Όπως γράφει η Ελένη
Στεργίου στον Οικονομικό
Ταχυδρόμο, αν και το
κλίμα που λαμβάνει το
οικονομικό επιτελείο από
τις διεθνείς επαφές
δημιουργεί προσδοκίες
για αναβαθμίσεις ακόμα
και το πρώτο 3μηνο του
2023, αναλυτές έχουν
εκφράσει την πιθανότητα
αυτό να συμβεί μετά τις
εκλογές. Ο βασικός λόγος
είναι οι αυξημένη
πιθανότητα για
διαδοχικές εκλογές
εξαιτίας της αλλαγής του
εκλογικού συστήματος,
γεγονός που αυξάνει την
εκλογική αβεβαιότητα και
τα σενάρια για τρίτο
γύρο εκλογών. Από την
κυβέρνηση έχουν στείλει
μήνυμα στους επενδυτές
ότι το διάστημα μεταξύ
της πρώτης και δεύτερης
εκλογικής αναμέτρησης
δεν θα απέχει σημαντικά.
Ακόμα και αν έχει η
Ελλάδα εξέλθει από την
ενισχυμένη εποπτεία, η
κυβέρνηση πρέπει να
είναι πολύ προσεκτική ως
προς την μεγάλη πολιτική
και οικονομική ευελιξία.
Για να κινηθούν οι οίκοι
προς μία αναβάθμιση
περνούν από κόσκινο τους
δημοσιονομικούς στόχους
και ως εκ τούτου να μην
εκτοχιαστρούν ενόψει
εκλογών. Διόλου τυχαία η
δημόσια δήλωση του
αναπληρωτή υπουργού
Οικονομικών Θεόδωρου
Σκυλακάκη ο οποιος
ερωτηθείς για το
ενδεχόμενο ρύθμισης
οφειλών σε 120 δόσεις
επικαλέστηκε τους
Θεσμούς. Αποσαφήνισε ότι
οι θεσμοί «έχουν έντονη
άποψη, και αρνητική»,
ιδιαίτερα αυτήν την
περίοδο. «Η χώρα δεν
έχει ακόμα κατακτήσει
την επενδυτική βαθμίδα
και ακόμα κι αν την
κατακτήσει, πιστεύουμε
το 2003 είναι χώρα υπό
απλή εποπτεία μαζί με
τις άλλες», είπε
χαρακτηριστικά.
Οι εξελίξεις στο
εγχώριο πολιτικό σκηνικό
και στο Ευρωκοινοβούλιο,
με ελληνικές
προεκτάσεις ( εξαιτίας
της εμπλοκής της
Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ –
ΚΙΝΑΛ, Εύα Καϊλή) θα
μετρηθεί στις νέες
δημοσκοπήσεις. Θα φανεί
κατά πόσο θα επηρεαστούν
τα ποσοστά, ειδικά του
ΠΑΣΟΚ. Αυτό το κλίμα,
μπορεί να κάνει πιο
δύσκολες τις
συνεργασίες των
κομμάτων ενόψει των
εκλογών, καθώς από το
2023 δεν ισχύει το
μπόνους των 50 εδρών στο
πρώτο κόμμα. Η χώρα,
έτσι, κινδυνεύει να μπει
σε μία περίοδο αιώνιων
εκλογών, εάν δεν
σχηματιστεί κυβέρνηση.
Το μέσο κόστος δανεισμού
σε Ελλάδα θα φτάσει
εκείνο του 2010;
Όταν η χώρα
υποβαθμίστηκε στην κρίση
του 2009 σε “σκουπίδι”,
ουσιαστικά οι οίκοι
αξιολόγηση έβγαλαν
σκαρτη τη χώρα στους
δανειστές και
αποκλείστηκε από τις
αγορές. Από τότε έως και
σήμερα, τα ελληνικά
ομόλογα,
δεν έχουν καταφέρει να
φτάσουν στις προ κρίσης
βαθμολογίες. Η χώρα
μπορεί να δανείζεται
εφόσον διατηρεί την
δημοσιονομικη της
αξιοπιστία και επίσης με
τη στήριξης της ΕΚΤ.
Χθεσινό σημείωμα της
Goldman Sachs αναφέρει
ότι η Ελλάδα και η Νότια
Ευρώπη, επωφελείται από
τους ευρωπαϊκούς πόρους
για να κλείσει το
μεγάλο επενδυτικό χάσμα
με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ταυτόχρονα,
αντιμετωπίζει
περιορισμένο πολιτικό
κίνδυνο ενόψει των
εκλογών του 2023. Όμως,
αναφέρει ότι οι αυξήσεις
των επιτοκίων και η
υπόθεση της ΕΚΤ για νέες
αυξήσεις δημιουργούν
πίεση στις αποδόσεις των
ομολόγων. Αναφέρει ένα
σενάριο λέγοντας ότι
μέχρι το 2026 το μέσο
κόστος δανεισμού σε
Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία
και Πορτογαλία, θα
μπορούσε να ανέλθει σε
επίπεδα παρόμοια με τις
αρχές της του 2010.
Οι αναλυτές έχουν
επισημαίνει πως το
ευνοϊκό μακροοικονομικό
πλαίσιο και η μεγάλη
διάρκεια της ευρωπαϊκής
οικονομικής βοήθειας
«υποστηρίζουν» τη
φθίνουσα πορεία του
ελληνικούς χρέους προς
το ΑΕΠ στο 150% έως το
2025. Στο πλαίσιο αυτό
αυξάνεται η πιθανότητα η
Ελλάδα να ανακτήσει την
επενδυτική βαθμίδα το
2023.
Η Ελλάδα απέχει ένα
σκαλοπάτι από την
επενδυτική βαθμίδα. Η
Standard & Poor’s
αναβάθμισε τη χώρα μας
στην βαθμίδα ΒΒ+, ο
καναδικός οίκος DBRS
στην βαθμίδα ΒB high και
ο γερμανικός οίκος SCOPE
στην βαθμίδα ΒΒ+. O
Fitch βαθμολογεί τη χώρα
με ΒΒ, με δύο βαθμίδες
κάτω από την επενδυτική.
Ο Moody’s, παραμένει ο
πιο “αυστηρός” μεταξύ
των οίκων, κρατώντας την
Ελλάδα τρεις θέσεις κάτω
από την επενδυτική, στην
βαθμίδα Ba3. |