Όπως αναφέρεται στην
έκθεση (την παρουσιάζει
το capital.gr, εκτός από
τις επιδόσεις του
ελληνικού
χρηματιστήριου, το ράλι
των ελληνικών ομολόγων
έχει εντυπωσιάσει την
αγορά καθώς, όχι μόνο
έχουν καταφέρει να
διαπραγματεύονται σε
(μόνιμα πλέον)
χαμηλότερα επίπεδα
αποδόσεων από αυτά των
ιταλικών ομολόγων, αλλά
πλησιάζουν τις αποδόσεις
της Ισπανίας και της
Πορτογαλίας, ενώ –αν και
η σύγκριση είναι άνιση
καθώς πρόκειται για
έκθεση σε άλλα
νομίσματα–
διαπραγματεύονται σε
χαμηλότερα επίπεδα και
από τα αμερικάνικα αλλά
και τα βρετανικά
ομόλογα.
Σημειώνεται πως η
απόδοση του ελληνικού
10ετούς σήμερα είναι στο
3,7%, έναντι 4% του
αντίστοιχου ιταλικού, 3%
του πορτογαλικού, 3,3%
του ισπανικού, 3,6% του
10ετούς των ΗΠΑ και 4,2%
του 10ετούς του Ηνωμένου
Βασιλείου.
Οι οικονομολόγοι, αν και
δηλώνουν εντυπωσιασμένοι
από την εξαιρετική
επίδοση των ελληνικών
ομολόγων, εξηγούν πως
δεν αποτελεί έκπληξη. Ο
επικεφαλής οικονομολόγος
της Berenberg Bank,
Holger Schmieding,
τονίζει στο
Capital.gr πως υπό την
κυβέρνηση της Νέας
Δημοκρατίας, η οποία
ήρθε στην εξουσία το
2019, η Ελλάδα έχει
μετατραπεί στον απόλυτο
πρωταγωνιστή στην
περιοχής της ζώνης του
ευρώ
"Είμαι ενθουσιασμένος,
αλλά όχι και πολύ
έκπληκτος από τις
κινήσεις της αγοράς. Η
Ιταλία αποδίδει
εξαιρετικά καλά υπό την
Τζόρτζια Μελόνι. Αλλά
υπό τον Κυριάκο
Μητσοτάκη, η Ελλάδα έχει
μετατραπεί σε
πρωταγωνιστή μεταξύ των
πιο σημαντικών χωρών της
Ευρωζώνης. Μόλις ο
Κυριάκος Μητσοτάκης
επιβεβαιωθεί στην
εξουσία, η Ελλάδα θα
πρέπει να είναι σε καλό
δρόμο για να ανακτήσει
την αξιολόγηση
επενδυτικής βαθμίδας για
τα κρατικά της ομόλογα.
Αυτό θα μπορούσε να
δώσει νέα ώθηση στα
ελληνικά ομόλογα.
Ωστόσο, πιθανότατα έχει
αποτιμηθεί σε μεγάλο
βαθμό, επομένως, το
spread θα περιοριστεί
αλλά μέτρια το επόμενο
διάστημα", σημειώνει στο
Capital.gr o κ.
Schmieding.
Μιλώντας για τις
εντυπωσιακές επιδόσεις
της ελληνικής
οικονομίας, ο επικεφαλής
οικονομολόγος της
Berenberg τονίζει πως
από το ανώτατο όριο του
206% το 2020, ο δείκτης
του ελληνικού δημόσιου
χρέους προς το ΑΕΠ είχε
πέσει στο 171% μέχρι το
τέλος του 2022. Σύμφωνα
με τις τρέχουσες τάσεις,
ο δείκτης χρέους της
Ελλάδας φαίνεται ότι θα
υποχωρήσει κάτω από
αυτόν της Ιταλίας έως το
2026 , και πιθανώς ακόμη
και κάτω από αυτό των
Ηνωμένων Πολιτειών λίγα
χρόνια αργότερα, εκτός
εάν οι ΗΠΑ νοικοκυρέψουν
τα δημοσιονομικά τους.
Σε αντίθεση με την
Ιταλία και την Ισπανία,
η Ελλάδα απολαμβάνει
ευνοϊκή μακροπρόθεσμη
χρηματοδότηση από
επίσημους πιστωτές.
Επομένως, είναι λιγότερο
εκτεθειμένη σε αυξήσεις
επιτοκίων από άλλες
οικονομίες, επισημαίνει
ο κ. Schmieding. Τα
ισχυρά κέρδη στο
ονομαστικό και
πραγματικό ΑΕΠ με χαμηλό
κόστος χρηματοδότησης
αποτελούν συνταγή
επιτυχίας.
"Από την ανάληψη των
καθηκόντων του Κυριάκου
Μητσοτάκη στα μέσα του
2019, οι ελληνικές
επενδύσεις (ακαθάριστος
σχηματισμός παγίου
κεφαλαίου) έχουν αυξηθεί
κατά 44,2% σε
πραγματικούς όρους,
καθώς οι εγχώριες και
ξένες επιχειρήσεις
ανταποκρίθηκαν στην
ατζέντα του υπέρ της
ανάπτυξης. Ως
αποτέλεσμα, το ελληνικό
ΑΕΠ ξεπέρασε το επίπεδο
προ πανδημίας κατά 6,4%
στα τέλη του 2022,
υπεραποδίδοντας
σημαντικά έναντι του
1,3% που σημείωσε
αντίστοιχα η Ευρωζώνη. Η
απασχόληση αυξήθηκε κατά
5,9% υπό την εποπτεία
του. Η εντυπωσιακή
αύξηση των εξαγωγών, από
μόλις 19% του ΑΕΠ το
2009 σε 49% το 2022,
αντανακλά την ισχυρότερη
ανταγωνιστική θέση της
Ελλάδας", προσθέτει
χαρακτηριστικά.
