|
Οι υψηλές επιδόσεις
έχουν ήδη βάλει στην
πρίζα επενδύσεις για
την αύξηση της χωρητικότητας του Ελευθέριος
Βενιζέλος ως
τους 50
εκατ. επιβάτες ετησίως το
2046. Σύμφωνα με τα
μοντέλα που έτρεξε η
IATA, η επιβατική κίνηση
εξωτερικού στον Διεθνή
Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ) θα
αυξάνεται με μέσο
ετήσιο ρυθμό 3,1% το
διάστημα ως το 2046,
δηλαδή στη λήξη της
υφιστάμενης σύμβασης
παραχώρησης. Τον
τελευταίο χρόνο, θα
φτάσει στους 31,4
εκατ. διεθνείς επιβάτες.
Αντίστοιχα, η κίνηση
εσωτερικού θα αυξάνεται
με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,1% την
ίδια περίοδο φθάνοντας
τους 121 εκατ. επιβάτες
το 2046. Ο αριθμός των
πτήσεων θα αυξάνεται με
μέσο ετήσιο ρυθμό 1,9%,
φθάνοντας τις 291.100
πτήσεις το
τελευταίο έτος.
Master Plan ανάπτυξης σε
τρεις φάσεις
Οι επενδύσεις στις υποδομές του
αεροδρομίου, ώστε να
ανταποκρίνονται στην
αύξηση της κίνησης, θα
γίνουν σε τρεις
φάσεις. Οι
κεφαλαιουχική δαπάνη για
τις δύο πρώτες
υπολογίζεται σε 1,35
δισ. ευρώ. Η
πρώτη φάση, το σχέδιο 33MAP,
θα αυξήσει τη
χωρητικότητα από
τα 26 εκατ. επιβάτες που
είναι σήμερα σε
33 εκατ. ετησίως.
Πρόκειται για το
επενδυτικό πλάνο που
ενεργοποιήθηκε το 2018
και «πάγωσε» απότομα
εξαιτίας της πανδημίας.
Ο καθοριστικός μήνας
ήταν ο Απρίλιος
του 2023, καθώς
η επιβατική κίνηση
έπιασε το 95% της
δυναμικότητας του
αερολιμένα και πατήθηκε
ξανά το «κουμπί» του
σχεδιασμού. Ως
αποτέλεσμα της αναβολής
της επέκτασης, το σχέδιο
βρίσκεται ένα βήμα
μπροστά, αφού το 2019 έγινε εκτίμηση
των περιβαλλοντικών
επιπτώσεων.
Ειδικότερα, στην πρώτη
φάση θα
επεκταθεί το υφιστάμενο
τέρμιναλ κατά
περίπου 81.000
τ.μ.,περιλαμβάνοντας νέες
αίθουσες επιβατών και θέσεις
επιβίβασης με
λεωφορεία, επέκταση του
χώρου check-in,
νέας αίθουσας διαλογής
αποσκευών και νέους
χώρους για εμπορικά
καταστήματα και γραφεία.
Ακόμη, θα αναπτυχθεί
νέα πίστα
στάθμευσης 32 αεροσκαφών, δύο
νέες φυσούνες,
ένας σταθμός
εξυπηρέτησης αεροσκαφών
και ένα νέο VIP
τέρμιναλ. Ακόμη θα
κατασκευαστεί νέο πολυώροφο
πάρκινγκ.
Οι εργασίες αναμένεται
να ξεκινήσουν τέλη
του 2024 με αρχές του
2025 και να
ολοκληρωθούν το 2028.
Θα απαιτηθεί μία
επένδυση ύψους 650
εκατ. ευρώ (σε
τιμές 2022).
Νέο τέρμιναλ από το 2045
Η κλεψύδρα για τη δεύτερη
φάση των
επενδύσεων θα γυρίσει
όταν το αεροδρόμιο
πιάσει τους 29,7
εκατ. επιβάτες.
Ο σχεδιασμός για το 40MAP,
που θα αυξήσει τη
χωρητικότητα στους 40
εκατ. επιβάτες ετησίως.
