|
Ειδικότερα, η Bank of
America (την έκθεση
παρουσιάζει το Money
Review) προβλέπει ότι η
Ελλάδα θα συνεχίσει να
αναπτύσσεται ταχύτερα
από την υπόλοιπη
Ευρωζώνη, καθώς
ανακάμπτει από την κρίση
χρέους, είναι λιγότερο
ευαίσθητη στις αυξήσεις
των επιτοκίων λόγω της
μεγάλης μείωσης του
δανεισμού την περασμένη
δεκαετία, διαθέτει
πολιτική σταθερότητα,
εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις
και πετυχαίνει ισχυρές
επιδόσεις στον τουρισμό.

Πέραν της ανάπτυξης, οι
υπερ-αποδόσεις
διαπιστώνονται και στο
δημοσιονομικό μέτωπο,
όπου η BofA περιμένει
περαιτέρω βελτίωση του
πρωτογενούς πλεονάσματος
φέτος και του χρόνου.
«Η ελληνική
δημοσιονομική εικόνα
παραμένει σύνθετη, αλλά
η δέσμευση της
κυβέρνησης στους
δημοσιονομικούς στόχους
που συμμορφώνονται με
τις ευρωπαϊκές
απαιτήσεις φαίνεται
αρκετά ισχυρή μέχρι
στιγμής – δεν βλέπουμε
μεγάλους δημοσιονομικούς
κινδύνους στο
βραχυπρόθεσμο μέλλον»,
σημειώνουν οι αναλυτές.
Και προσθέτουν ότι η
ενθαρρυντική προοπτική
της επιστροφής στην
επενδυτική βαθμίδα
αναμένεται να κρατήσει
τις προσπάθειες
δημοσιονομικής
προσαρμογής σε τροχιά.
Μάλιστα, η Αθήνα
υπερ-αποδίδει
δημοσιονομικά παρά τις
σημαντικές νέες δαπάνες
από τα απρόσμενα και
σοβαρά σοκ, όπως ήταν η
ενεργειακή κρίση και οι
φυσικές καταστροφές.
Άλλωστε, η BofA
σημειώνει την διατήρηση
της πολιτικής
σταθερότητας και την
ισχυρή κυβέρνηση, έπειτα
από την πρόσφατη
εκλογική της νίκη.
Από τις επαφές που είχε
με αξιωματούχους στην
Αθήνα, ο οίκος σημειώνει
τις επτά προτεραιότητες
της Ελλάδας:
1. Στήριξη των
πραγματικών εισοδημάτων.
2. Επιμονή στους
δημοσιονομικούς στόχος
ανεξαρτήτως των συνθηκών
και ιδανικά, υπέρβασή
τους.
3. Αποζημιώσεις
και ανοικοδόμηση μετά
τις φυσικές καταστροφές.
4. Ταμείο
Ανάκαμψης.
5. Αντιμετώπιση
της φοροδιαφυγής.
6. Αναμόρφωση της
δικαιοσύνης.
7. Μεταρρύθμιση
της υγείας.
Οι κίνδυνοι
Από τις επαφές που είχαν
στην Αθήνα, οι αναλυτές
της Bank of America
εντοπίζουν τις βασικές
ανησυχίες και προκλήσεις
για την Ελλάδα στην
πορεία της παγκόσμιας
οικονομίας, τον
ενδεχόμενο εφησυχασμό
έπειτα από τις καλές
επιδόσεις, το υψηλό
έλλειμμα τρεχουσών
συναλλαγών, την
αποεπένδυση του ΤΧΣ από
τις τράπεζες και τα
κόκκινα δάνεια, τα οποία
τώρα έχουν μεταφερθεί
στον μη τραπεζικό
χρηματοοικονομικό τομέα.
«Το μεγάλο ερώτημα είναι
εάν η Ελλάδα θα
καταφέρει να χτίσει
μακροπρόθεσμη
ανταγωνιστικότητα και
ένα πιο ανθεκτικό
μοντέλο ανάπτυξης (για
παράδειγμα μέσω της
διαφοροποίησης της
οικονομίας)», τονίζουν
οι αναλυτές. Ενώ
διαπιστώνουν μια σαφή
προσπάθεια τα τελευταία
χρόνια, χαρακτηρίζουν
κάπως αισιόδοξο τον
στόχο της κυβέρνησης για
ενίσχυση του
μακροπρόθεσμου ΑΕΠ κατά
6% μέσω του Ταμείου
Ανάκαμψης. Και τονίζουν
ότι θα παρακολουθούν από
στενά τη μεταρρυθμιστική
ατζέντα, ειδικά στον
κρίσιμο τομέα της
δικαιοσύνης. |