Χθες, Παρασκευή, το
βράδυ, οι Financial
Times ανέφεραν,
επικαλούμενοι ανώνυμες
πηγές, πως η UBS, η
μεγαλύτερη ελβετική
τράπεζα, βρίσκεται σε
συνομιλίες για την πλήρη
ή μερική εξαγορά της
αντιπάλου της, με τις
ευλογίες των ελβετικών
ρυθμιστικών αρχών.
Η ελβετική κεντρική
τράπεζα (BNS) «επιθυμεί
μια απλή λύση πριν
ανοίξουν οι αγορές τη
Δευτέρα», διαβεβαιώνει η
επιχειρηματική
εφημερίδα, η οποία
αναγνωρίζει πως δεν
είναι βέβαιο ότι θα
καταστεί δυνατό να
βρεθεί μια συμφωνία.
Ούτε η Credit Suisse
ούτε η BNS θέλησαν να
σχολιάσουν στο Γαλλικό
Πρακτορείο. Η UBS και η
η ελβετική ρυθμιστική
αρχή της χρηματαγοράς
(Finma) δεν απάντησαν
άμεσα σε αιτήματα για
σχολιασμό.
Σίγουρα η Credit Suisse
δεν είναι ακριβή. Έπειτα
από μια μαύρη εβδομάδα
στο Χρηματιστήριο, η
οποία εξανάγκασε την
κεντρική τράπεζα να
δανείσει 50 δισεκ.
ελβετικά φράγκα (50,4
δισεκ. ευρώ) για να
δώσει μια ανάσα στη
τράπεζα της Ζυρίχης και
να καθησυχάσει τις
αγορές, δεν άξιζε κατά
το χθεσινοβραδινό
κλείσιμο του
χρηματιστηρίου παρά
μόλις λίγο περισσότερο
από 8 δισεκατομμύρια
ελβετικά φράγκα (8,1
δισεκ. ευρώ).
Όμως μια εξαγορά αυτού
του μεγέθους είναι
φοβερά περίπλοκη, πολύ
περισσότερο που στην
προκειμένη περίπτωση
επείγει.
Και μολονότι οι δύο
ρυθμιστικές αρχές
υπογραμμίζουν πως «η
Credit Suisse ικανοποιεί
τις απαιτήσεις για το
κεφάλαιο και τη
ρευστότητα που
επιβάλλονται στις
τράπεζες συστημικής
σημασίας», η άνοδος των
ασφαλίστρων πιστωτικού
κινδύνου της τράπεζας,
των CDS (Credit default
swaps), είναι μια
ένδειξη έλλειψης
εμπιστοσύνης.
- Εξαγορά, αλλά ποιού
πράγματος; -
Η Credit Suisse πέρασε
δύο χρόνια που
σηματοδοτήθηκαν από
σκάνδαλα, τα οποία
αποκάλυψαν, καθ'
ομολογίαν μάλιστα της
διεύθυνσης, «ουσιαστικές
αδυναμίες» στον
«εσωτερικό έλεγχό» της.
Η Finma την είχε
κατηγορήσει ότι
«παρέλειψε τις
υποχρεώσεις της για
έλεγχο» στην υπόθεση της
χρεοκοπίας της
χρηματοοικονομικής
εταιρείας Greensill, η
οποία σηματοδότησε την
αρχή των προβλημάτων.
Το 2022, η τράπεζα είχε
καθαρή ζημιά 7,3 δισεκ.
ελβετικά φράγκα, με
φόντο μαζικές αναλήψεις
χρημάτων από τους
πελάτες της. Αναμένει
και φέτος ότι θα έχει
«σημαντική» ζημιά προ
φόρων.
«Είναι μια τράπεζα που
μοιάζει ότι δεν θα
μπορέσει ποτέ να
ξαναβάλει σε τάξη τον
οίκο της», είχε
σημειώσει ο Κρις Μποσάν,
αναλυτής στην IG, σε
σχόλιό του αυτή την
εβδομάδα.