Εκτιμάται ότι θα
απαιτηθούν 700
εκατ. ευρώ και
θα περιλαμβάνει
περαιτέρω επέκταση
του κεντρικού τερματικού
σταθμού, καθώς
και των χώρων επιβατών
και των εμπορικών
καταστημάτων. Θα
κατασκευαστεί και νέα
πίστα στάθμευσης
αεροσκαφών, νέα γέφυρα
εξυπηρέτησης και νέα
γέφυρα ταξί. Εκτιμάται
ότι αυτή η φάση θα
ολοκληρωθεί μέχρι τα
μέσα της δεκαετίας του
2030.
Όταν υπερβεί και τους 36
εκατ. επιβάτες,
θα έρθει η ώρα για το 50MAP,
την τελική φάση πριν τη
λήξη της υφιστάμενης
παραχώρησης, που
επιτέλους περιλαμβάνει
και την ανάπτυξη
νέου τερματικού σταθμού ώστε
να μπορεί το αεροδρόμιο
να εξυπηρετεί 50
εκατ. επιβάτες ετησίως.
Εκτιμάται ότι θα
ολοκληρωθεί μέχρι το 2045.
Ως προς το σύστημα
διαδρόμου του
αεροδρομίου, αυτό είναι
σε θέση να υποστηρίξει 50
εκατ. επιβάτες και
δεν προβλέπεται καμία
επένδυση σε
σχέση με πρόσθετους
διαδρόμους μέχρι το
τέλος της τρέχουσας
περιόδου παραχώρησης
τον Ιούνιο
του 2046.
Εντωμεταξύ, ο ΔΑΑ εκτιμά
ότι θα απαιτηθούν περί
τα 700
εκατ. ευρώ για
τη συντήρηση των
εγκαταστάσεων κατά τη
διάρκεια της
παραχώρησης. Εξ αυτών,
περίπου 170
εκατ. ευρώ, θα
δαπανηθούν σταδιακά τα
επόμενα τρία
χρόνια. Το ποσό
αυτό περιλαμβάνει και
τις απαραίτητες εργασίες
για την επίτευξη των περιβαλλοντικών
στόχων για την κλιματική
ουδετερότητα.
Ακόμη, θα δαπανήσει στην
τριετία, 50
εκατ. ευρώ για
τη βελτιστοποίηση της
δυναμικότητας των
υφιστάμενων
εγκαταστάσεων.
Έντονος ανταγωνισμός
Η πανδημία εκτός
από το μεγαλύτερο σοκ
για τις αερομεταφορές,
αποδείχθηκε και ένα
δυνατό crash test για
το αεροδρόμιο της
Αθήνας. Οι τουριστικές
ροές προς την Ελλάδα
έδειξαν σημαντική
ανάκαμψη από το
καλοκαίρι του 2021, με
το καλοκαίρι του 2022 να
γίνεται δυναμικό come back στο
σύνολο των αερολιμένων.
Μάλιστα φέτος
καταγράφηκε ιστορικό
ρεκόρ επιβατικής
κίνησης, με το
«Ελευθέριος Βενιζέλος»
να φτάνει τους 28,17
εκατ. επιβάτες,
κατά 10,2%
ψηλότερα από το
μέχρι πρότινος
έτος-ρεκόρ που ήταν το 2019.
Όπως προβλέπει η IATA,
η ανάκτηση της δυναμικής
της ελληνικής
αεροπορικής αγοράς το
2023, που θα συνεχίσει
ανοδικά και το 2024, θα
φέρει διεύρυνση
του διηπειρωτικού
δικτύου στα
ελληνικά αεροδρόμια, με
ναυαρχίδα μεν το
αεροδρόμιο της Αθήνας,
όμως στην πίτα μπαίνουν
κι άλλοι παίκτες.
Αρχικά, τα 14
περιφερειακά αεροδρόμια της Fraport Greece,
μπορούν μεν να
προσελκύσουν διεθνείς
συνδέσεις, που δεν
φαίνεται όμως να μπορούν
να ανατρέψουν το βασικό
σενάριο για το
«Ελευθέριος Βενιζέλος».
Τα δεδομένα, βέβαια,
μπορούν να αλλάξουν με
την είσοδο στο παιχνίδι
του νέου
διεθνούς αεροδρομίου στο
Καστέλλι της
Κρήτης, που θα
αντικαταστήσει από το 2027 -βάσει
του υφιστάμενου
σχεδιασμού- το ήδη
παρωχημένο «Ν.
Καζαντζάκης».
Σε πρώτη φάση η
χωρητικότητα του
αεροδρομίου θα φτάνει
τους 9
εκατ. επιβάτες,
ενώ στο επόμενο στάδιο
ανάπτυξης θα ανέλθει
στους 15
εκατ. Η IATA
«έτρεξε» το σενάριο με
και χωρίς το αεροδρόμιο
στο Καστέλλι και
κατέληξε στο συμπέρασμα
πως ο ανταγωνισμός θα
αυξηθεί σημαντικά για το
αεροδρόμιο της Αθήνας.
Στους εκτός
Ευρώπης προορισμούς υπάρχει
πεδίο δόξης λαμπρό για
την Αθήνα. Τα περιθώρια
βελτίωσης είναι
σημαντικά, δεδομένου
ότι βασικοί
ανταγωνιστές έχουν
περισσότερες διεθνείς
συνδέσεις εκτός Ευρώπης,
όπως η Ρώμη, η Λισαβόνα,
το Κάιρο, ακόμα και το
Αμμάν. Για παράδειγμα,
η Λισαβόνα το 2019 είχε 47
διηπειρωτικές συνδέσεις ενώ
η Αθήνα είχε 25,
όταν οι διεθνείς
επισκέπτες σε επίπεδο
χώρας ήταν στα 27 εκατ.
για την Πορτογαλία
έναντι 34,2 εκατ. για
την Ελλάδα.
Συγκρίνοντας, δε, με το Κάιρο όπου
η χωρητικότητα του
αεροδρομίου είναι
χαμηλότερη της Αθήνας,
με διεθνείς τουριστικές
ροές 13,1 εκατ., οι
διηπειρωτικές συνδέσεις
το 2019 ήταν 58.
Οι προκλήσεις
Ένας σκόπελος που έχει
να ξεπεράσει η
αεροπορική αγορά της
Αθήνας, προκειμένου να
αναπτυχθεί περαιτέρω,
είναι οι περιορισμοί στις
δυνατότητες του ελέγχου
εναέριας κυκλοφορίας,
βάσει των διαθέσιμων
τεχνικών και ανθρώπινων
πόρων. Επί του παρόντος,
ο συμφωνημένος ρυθμός
εισερχόμενης εναέριας
κυκλοφορίας είναι το
ανώτερο 28
αφίξεις/ώρα και
κατά το μέγιστο 65
κινήσεις/ώρα.
Περιορισμοί που
αναμένεται να ισχύουν ως
το 2026 και
να αρθούν από το 2027 με
την υιοθέτηση του
προτύπου PBN. Σε κάθε
περίπτωση, η Αθήνα ως το
2026 θα μπορεί να
διαχειριστεί ως
256.000 κινήσεις ετησίως.
Επίσης, βάσει των
προβλέψεων της IATA, οι
βασικοί αερομεταφορείς
που εξυπηρετούν την
Αθήνα ως το 2030 θα
έχουν μία σταθερή αύξηση
στο μέγεθος των
αεροσκαφών τους, από
+7 ως +40 θέσεις.
Άρα θα πρέπει και το
αεροδρόμιο να
ανταποκριθεί στην αύξηση
του μέσου μεγέθους των
αεροσκαφών που
εξυπηρετεί.
Αρνητική επίδραση σε όλα
τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια,
μεταξύ των οποίων και
της Αθήνας, αναμένεται
να έχουν τα κανονιστικά
μέτρα που λαμβάνει η
Ευρώπη για την επίτευξη
των στόχων της απανθρακοποίησης.
Στο ευρωπαϊκό ταξίδι για
το Net Zero,
οι αερομεταφορές
μπαίνουν στο στόχαστρο
και αυτό αναμένεται να
έχει επίπτωση τόσο στο λειτουργικό
κόστος, όσο και
στις ροές λόγω της αύξησης
στις τιμές των
εισιτηρίων.
Ένας ακόμη παράγοντας
που ήδη έχει επηρεάσει
τις τιμές των ναύλων και
στη χώρα μας είναι η ραγδαία
αύξηση της τιμής των
καυσίμων τα έτη
2021 και 2022.
Αυξήσεις, που εφόσον
δεν υπάρξει κάποια
απρόβλεπτη αιτία
επιδείνωσης, αναμένεται
να αποκλιμακωθούν στα
επίπεδα του 2019 μακροπρόθεσμα,
συμπαρασύροντας έτσι σε
μία αργή «προσγείωση» τα
εισιτήρια.
Πηγή: Business Daily |