω των
σούπερ μάρκετ, με
μερίδιο αγοράς της τάξης
του 5,5% στις κάψουλες
και 8% στον αλεσμένο
καφέ 8%, με στόχο και
στις δύο περιπτώσεις να
φτάσουν σύντομα το 10%.
Υπενθυμίζεται ότι η
εταιρεία προχώρησε στην
εξαγορά του 30% του
Caffè Vergnano τον
Ιούνιο του 2021 και ήδη
έχει ξεκινήσει το
λανσάρισμα εκτός από την
Ελλάδα και σε άλλες 13
χώρες (Βουλγαρία,
Ρουμανία, Μαυροβούνιο,
Αυστρία, Σλοβενία κ.ά.).
Πάντως η Coca-Cola Τρία
Έψιλον δεν σκοπεύει να
αναπτύξει με ιδιόκτητα
καταστήματα το format
που διαθέτει η Caffè
Vergnano στην καφεστίαση
(Caffè Vergnano 1882),
αλλά θα υπάρξουν embassy
outlets, δηλαδή σημεία
που προβάλουν την γκάμα
των προϊόντων και την
αισθητική της ιταλικής
φίρμας.
Την ίδια ώρα, εκτός από
τη δυναμική είσοδο στην
κατηγορία του καφέ η
εταιρεία «μπαίνει» και
στην μπύρα. Από την 1η
Ιανουαρίου 2023 έχει
αναλάβει τη διανομή για
τη χώρα μας των σημάτων
μπύρας της μεγαλύτερης
ζυθοποιίας στον κόσμο,
της AB InBev.
Με 400 σήματα, όπως
Corona, Budweiser, Bud
Light, Beck’s, Leffe,
αλλά και Löwenbräu και
Stella Artois, δύο
μπύρες που παράγονταν
κάποια στιγμή στην
Ελλάδα στο εργοστάσιο
της Ελληνικής Ζυθοποιίας
Αταλάντης, η διανομή των
προϊόντων της AB InBev
στην Ελλάδα γινόταν
κυρίως από εταιρείες που
ήταν εξειδικευμένες στα
αλκοολούχα ποτά, με την
Β.Σ. Καρούλιας να είχε
την αντιπροσωπεία την
τελευταία τριετία.
Αυξάνεται ο ανταγωνισμός
Με την προσθήκη της
μπύρας στο χαρτοφυλάκιό
της η Coca-Cola Τρία
Έψιλον γίνεται ευθέως
ανταγωνιστική στο
κομμάτι αυτό με τις δύο
κυρίαρχες ζυθοποιίες
στην εγχώρια αγορά: την
Αθηναϊκή Ζυθοποιία και
της Ολυμπιακή Ζυθοποιία.
Μάλιστα με την Αθηναϊκή
Ζυθοποιία κατά τι
περισσότερο, καθώς η
τελευταία έχει προσθέσει
στο χαρτοφυλάκιό της και
αλκοολούχα ποτά,
αναλαμβάνοντας για την
ελληνική αγορά τη
διανομή των premium
προϊόντων του ομίλου
Bacardi (Bacardi,
Dewar’s, Martini, Bombay
Sapphire, Grey Goose).
Θυμίζουμε ότι η
Coca-Cola 3E έχει ήδη
«μπει» στη διανομή
αλκοολούχων ποτών (The
Famous Grouse, Jack
Daniel’s, βότκα
Finlandia, Campari,
Aperol, Cinzano, το ούζο
Πλωμαρίου και το
τσίπουρο Δεκαράκι).
Ταυτόχρονα, η Αθηναϊκή
Ζυθοποιία, μέσω της
παραγωγής μηλίτη, έχει
βλέψεις εδώ και χρόνια
στην ευρύτερη κατηγορία
των μη αλκοολούχων.
Εν τω μεταξύ στη μονάδα
παραγωγής της Ολυμπιακής
Ζυθοποιίας, στη Σίνδο
έχει ξεκινήσει ήδη την
παραγωγή της μπύρας
Carlsberg, του βασικού
brand του ομίλου
Carlsberg, σε κουτί των
330 ml και των 500 ml,
καθώς και σε όλους τους
τύπους βαρελιών (Draught
Master Flex & Modular
και μεταλλικό keg).
