Έκθεση της Ελληνικής
Στατιστικής Αρχής με
θέμα «Συνθήκες Διαβίωσης
στην Ελλάδα» αναλύει το
νέο προφίλ του Έλληνα
καταναλωτή τη δεκαετία
2010-2021, τις
προτιμήσεις σε ακίνητα
και στα είδη θέρμανσης
που επιλέγει για να
ζεσταθεί.
Το ποσοστό
ιδιοκατοίκησης έχει
παρουσιάσει σημαντική
υποχώρηση τα τελευταία
χρόνια, σύμφωνα με
πρόσφατα στοιχεία της
Eurostat.
Tο χρονικό διάστημα από
το 2005 έως το 2021, το
ποσοστό ιδιοκατοίκησης
στη χώρα μας υποχώρησε
από το 84,6% στο 73,3%,
χάνοντας 11,3
ποσοστιαίες μονάδες.
Όπως αποκαλύπτουν τα
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ,
ακίνητα το 2021 έχει το
69,8% των ιδιοκτητών
χωρίς οικονομικές
υποχρεώσεις έναντι 58,8%
το 2010, ενώ με
οικονομικές υποχρεώσεις
έχει το 6,9% έναντι
11,7% το 2010.
Επίσης, το 2021 το 63,1%
των πολιτών διέμενε σε
διαμέρισμα όταν το 2010
το ποσοστό ανερχόταν στο
59,9%.
Ενοίκιο ή αγορά
ακινήτου; Το ερώτημα
αυτό απασχόλησε τα
τελευταία χρόνια τους
πολίτες. Το 2010 ποσοστό
23,4% προτιμούσαν την
ενοικίαση κατοικίας
έναντι 16,4% το 2021.
Η συγκυρία το 2020 ήταν
ιδανική για όσους έμενα
στο ενοίκιο να
προχωρήσουν σε αγορά
δικής τους κατοικίας,
χρηματοδοτούμενοι με
στεγαστικό δάνειο. Οι
τράπεζες διέθεταν
απεριόριστη ρευστότητα
και είχαν θέσει υψηλούς
στόχους στη στεγαστική
πίστη.
Το ποσοστό όμως μειώθηκε
καθώς τα ενοίκια
αυξήθηκαν σημαντικά και
οι εκταμιεύσεις των
δανείων γίνονται με το…
σταγονόμετρο. Αποτέλεσμα
η απόκτηση κατοικίας να
αποτελεί «όνειρο θερινής
νυχτός».
Τα ακίνητα
Την ίδια στιγμή, το
ενδιαφέρον των αγοραστών
ακινήτων στράφηκε σε
μεγαλύτερες κατοικίες σε
σχέση με πριν το 2010
που επέλεγαν σπίτια με
λιγότερα τετραγωνικά.
Το γεγονός αυτό
επιβεβαιώνει την τάση
που επικρατεί τα
τελευταία χρόνια,
υποψήφιοι αγοραστές που
αποφασίζουν να ζήσουν σε
ιδιόκτητο ακίνητο, αλλά
και όσοι επιθυμούν να
επενδύσουν σε πιο άνετες
κατοικίες για να
εξυπηρετήσουν τις
καθημερινές ανάγκες
τους, να επιλέγουν
κατοικίες άνω των 65
τετραγωνικών μέτρων.
Έτσι, καθοριστικοί
παράγοντες επιλογής ενός
διαμερίσματος, μίας
μονοκατοικίας ή
μεζονέτας αποτελούν
εκτός της τοποθεσίας και
της ηλικίας, το εμβαδόν
και η διαρρύθμισή του
και η στροφή σε ακόμη
μεγαλύτερη ακίνητα.
Καλοριφέρ ή ξύλα;
Ο μέσος Έλληνας
καταναλωτής προχώρησε τα
τελευταία χρόνια στην
αναζήτηση της πλέον
συμφέρουσας ενεργειακής
λύσης για το… πορτοφόλι
του.
Οι τιμές του πετρελαίου
και του φυσικού αερίου
αλλάζουν συνεχώς με
αποτέλεσμα οι
καταναλωτές να
στρέφονται από το 2020
και μετά στις σόμπες με
καυσόξυλα, στις
ηλεκτρικές συσκευές
(σόμπα, αερόθερμο,
καλοριφέρ) και στο
aircondition. Το
καλοριφέρ αποτελεί,
πλέον, παρελθόν για
αρκετά νοικοκυριά (65,9%
το 2010, 40,8% το 2021)!
Ακόμη και σήμερα το
ενεργειακό τοπίο
εξακολουθεί να παραμένει
ρευστό, καθώς συνεχείς
είναι οι ανατροπές ενώ
οι μακροπρόθεσμες
προβλέψεις καθίστανται
απαγορευτικές.
Έτσι, το ζήτημα της
θέρμανσης βρίσκεται
συνεχώς στο επίκεντρο
του προϋπολογισμού των
νοικοκυριών.
Πού πήγαν τα DVD;
Η «μάχη» για τα DVD
ανήκει πια στο παρελθόν.
Το αποδεικνύουν και τα
στοιχεία όπου το 2010
συσκευή παραγωγής DVD
είχε το 64,9% των
νοικοκυριών, ενώ το 2021
το 22,6%.
Τι συνέβη; Την εποχή του
γρήγορου Internet και
του straming όλα αυτά
μοιάζουν μακρινά, ενώ
για τη νέα γενιά ίσως
αποτελούν ιστορίες…
επιστημονικής φαντασίας.
Μεγάλη στροφή υπήρξε
στους ηλεκτρονικούς
υπολογιστές. Το ποσοστό
των νοικοκυριών που
διαθέτουν ηλεκτρονικό
υπολογιστή συνέχισε να
αυξάνεται και ανήλθε το
2021 σε 76,1% σε σχέση
με 50,2% το 2010.
Και τι να πει κανείς για
την «ανακάλυψη» του
φούρνου μικροκυμάτων. Το
2010 δεν υπήρξε σαν
συσκευή στα ελληνικά
νοικοκυριά, ενώ το 2021
το 55,9% έχει φούρνο
μικροκυμάτων.
Με το πάτημα μόλις ενός
κουμπιού ήταν αρκετό για
να διευκολύνει την
καθημερινότητα
εκατομμυρίων ανθρώπων
και πλέον αποτελεί
απαραίτητη οικιακή
συσκευή για την κουζίνα
κάθε νοικοκυριού. Όπως
επίσης και η ηλεκτρική
κουζίνα και η συσκευή
υγραερίου.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |