Έχοντας επιλέξει
διαφορετικές
στρατηγικές, και οι δύο
χώρες κατάφεραν να
μειώσουν τα κόκκινα
δάνεια κάτω από το
φράγμα του 5% και το
δεύτερο κύμα των NPLs
που αναμενόταν δεν έχει
εμφανιστεί. Αυτή τη
στιγμή, τόσο στην Ελλάδα
όσο και στην Κύπρο, η
εξυπηρέτηση των κόκκινων
δανείων βρίσκεται στα
χέρια μιας μικρής ομάδας
από servicers και η
πλειοψηφία των business
plans δεν έχει
καταρτιστεί ακόμα.
Σύμφωνα με την DBRS (την
έκθεση παρουσιάζει το
Money Review), το
επόμενο βήμα θα μπορούσε
να είναι οι πωλήσεις
χαρτοφυλακίων από τις
υπάρχουσες δομές.
Οι διαφορές με την Κύπρο
Το πρόβλημα με τα
κόκκινα δάνεια στην
Κύπρο υπήρξε πολύ
μικρότερο, καθώς τα
στοιχεία της κεντρικής
τράπεζας δείχνουν ότι
αυτά ανέρχονταν στα 20,6
δισ. ευρώ το 2017, με
αποτέλεσμα η εξυγίανση
των χαρτοφυλακίων να
γίνει γρηγορότερα.
Η ανάκληση της
τραπεζικής άδειας της
Cyprus Cooperative Bank
τον Αύγουστο του 2018
και η μετατροπή της
μονάδας που απέμεινε
μετά την πώληση
περιουσιακών στοιχείων
και υποχρεώσεων σε μία
εταιρεία asset
management που
ονομάστηκε ΚΕΔΙΠΕΣ είχε
σημαντική επίδραση στα
κόκκινα δάνεια που
βρίσκονταν στα χέρια του
τραπεζικού συστήματος,
καθώς αυτά μειώθηκαν
σχεδόν στο μισό, στα 11
δισ. ευρώ, έως τον
Σεπτέμβριο του 2018.
Έπειτα από αρκετές
πωλήσεις σε ξένα
επενδυτικά funds, το
ποσό διαμορφώνεται στα
2,3 δισ. ευρώ.
Αντίθετα, στην Ελλάδα, η
PQH Single Special
Liquidation (που ανήκε
από κοινού στις PwC
Business Solutions,
Qualco και Hoist Kredit
Aktiebolag) ιδρύθηκε το
2016 για να λειτουργήσει
ως ειδικός εκκαθαριστής
σε όλα τα πιστωτικά και
χρηματοοικονομικά
ιδρύματα υπό ειδική
εκκαθάριση, καλύπτοντας
περίπου 20 τράπεζες.
Όμως, όπως επισημαίνει η
DBRS, το σχήμα αυτό δεν
είχε μεγάλη επίδραση στη
μείωση των κόκκινων
δανείων, κυρίως εξαιτίας
της συγκέντρωσης της
ελληνικής τραπεζικής
αγοράς, όπου οι τέσσερις
συστημικές τράπεζες
ελέγχουν το 95,7% της
αγοράς χορηγήσεων.
Όταν δημιουργήθηκε ο
Ηρακλής, το τέταρτο
τρίμηνο του 2019, η
ονομαστική αξία των NPLs
των ελληνικών τραπεζών
ήταν 73,6 δισ. ευρώ, στο
40% του συνόλου των
δανείων.
Με την υλοποίηση αυτού
του σχεδίου, η μείωση
των κόκκινων δανείων
υπήρξε πολύ γρηγορότερη,
στο 12,1% το 2021 και
στο 8,2% το 2022.
Τα στοιχεία του
υπουργείου Οικονομικών
δείχνουν ότι τα ομόλογα
που έχουν την εγγύηση
του Ηρακλή κορύφωσαν στα
18,5 δισ. ευρώ το
τέταρτο τρίμηνο του 2021
και μειώθηκαν στα 17,7
δισ. ευρώ έως το πρώτο
τρίμηνο του 2023.
Στην Ελλάδα, η ευθύνη
για την διευθέτηση των
κόκκινων δανείων
μεταφέρθηκε από τις
τράπεζες στις 23
εταιρείες εξυπηρέτησης
δανείων που λειτουργούν
στη χώρα. Τα στοιχεία
της ΤτΕ δείχνουν ότι τα
δάνεια στα χέρια των
servicers ανέρχονταν στα
τέλη Δεκεμβρίου του 2022
στα 70,7 δισ. ευρώ (σε
ονομαστική αξία), έναντι
79,7 δισ. ευρώ που ήταν
τον Δεκέμβριο του 2021
και έχοντας κορυφώσει
στα 87,7 δισ. ευρώ στα
τέλη Μαρτίου του 2022.
Εάν υποτεθεί ότι δεν
υπήρξαν νέες προσθήκες,
αυτό σημαίνει ότι
κόκκινα δάνεια 17 δισ.
ευρώ (το ποσό
αντιστοιχεί στο 19% του
συνόλου, στα υψηλά του)
διευθετήθηκαν από τον
Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο
του 2022.
Βέβαια, όπως σημειώνει η
DBRS, παρότι υπάρχουν 23
servicers στην Ελλάδα, η
πλειοψηφία των μη
εξυπηρετούμενων δανείων
βρίσκεται στα χέρια μιας
μικρής ομάδας, που
αποτελείται από τις
doValue, Intrum, Cepal
και Quant. |