Όπως σχολιάζει και η
Καθημερινή, σύμφωνα με
την ανάλυσή της, οι
ελληνικές τράπεζες έχουν
τα ισχυρότερα αποθέματα
ρευστότητας/χρηματοδότησης
στην Ευρωζώνη, με μέσο
δείκτη κάλυψης
ρευστότητας (LCR) 198%
(έναντι 153% του μέσου
όρου στην Ε.Ε.) και μέσο
δείκτη δανείων προς
καταθέσεις (LDR) 0,7x,
έναντι 0,9x στην Ε.Ε. Η
καταθετική βάση των
ελληνικών τραπεζών
αποτελείται σε μεγάλο
βαθμό από χρηματοδότηση
λιανικής με ποσοστό
περίπου 73% των
συνολικών καταθέσεων (με
δείκτη καθαρής σταθερής
χρηματοδότησης για την
Ελλάδα 132%). Εκτός από
τον δείκτη LCR, η
Goldman εξέτασε και άλλα
μέτρα ρευστότητας, όπως
τα μετρητά και οι
διαθέσιμοι προς πώληση
και εμπορεύσιμοι τίτλοι,
ως ποσοστό των
καταθέσεων, με τις
ελληνικές τράπεζες να
κινούνται άνετα και σε
αυτό το μέτωπο.
Οσον αφορά την έκθεση
των ελληνικών τραπεζών
σε δάνεια προς εμπορικά
ακίνητα (CRE) η Goldman
επισημαίνει πως είναι
σχετικά πιο υψηλή σε
σχέση με άλλες
ευρωπαϊκές τράπεζες σε
μέσο όρο. Για το πρώτο
εξάμηνο 2022, τα δάνεια
με εξασφαλίσεις σε
εμπορικά ακίνητα στην
Ελλάδα ήταν στο 15% των
συνολικών δανείων,
έναντι 9% του μέσου όρου
στην Ε.Ε. Ωστόσο τα
χαρτοφυλάκια των δανείων
CRE ως ποσοστό της
ενσώματης λογιστικής
αξίας είναι στα ίδια
επίπεδα με τον μέσο όρο
στην Ευρώπη. Σύμφωνα με
την ανάλυση της Goldman,
τα μη εξυπηρετούμενα
ανοίγματα που συνδέονται
με δάνεια CRE
αντιπροσωπεύουν περίπου
το ένα τρίτο όλων των μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων των ελληνικών
τραπεζών και αποτελούν
περίπου 2% του συνολικού
ακαθάριστου
χαρτοφυλακίου δανείων.
Ωστόσο, σημειώνει ότι το
χαρτοφυλάκιο μη
εξυπηρετούμενων δανείων
CRE καλύπτεται κατά 41%
περίπου με προβλέψεις
που το προστατεύουν από
τους κινδύνους
απομείωσης.
Στο μέτωπο της
κεφαλαιακής επάρκειας, η
Goldman σημειώνει πως οι
ελληνικές τράπεζες έχουν
βελτιώσει σημαντικά τους
δείκτες CET 1 το 2022,
κατά περίπου 1,8% και
στο 13,7%, ενώ οι
εκτιμήσεις των
διοικήσεων υποδηλώνουν
περαιτέρω βελτίωση κατά
περίπου 1,0%-1,5% το
2023 και 2,5%-3,5% έως
το 2025. Ειδικότερα, oι
δείκτες CET1 της
Εθνικής, της Eurobank,
της Alpha Bank και της
Πειραιώς διαμορφώθηκαν
το 2022 στο 15,8%,15,2%,
12,3% και 11,5%
αντίστοιχα, ενώ οι
συνολικοί δείκτες
κεφαλαιακής επάρκειας
ήταν στο 16,8%, 18,2%,
16,1% και 16,4%. Τέλος,
σε ό,τι αφορά την
ποιότητα του
ενεργητικού, ο μέσος
δείκτης μη
εξυπηρετούμενων δανείων
(NPE) των ελληνικών
τραπεζών το 2022
διαμορφώθηκε στο 6% το
2022 (από 10% το 2021)
με συνολικό δείκτη
κάλυψης NPE στο 61%, και
η Goldman Sachs εκτιμά
ότι θα συνεχίσει να
μειώνεται το 2023-2024
στο 5% και 3,5%
αντίστοιχα, με
κατεύθυνση προς το μέσο
επίπεδο της Ε.Ε. 2%-3%. |