Ωστόσο αυτή η
αντίληψη πλέον τόσο στην
Ελλάδα όσο κυρίως στην
Αμερική αρχίζει και
ξεθωριάζει.
Την αντίληψη
αυτή προσπαθεί μάλιστα
να εξηγήσει
στο CNBC ο διευθυντής του Graaskamp Center
for Real Estate του
Πανεπιστημίου
του Ουισκόσκιν-Μάντισον, Μαρκ Έπλι.
«Η αγορά ενός
σπιτιού είναι ένας
τρόπος με τον οποίο
θεωρούμε πως δείχνουμε
τον πλούτο μας και αυτό
είναι βαθιά ριζωμένο στη
σκέψη μας», ανέφερε.
Ωστόσο, τα πράγματα
αλλάζουν.
Για
πολλούς millennials,
πλέον η αγορά ενός
σπιτιού είναι απρόσιτη.
Στην Αμερική περίπου
ένας στους
τρεις millennials ηλικίας
κάτω των 35 ετών είχε
αγοράσει σπίτι μέχρι το
τέλος του 2018, σύμφωνα
με το Γραφείο Απογραφής
των ΗΠΑ.
Το ποσοστό αυτό
είναι 8 έως 9 μονάδες
χαμηλότερο για τους Gen
X, δηλαδή για τις
ηλικίες 25-34 ετών.
Τι σημαίνουν
όμως αυτά τα ποσοστά για
την ευτυχία όσων μπορούν
και όσων δεν μπορούν να
αγοράσουν το δικό τους
σπίτι; Είναι η αγορά
κατοικίας το κλειδί για
την ευτυχία;
Η αγορά σπιτιού
μπορεί να σας κάνει
ευτυχισμένους
Ως άνθρωποι,
έχουμε μια ανάγκη για
σταθερότητα, την οποία η
κατοχή ενός σπιτιού
μπορεί να μας προσφέρει,
λέει η κοινωνιολόγος του
Πανεπιστημίου Μπάρκελει της
Καλιφόρνια, Κριστιν Κάρτερ,
προσθέτοντας πως
αποτελεί και μία πράξη
ανεξαρτησίας.
Ωστόσο δεν
πρέπει να ξεχνάμε πως το
σπίτι είναι κι αυτό ένα
υλικό αγαθό και σαν
αποτέλεσμα η χαρά
χάνεται με το πέρασμα
του χρόνου.
Τι λένε οι
έρευνες για την ευτυχία
Οι έρευνες
δείχνουν ότι, όσον αφορά
την ευτυχία, η
ιδιοκτησία ενός σπιτιού
δεν διαφέρει από το να
δίνεις ενοίκιο.
Μια μελέτη του
2011 σε περίπου 600
γυναίκες στο Οχάιο
διαπίστωσε ότι οι
ιδιοκτήτριες σπιτιού δεν
ήταν πιο ευτυχισμένες
από τις ενοικιάστριες.
Μάλιστα σύμφωνα
με την έρευνα, οι
ιδιοκτήτες απασχολούνταν
αρκετά περισσότερο από
τους ενοικιαστές με τις
εργασίες του σπιτιού
τους.
Μια άλλη μελέτη
σε περισσότερους από
3.000 Γερμανούς
διαπίστωσε ότι οι
άνθρωποι που αγόρασαν το
δικό τους σπίτι ένιωθαν
ικανοποίηση για τα πρώτα
πέντε χρόνια. Ωστόσο
αυτό δεν σήμαινε πως
αισθάνονταν πιο
ευτυχισμένοι για τη ζωή
τους γενικότερα.
Το να είσαι
ιδιοκτήτης σπιτιού
«περιορίζει τη
δραστηριότητά σου»
Από την άλλη
ο Μαρκ Έπλι επισημαίνει
πως η αγορά ενός σπιτιού
μπορεί να περιορίσει τις
δραστηριότητες κάποιου.
«Για παράδειγμα,
αν ένας νέος αγοράσει
ένα σπίτι σε μια πόλη,
δύσκολα θα αναζητήσει
εργασία εκτός της πόλης
που μένει», αναφέρει.
Εκτός αυτού η
συντήρηση ενός σπιτιού
μπορεί επίσης να είναι
δαπανηρή και χρονοβόρα,
ενώ οι ιδιοκτήτες
σπιτιών ενδεχομένως να
έχουν λιγότερο χρόνο και
χρήματα για να ξοδέψουν
σε διακοπές, διασκέδαση
ή φαγητό.
Μια έρευνα του
2019 από
την Bankrate διαπίστωσε
ότι το Νο.1 παράπονο που
έχουν οι ιδιοκτήτες
σπιτιού είναι η
υποτίμηση των «κρυφών
εξόδων».
Συγκεκριμένα,
εκτός από το κόστος της
προκαταβολής και του
ενυπόθηκου δανείου, οι
ιδιοκτήτες σπιτιού
πρέπει επίσης να είναι
προετοιμασμένοι να
ξοδέψουν περισσότερα
χρήματα για επισκευές
και βασική συντήρηση.
Προσαρμοζόμαστε
στα καλά της ιδιοκτησίας
ενός σπιτιού – αλλά όχι
στα κακά
Ένας βασικός
λόγος για τον οποίο η
αγορά ενός σπιτιού δεν
μας κάνει τελικά πιο
ευτυχισμένους έχει να
κάνει με την
προσαρμοστικότητα.
Στην αρχή λοιπόν
νιώθουμε πολλά ωραία
συναισθήματα, ωστόσο στη
συνέχεια προσαρμοζόμαστε
με την πραγματικότητα.
Με πιο απλά λόγια η χαρά
που νιώθουμε στην αρχή
αρχίζει με τον καιρό
να φθίνει.
«Σε αυτό που δεν
προσαρμοζόμαστε τόσο
εύκολα γενικά είναι στην
οικονομική πίεση»,
καταλήγει η Κάρτερ.
Πηγή:
CNBC |