Σύμφωνα
με τη στρατηγική
χρηματοδότησης που
δημοσίευσε ο Οργανισμός
Διαχείρισης Δημοσίου
Χρέους, οι δανειακές
ανάγκες της χώρας για το
2023 διαμορφώνονται στα
15,4 δισ. ευρώ περίπου,
με τα 7,2 δισ. ευρώ να
αφορούν τις αποπληρωμές
χρέους, τα 4,7 δισ. ευρώ
τις πληρωμές τόκων, τα
0,8 δισ. ευρώ τις
πρόωρες αποπληρωμές και
τα 4,5 δισ. ευρώ άλλες
υποχρεώσεις, τη στιγμή
που το πρωτογενές
πλεόνασμα θα διαμορφωθεί
στο 1,7 δισ. ευρώ.
Το
«κενό» των 8,4 δισ. ευρώ
περίπου (έπειτα από τα
τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ
που θα αντληθούν από τις
αγορές) θα καλυφθεί από
μέρος των εισροών από το
Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς
και από άλλες εισροές
κεφαλαίων οι οποίες
«μεταφέρονται» από το
2022 (4,2 δισ. ευρώ), τα
έσοδα από τις
ιδιωτικοποιήσεις (2 δισ.
ευρώ) και από τη χρήση
2,2 δισ. ευρώ από τα
ταμειακά διαθέσιμα, ενώ
το χρέος αναμένεται να
αυξηθεί οριακά, κατά
περίπου 800 εκατ. ευρώ
και στα 355,7 δισ. ευρώ
περίπου.
Ετσι, τα
ταμειακά διαθέσιμα, από
περίπου 30,6 δισ. ευρώ
φέτος, το 2023 θα
κινηθούν περίπου στα 28
δισ. ευρώ το 2023. Εάν
το ελληνικό Δημόσιο
προχωρήσει στην έκδοση
πράσινου ομολόγου για
την άντληση περίπου 1
δισ. ευρώ –η οποία
αναβλήθηκε το 2022 λόγω
της αβεβαιότητας και της
ακραίας μεταβλητότητας
στις αγορές–, η μείωση
των ταμειακών διαθεσίμων
θα είναι συνεπώς
μικρότερη και η εκδοτική
δραστηριότητα θα
«ανέβει» στα περίπου 8
δισ. ευρώ.
Οπως
τονίζει ο ΟΔΔΗΧ, η
στρατηγική
χρηματοδότησης θα
επικεντρωθεί στη συνεχή
παρουσία στις διεθνείς
αγορές χρέους,
συνοδευόμενη από τη
μείωση του δείκτη χρέους
προς ΑΕΠ, την προληπτική
διαχείριση του
χαρτοφυλακίου χρέους και
τη διατήρηση ενός
σημαντικού ταμειακού
αποθέματος.
Οι
ακαθάριστες
χρηματοδοτικές ανάγκες
της Ελλάδας παρέμειναν
περίπου στο 15% του ΑΕΠ
το 2022, κοντά στον μέσο
όρο της Ευρωζώνης, και
θα παραμείνουν πολύ κάτω
από το 15% στη συνέχεια.
Παράλληλα εκτιμάται πως
το κόστος εξυπηρέτησης
του χρέους (ετήσιο μέσο
σταθμικό επιτόκιο) θα
κινηθεί στο 1,2% και θα
παραμείνει σταθερό σε
αυτά τα επίπεδα το
2023-2026, ενώ θα
αυξηθεί στο 2,7% κατά
μέσον όρο από το 2027
και μετά (έως το 2060),
καθώς ο ΟΔΔΗΧ στους
υπολογισμούς του
λαμβάνει υπόψη την
ενεργοποίηση των
εγγυήσεων του «Ηρακλή»
αλλά και τα πρωτογενή
πλεονάσματα τα οποία θα
κινηθούν στο 2,1% του
ΑΕΠ κατά μέσον όρο το
συγκεκριμένο διάστημα,
τα οποία και θα είναι
ίσα με το ποσό κάλυψης
των τόκων του χρέους.
Αξίζει
να σημειωθεί πως λόγω
των στρατηγικών
διαχείρισης
χαρτοφυλακίου και
ταμειακής διαχείρισης τα
τελευταία χρόνια, η
Ελλάδα έχει καταφέρει
όχι μόνο να
αντισταθμίσει αλλά και
να υπερ-αντισταθμίσει
τον επιτοκιακό κίνδυνο. |