|
Οι πυρκαγιές και το
πλήγμα που έχουν
επιφέρει στο περιβάλλον
αλλά και οι οικονομικές
επιπτώσεις τους - πίεση
στα φορολογικά έσοδα
λόγω αναστολών πληρωμών
για τους πληγέντες,
μέτρα στήριξης, απώλειες
τουριστικών εσόδων,
πλήγμα στον πρωτογενή
τομέα - δεν
θα αποτελέσουν
τροχοπέδη, όπως
εκτιμούν στελέχη της
αγοράς που γνωρίζουν πως
κινούνται οι οίκοι
πιστοληπτικής
αξιολόγησης.
Όπως γράφει η Αρτεμις
Σπηλιώτη στην Ημερησία:
Οι οίκοι πέρασαν από
«ψιλό κόσκινο» την
ελληνική οικονομία
Είναι δεδομένο ότι οι
τρεις μεγάλοι οίκοι - η S&P,
η Μoody’s και η Fitch
- έχουν περάσει από
«ψιλό κόσκινο» την
ελληνική οικονομία και έχουν
εξετάσει όλες τις
παραμέτρους, ώστε να
προχωρήσουν σε κομβικής
σημασίας αναβαθμίσεις τις
οποίες δεν θα
μετανιώσουν αργότερα,
κάτι που θα έπληττε το
κύρος τους.
Επι της ουσίας, όπως
αναφέρουν στελέχη της
αγοράς κανένας οίκος δεν
θα τοποθετήσει την
Ελλάδα στην επενδυτική
βαθμίδα, αν δεν είναι
σίγουρος ότι η
αξιολόγηση του θα ισχύει
και μετά από έναν χρόνο
τουλάχιστον.
Το χειρότερο σενάριο για
έναν οίκο, όπως
αναφέρουν οικονομικοί
παράγοντες, είναι να
ανεβάσει μια χώρα στην
επενδυτική βαθμίδα και
έξι μήνες μετά να
αναγκαστεί να την
υποβαθμίσει στην
κατηγορία junk.
Δεν είναι πανάκεια η
επενδυτική βαθμίδα
Χωρίς να παραγνωρίζουν
τη σημασία της
επενδυτικής βαθμίδας,
στελέχη της αγοράς
υπογραμμίζουν ότι δεν
αποτελεί πανάκεια. Όπως
εξηγούν, με την ανάκτησή
της η Ελλάδα «ανεβαίνει»
κατηγορία και μπαίνει σε
ένα νέο ανταγωνιστικό
περιβάλλον,
μαζί με τις άλλες
αναπτυγμένες οικονομίες
της Ευρώπης, οι
οποίες δεν βρίσκονται
σήμερα στην
καλύτερή τους φάση.
Αντίθετα, η Ελλάδα, λόγω
και του φαινομένου του
«ελατηρίου» έχει πολύ
καλύτερους δείκτες και θα
πρέπει να προχωρήσει
γρήγορα σε
μεταρρυθμίσεις που θα
ενισχύσουν την
ανταγωνιστικότητα της ώστε
να καλύψει το «κενό» που
τη χωρίζει από τις
αναπτυγμένες οικονομίες
ευρωζώνης.
Ενα χαρακτηριστικό
παράδειγμα μεταρρύθμισης
είναι αυτό της ψηφιοποίησης
του δημόσιου τομέα. Μπορεί
πλέον μια σειρά εγγράφων
και πιστοποιητικών να
μπορούν να εκδοθούν
ηλεκτρονικά και μια
σειρά διαδικασιών να
γίνονται μέσω υπολογιστή
με μερικά «κλικ», ωστόσο
θα πρέπει πολύ γρήγορα
να περάσουμε στο επόμενο
στάδιο αφήνοντας πίσω
μας και την ψηφιακή
γραφειοκρατία που καλώς
αντικατέστησε τη
γραφειοκρατία των
χαρτιών.
Ενα ακόμα «αγκάθι» είναι
αυτό του χρόνου
απονομής της δικαιοσύνης που
αποτελεί
διαχρονικά τροχοπέδη για
την ανάπτυξη και την
ευημερία των πολιτών. Το
πρόβλημα, όπως αναφέρουν
χαρακτηριστικά στελέχη
της αγοράς, δεν είναι
να προσφύγει στη
δικαιοσύνη ένας πολίτης
ή μια συλλογικότητα κατά
μιας επένδυσης αλλά πόσο
καιρό θα χρειαστεί για
εκδοθεί η σχετική
απόφαση.
Υπάρχουν πολλά
σκαλοπάτια ακόμη
Ο πρόεδρος της Eurobank Γιώργος
Ζανιάς, μιλώντας
τον περασμένο Απρίλιο
στο Forum των
Δελφών χαρακτήρισε
την ανάκτηση της
επενδυτικής βαθμίδας
θετική εξέλιξη που δεν
αποτελεί παρά
μόνο ένα κεφαλόσκαλο σε
μια σκάλα που έχει πολλά
σκαλοπάτια ακόμη για να
φτάσουμε στα προ κρίσης
επίπεδα και
ακόμη παραπάνω και η
πρόκληση δεν είναι άλλη
παρά η διατήρηση αυτής
της κατάστασης και οι
περαιτέρω αναβαθμίσεις.
Και όπως είχε
υπενθυμίσει τότε ο κ.
Ζανιάς «η επενδυτική
βαθμίδα χάθηκε την
Άνοιξη του 2010 όταν με
το ξέσπασμα της κρίσης
χρέους και την είσοδο
της χώρας στην εποχή των
μνημονίων, τελευταία η
Moody’s υποβάθμισε το
αξιόχρεο της χώρας κατά
τέσσερις βαθμίδες σε μια
μέρα.
Να σημειωθεί πως η
χώρα μας είχε φτάσει στη
βαθμίδα Α+ πριν το
ξέσπασμα της κρίσης,
δηλαδή πέντε βαθμίδες
πάνω από την επενδυτική.
Από την Άνοιξη του 2010,
που την χάσαμε, δεν
έχουμε καταφέρει να
ανακτήσουμε την
επενδυτική βαθμίδα,
παρόλο που όλες οι άλλες
χώρες της Ευρωζώνης που
εφάρμοσαν οικονομικά
προγράμματα την έχουν
ανακτήσει εδώ και καιρό
και σχετικά πιο σύντομα
μετά το τέλος των δικών
τους μνημονίων»
Το οικονομικό επιτελείο
και η αγορά γνωρίζουν
πολύ καλά ότι η ανάκτηση
της επενδυτικής βαθμίδας
δεν θα σηματοδοτήσει τον
τερματισμό μιας
προσπάθειας αλλά μια νέα
αφετηρία μια πορείας με
μεγαλύτερες ευκαιρίες
που πρέπει να
αξιοποιηθούν αλλά και
προκλήσεις που πρέπει να
αντιμετωπιστούν |