Κατά τον οικονομολόγο,
οι προοπτικές για μια
σταθερή κυβέρνηση υπό
τον Κυριάκο Μητσοτάκη
για τα επόμενα τέσσερα
χρόνια εξηγούν πιθανώς
και τις ισχυρές
επιδόσεις των
βραχυπρόθεσμων ελληνικών
ομολόγων, πέραν του ράλι
του 10ετούς.
Άλλωστε, σε σημερινό της
σημείωμα και η
Citigroup επισημαίνει
πως η συρρίκνωση των
ελληνικών spreads θα
συνεχιστεί μετά τον
δεύτερο γύρο των
εκλογών.
Το spread 10ετών
ελληνικών ομολόγων, όπως
σημειώνει,
διαπραγματεύεται στις
144 μονάδες βάσης
σήμερα, περίπου 30 μ.β.
κάτω από τα ιταλικά. Η
πρόσφατη πτώση οδηγήθηκε
από τις εκλογές της 21ης
Μαΐου και μετά από αυτές
εν αναμονή της
αναβάθμισης της
αξιολόγησης της Ελλάδας
σε investment grade και
της επακόλουθης
συμπερίληψης της στους
διεθνείς δείκτες
επενδυτικής βαθμίδας,
όπως τονίζει η Citi.
Και η Société Générale
δηλώνει σήμερα πως
διατηρεί την
εποικοδομητική της στάση
για τα ελληνικά
ομόλογα, καθώς είναι οι
τίτλοι που ξεχωρίζουν
στο σύνολο της αγοράς
ομολόγων της ευρωζώνης
χάρη στη συνεχή βελτίωση
των δημοσιονομικών της
Ελλάδας, έστω και αν η
ανάκτηση της επενδυτικής
βαθμίδας έχει λίγο πολύ
αποτιμηθεί από την
αγορά.
Αξίζει να σημειώσουμε
πως η πρώτη αξιολόγηση
επενδυτικής βαθμίδας
θεωρείται πιο πιθανό να
δοθεί είτε από την DBRS
τον Σεπτέμβριο, είτε από
την S&P τον Οκτώβριο.
Ειδικότερα, οι επόμενες
ημερομηνίες για τις
αξιολογήσεις των οίκων
είναι: Fitch στις 9
Ιουνίου και πριν τις
δεύτερες κάλπες, Scope
Ratings στις 4 Αυγούστου
(ωστόσο ο οίκος δεν
ανήκει στους big 4 που
"ακούει" η ΕΚΤ), DBRS
στις 15 Σεπτεμβρίου,
Moody’s στις 20
Οκτωβρίου, S&P στις 20
Οκτωβρίου και πάλι Fitch
την 1η Δεκεμβρίου.
Πάντως, οι αναλυτές των
Société Générale και
Barclays, βλέπουν την
20ή Οκτωβρίου ως την
πρώτη πιο πιθανή
ημερομηνία για την
ανάκτηση της επενδυτικής
βαθμίδας από την Ελλάδα.
"Μία αναβάθμιση στις 9
Ιουνίου από τη Fitch
φαίνεται απίθανη με τον
δεύτερο γύρο των εκλογών
να ακολουθεί στα τέλη
του μήνα, ωστόσο η
αναβάθμιση στις 20
Οκτωβρίου από την S&P ή
την 1η Δεκεμβρίου από τη
Fitch είναι σχεδόν
βέβαιες πλέον", τόνισε
πρόσφατα η γαλλική
τράπεζα.
Η Barclays εκτιμά πως,
αν και δεν αποκλείεται
εντελώς μία αναβάθμιση
από την Fitch τον
Ιούνιο, ωστόσο το πιο
πιθανό είναι ο οίκος να
αναβαθμίσει τότε τις
προοπτικές της χώρας σε
θετικές (από σταθερές)
και να δώσει το
εισιτήριο της
επενδυτικής βαθμίδας τον
Δεκέμβριο, κατά την
επόμενη αξιολόγησή του.
Και η βρετανική τράπεζα
θεωρεί πως η S&P, η
οποία ήδη έχει
αναβαθμίσει τις
προοπτικές της Ελλάδας
σε θετικές, είναι πιο
πιθανό να είναι ο πρώτος
οίκος που θα φέρει τη
χώρα στο γκρουπ του
investment grade.
Συνολικά, εκτιμά πως η
ένταξη των ελληνικών
ομολόγων στους διεθνείς
δείκτες ομολόγων
επενδυτικής βαθμίδας
-που απαιτεί τουλάχιστον
δύο οίκους να
βαθμολογούν με
επενδυτική βαθμίδα μία
χώρα-, είναι συνεπώς
αρκετά πιθανή μέχρι το
τέλος του 2023. |