Όσο για την UBS, πέρασε
χρόνια για να ανακάμψει
αφού φλέρταρε με την
καταστροφή στη διάρκεια
της κρίσης του 2008. Και
δεν είναι σίγουρο πως θα
θελήσει να ξεκινήσει μια
νέα αναδιάρθρωση τώρα
που αρχίζει να δρέπει
τους καρπούς των
προσπαθειών της.
Το σενάριο της εξαγοράς
της Credit Suisse από
μια τράπεζα είχε επίσης
αναφερθεί αυτή την
εβδομάδα από τους
αναλυτές της J.P.
Morgan, «με την UBS ως
εν δυνάμει επιλογή».
Με δεδομένο το βάρος
μιας ένωσης, οι αναλυτές
εκτιμούν πως ο ελβετικός
κλάδος της Credit
Suisse, ο οποίος
περιλαμβάνει την τράπεζα
λιανικής και τα δάνεια
στις μικρομεσαίες
επιχειρήσεις, θα
μπορούσε να εισαχθεί στο
Χρηματιστήριο ή να
αποσχισθεί.
Αυτός θα ήταν επίσης
ένας τρόπος για να
αποφευχθούν μαζικές
απολύσεις εργαζομένων
στην Ελβετία εξαιτίας
αναπόφευκτων επικαλύψεων
δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με τους FT, θα
μπορούσε τότε να
παραχωρηθεί στην UBS ή
σε κάποιον άλλο υποψήφιο
μόνο η διαχείριση
κεφαλαίων και
περιουσιών.
Ένα άλλο εμπόδιο σε μια
συγχώνευση είναι η
Επιτροπή Ανταγωνισμού,
εκτιμά ένας πρώην
επικεφαλής της Finma, ο
Εζέν Αλτινέ, σε
συνέντευξή του στον
όμιλο CH Media. «Η
Επιτροπή Ανταγωνισμού θα
έβλεπε αναμφίβολα
σημαντικά εμπόδια επειδή
τα δύο ιδρύματα έχουν
δεσπόζουσα θέση στην
αγορά», εξηγεί.
- Πιο γρήγορα, πιο
δυνατά -
Την Τετάρτη, με τη
βοήθεια της κεντρικής
τράπεζας, η Credit
Suisse κέρδισε «πολύτιμο
χρόνο», εκτιμούν οι
αναλυτές της
Morningstar, οι οποίοι
κρίνουν εντούτοις πως η
αναδιάρθρωσή της ήταν
«υπερβολικά περίπλοκη»
και δεν προχώρησε
«αρκετά μακριά» ώστε να
καθησυχάσει
χρηματοδότες, πελάτες
και μετόχους.
Προτείνουν μεταξύ άλλων
να πουλήσει η Credit
Suisse τη μεσιτική
δραστηριότητα, από την
οποία χάνει χρήματα.
Οι αναλυτές της
αμερικανικής τράπεζας
J.P. Morgan εξετάζουν
από την πλευρά τους μια
ριζική επιλογή που
έγκειται στο «να κλείσει
εντελώς» τη
δραστηριότητα της
επενδυτικής τράπεζας.
Στα τέλη Οκτωβρίου, η
Credit Suisse παρουσίαε
ένα ευρύ σχέδιο
αναδιάρθρωσης που
περιλάμβανε την
κατάργηση 9.000 θέσεων
εργασίας μέχρι το 2025,
δηλαδή πάνω από το 17%
του εργατικού δυναμικού
της.
Η τράπεζα, η οποία στα
τέλη Οκτωβρίου
απασχολούσε 52.000
εργαζομένους, επιδιώκει
να επικεντρωθεί στις πιο
σταθερές δραστηριότητές
της και να μεταμορφώσει
ριζικά την
επιχειρηματική τράπεζά
της. |