Η έναρξη της παραγωγής
της μπύρας
Carlsberg… made in Greece,
σηματοδοτεί και μία
μεγαλύτερη ενεργοποίηση
του brand στην ελληνική
αγορά, καθώς το προϊόν
θα κυκλοφορήσει εκ νέου
και σε κουτί στη χώρα
μας.
Στα επίπεδα του 2019 η
παραγωγή μπύρας
Με 71 ζυθοποιίες ενεργές
από μόλις 28 το 2015, η
αγορά της μπύρας στην
Ελλάδα «έπιασε» το 2021
την παραγωγή του 2019
μετά το «διάλειμμα» της
πανδημίας και των
lockdown.
Με βάση τα στοιχεία της
ευρωπαϊκής ομοσπονδίας
ζυθοποιών «Brewers of
Europe», η παραγωγή του
2021 ήταν 4.019.000
εκατόλιτρα από 3.377.000
εκατόλιτρα το 2020 και
4.075.000 εκατόλιτρα το
2019.
Η έντονη τουριστική
κίνηση και η επαναφορά
του καναλιού «on trade»
(clubs, bars, café,
ξενοδοχεία κ.ά.) στην
προ πανδημίας
κανονικότητα αύξησαν την
κατανάλωση του ζύθου στα
32 λίτρα κατά κεφαλή το
2021, αριθμός που το
2022 εκτιμάται ότι έχει
ανέβει υψηλότερα.
Ανοδικά κινήθηκαν και οι
εξαγωγές μπύρας στα
752.000 εκατόλιτρα το
2021 από 604.000
εκατόλιτρα το 2020.
Ενδιαφέρον έχει και το
γεγονός ότι οι
μικροζυθοποιίες στη χώρα
μας αυξάνονται και
πληθύνονται. Από 15 που
ήταν το 2015 το 2021
έφθασαν τις 47.
Ανακατεύεται η τράπουλα
στην αγορά των
αναψυκτικών
Η ανακοίνωση του ομίλου
Carlsberg ήρθε μια μέρα
μετά την ανακοίνωση του
πολυεθνικού γίγαντα των
αναψυκτικών PepsiCo για
τον «επαναπατρισμό» του
σήματος «ΗΒΗ» σε
αλουμινένιο κουτί, το
οποίο θα παράγεται από
την ΕΨΑ, ενώ θα
ακολουθήσουν τα
αναψυκτικά σε pet και
γυαλί στο ιστορικό
εργοστάσιο του
Λουτρακίου υπό την NU
Aqua.
Η προσαρμογή της γεύσης
στην πορτοκαλάδα της,
ώστε να είναι πιο κοντά
στις γευστικές
προτιμήσεις των Ελλήνων,
ο επανασχεδιασμός των
συσκευασιών ΗΒΗ, αλλά
και η συμμετοχή της από
αύριο, για πρώτη φορά
στην ιστορία της, στην
έκθεση HoReCa, είναι
κάποιες κινήσεις που
δείχνουν ότι η PepsiCo
επιδιώκει να γίνει πιο
ενεργή στην ελληνική
αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι η
Ολυμπιακή Ζυθοποιία έχει
«επεκταθεί» πέρα από τον
μηλίτη και στην αγορά
των flavored αναψυκτικών
μέσω της Tuborg, ενώ
επίσης μέσω της
παραγωγής μηλίτη και
Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχει
έμμεσες βλέψεις στην
ευρύτερη κατηγορία των
μη αλκοολούχων.
Μόνο στα σούπερ μάρκετ
οι συνολικές πωλήσεις
αναψυκτικών το 2022
ανήλθαν στα 193 εκατ.
ευρώ, όταν στη διεθνή
αγορά η κατηγορία
εκτιμάται ότι θα
αυξάνεται με ρυθμούς
ανάπτυξης 5,76% για το
διάστημα 2022-2027, ενώ
οι ΗΠΑ ήταν η κύρια πηγή
εσόδων το 2022 με 297,5
δισ. δολάρια.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |