Οι αναλυτές της Capital
Economics (την έκθεση
παρουσιάζει το MR)
εκτιμούν ότι οι
πρόσφατοι τριγμοί στον
τραπεζικό κλάδο δεν
επηρεάζουν ιδιαίτερα τις
προοπτικές της
νομισματικής πολιτικής
στην Ευρωζώνη.
Ενώ υπήρξαν σημαντικές
εκροές τραπεζικών
καταθέσεων στο τελευταίο
πεντάμηνο (έως και τον
Φεβρουάριο), αυτές
οφείλονταν περισσότερο
στα υψηλότερα επιτόκια
παρά στην απώλεια της
εμπιστοσύνης στις
τράπεζες. Όπως
επισημαίνουν οι
αναλυτές, οι εκροές
καταθέσεων ήταν σε
μεγάλο βαθμό αντίστοιχες
με τις εισροές σε
ομόλογα τα οποία
εκδόθηκαν από τράπεζες.
Επιπλέον, κατά τις
τελευταίες εβδομάδες δεν
κατέρρευσε κάποια
τράπεζα στην Ευρωζώνη,
σε αντίθεση με ό,τι
συνέβη στις ΗΠΑ και την
Ελβετία. Η Capital
Economics προσθέτει,
επίσης, ότι οι τιμές των
μετοχών των τραπεζών της
Ευρωζώνης παραμένουν
υψηλότερες από ό,τι ήταν
στις αρχές του έτους.
Και η τελευταία έρευνα
του γερμανικού
ινστιτούτου Ifo έδειξε
ότι το μερίδιο των
επιχειρήσεων που
δυσκολεύονται να
εξασφαλίσουν δάνεια
μειώθηκε το πρώτο
τρίμηνο του έτους,
ενδεχομένως γιατί η
μεγάλη πτώση στις τιμές
του φυσικού αερίου έχει
βελτιώσει τις προοπτικές
των γερμανικών
εταιρειών. Το Ifo
επισημαίνει, μάλιστα,
ότι οι απαντήσεις στην
έρευνα δεν άλλαξαν
αφότου ξεκίνησε η
τραπεζική αναταραχή.
Συνεπώς, η Capital
Economics επιμένει στην
πρόβλεψή της για αύξηση
των επιτοκίων από την
ΕΚΤ έως το 4%.
Σημειώνεται ότι ο οίκος
βλέπει τα επιτόκια της
ΕΚΤ σε υψηλά επίπεδα,
παρά τις απαισιόδοξες
προβλέψεις του για την
οικονομία της Ευρωζώνης.
Οι αναλυτές έχουν
παραδεχθεί ότι οι
εκτιμήσεις τους είναι
πολύ χειρότερες από το
consensus για τα επόμενα
δύο χρόνια,
χαρακτηρίζοντας πιθανή
μία ύφεση. Η άποψή τους
αυτή αποδίδεται κυρίως
στη σύσφιγξη της
νομισματικής πολιτικής
και των συνθηκών
δανεισμού.
Η Capital Economics
περιμένει μείωση της
κατανάλωσης των
νοικοκυριών λόγω της
πτώσης των διαθέσιμων
εισοδημάτων καθώς και
μείωση των επενδύσεων.
Έτσι, ο πληθωρισμός
αναμένεται να υποχωρήσει
απότομα, όμως ο δομικός
πληθωρισμός θα σημειώσει
πολύ πιο αργή
αποκλιμάκωση. |