|
«Συνολικά, πιστεύουμε
ότι η ώθηση στην αύξηση
του δανεισμού θα πρέπει
να είναι σημαντικός
παράγοντας στην επιλογή
συγκεκριμένων τραπεζών
και βλέπουμε τις
τέσσερις ελληνικές
τράπεζες να επωφεληθούν
περισσότερο, ενώ η Banco
BPM, η Sabadell ή η BCP αποτελούν
επίσης καλές επιλογές»,
αναφέρουνε οι αναλυτές
της Deutsche Bank.
Η Ελλάδα πιθανότατα θα
ξεπεράσει κατά πολύ την
αύξηση των δανείων στην
υπόλοιπη Ευρώπη
Η Ελλάδα έχει υποστεί τη
μεγαλύτερη απομόχλευση
στην Ευρώπη για
περισσότερο από μια
δεκαετία,, κυρίως λόγω
της μείωσης των μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων (τα
οποία αντιστοιχούσαν
κάποια στιγμή σχεδόν στο
ήμισυ των δανείων) και
την έλλειψη
ζήτησης. Αυτό
παραμένει ένα ζήτημα
στα ενυπόθηκα
δάνεια, όπου οι
μειώσεις παραμένουν
σημαντικές, περίπου -4%
σε ετήσια βάση και έχει
οδηγήσει σε μικρή
στάθμιση επί του συνόλου
των δανείων σε σχέση με
τις άλλες χώρες.
Ωστόσο, ο δανεισμός των
επιχειρήσεων αυξάνεται
πλέον με σχεδόν διψήφιο
ρυθμό και αναμένει ότι
θα συνεχιστεί έτσι,
επιτρέποντας έτσι τα
συνολικά δάνεια να είναι
σε θετικό έδαφος σε
ετήσια βάση (περίπου
+3%). Συνολικά, οι
ελπίδες βασίζονται στην
αναζωογόνηση των
επενδύσεων, με την
αύξηση του ΑΕΠ να
ξεπερνά κατά πολύ τον
μέσο όρο της ΕΕ, για την
οποία τα κονδύλια της ΕΕ
θα πρέπει να παραμείνουν
μεγάλος συντελεστής.
«Ακόμη και αν οι
πολλαπλασιαστές για τη
συνολική ένεση των 70
δισ. ευρώ περίπου έως το
2026 είναι πιθανό να
παραμείνουν σχετικά
χαμηλοί, ο συνολικός
αντίκτυπος (δεδομένης
της χαμηλής μόχλευσης
στη χώρα) θα είναι
αναμφισβήτητα ισχυρός»,
εξηγεί η τράπεζα.
«Ως αποτέλεσμα της
ανάλυσής μας,
επιβεβαιώνουμε την
προηγούμενη θέση μας ότι
η ενίσχυση των όγκων που
απορρέει από τα κεφάλαια
του NGEU δεν πρόκειται
να αποτελέσουν
ουσιαστικό παράγοντα
στις περισσότερες
περιπτώσεις, με την
Ελλάδα πιθανότατα να
αποτελεί τον κύριο
ωφελημένο. Η σημασία
του NGEU θα είναι πολύ
μικρότερη στην
Πορτογαλία, την Ιταλία
και, κυρίως, στην
Ισπανία, όπου ο αγώνας
κατά της απομόχλευσης
είναι πιθανό να
παραμείνει για
μεγαλύτερο χρονικό
διάστημα από ό,τι στις
άλλες χώρες της Νότιας
Ευρώπης», συνεχίζει η DB.
«Κατά συνέπεια,
επιβεβαιώνεται επίσης
ότι ο θετικός αντίκτυπος
στις οικονομίες, έστω
και εν μέρει προσωρινός,
θα μπορούσε να δώσει
κάποια στήριξη στην
ποιότητα των στοιχείων
ενεργητικού. Όταν
εστιάζουμε μόνο στις
θετικές επιπτώσεις στα
δάνεια, θεωρούμε ότι,
εκτός από τις
γεωγραφικές προτιμήσεις,
οι τράπεζες με
μεγαλύτερη εξάρτηση από
τον δανεισμό
επιχειρήσεων θα
μπορούσαν να επωφεληθούν
επίσης περισσότερο,
δεδομένου ότι ο αγωγός
που αναμένεται από τη
χρήση των κεφαλαίων,
όπως αναμενόταν,
προέρχεται αρχικά κυρίως
από μεγάλα βιομηχανικά
έργα, με πολύ βραδύτερη
ροή προς τα νοικοκυριά
(με τη μορφή στήριξης
των κατοικιών καθαρής
ενέργειας, παραγωγής και
ενεργειακής ανακαίνισης,
απόκτησης ηλεκτρικών
συσκευών κλπ)»,
προβλέπει η τράπεζα.
«Κατά συνέπεια, οι
τέσσερις ελληνικές
τράπεζες – Alpha
bank, Eurobank, ΕΤΕ και
Πειραιώς – θα
είναι τα ονόματα που θα
έπρεπε να επιλέξουμε,
καθώς συμμορφώνονται
τόσο με την πορεία της
χώρας, όσο και στα
πλεονεκτήματα του
κλάδου», καταλήγουν οι
αναλυτές της γερμανικής
τράπεζας.


 |