|
Ειδικότερα, ως γνωστόν,
ο επικεφαλής αναλυτής
της αμερικανικής
τράπεζας δεν φοβάται να
ξεχωρίσει αποκλίνοντας
από τις εκτιμήσεις της
αγοράς, με την
επενδυτική Ιστορία
πολλάκις να τον
δικαιώνει. Στα τέλη του
2021, ο βετεράνος της
Wall Street υποστήριξε
ότι η bear market θα
επιταχυνθεί λόγω του
τοξικού συνδυασμού των
αυξήσεων
των επιτοκίων της
Ομοσπονδιακής Τράπεζας
και της επιβράδυνσης της
οικονομικής ανάπτυξης —
σενάριο το οποίο ονόμασε
«φωτιά» και «πάγος».
Εκείνη την εποχή, η
αγορά έβλεπε πως η Wall
Street θα αυξανόταν
περίπου κατά 1%, στις
4.825 μον., μέχρι το
τέλος του 2022, αλλά η
τιμή στόχος του Wilson
ήταν ο χαμηλότερη, στις
4.400 μον., ενώ έβλεπε
και πτώση κάτω των
4.000. Η απαισιόδοξη
πρόβλεψη αποδείχτηκε
σωστή, καθώς ο S&P 500
διολίσθησε περίπου 20%
πέρυσι, στις 3.839 μον.
Αλλά το 2023 ήταν μια
διαφορετική ιστορία.
Τον Ιανουάριο, ο CIO της
Morgan Stanley
υποστήριξε ότι ο S&P
500 θα μπορούσε να πέσει
έως και τις 3.000
μονάδες το α’ εξάμηνο
του έτους, καθώς η
αύξηση των εταιρικών
κερδών επιβραδύνθηκε,
πριν προχωρήσει σε
ανάκαμψη στο δεύτερο
εξάμηνο στις 3.900 μον.
Ωστόσο, ο δείκτης έκανε
σχεδόν το αντίθετο,
σημείωσε άνοδο
περισσότερο από 12%, σε
πάνω από 4.300 μον.,
λόγω εξασθένησης του
πληθωρισμού και του
ενθουσιασμού για την
τεχνητή νοημοσύνη.
Ωστόσο, παρόλο που άλλες
επενδυτικές τράπεζες
έχουν αρχίσει να
αυξάνουν τις τιμές
στόχους για τον δείκτη
blue-chip —η Goldman
Sachs, για παράδειγμα,
βλέπει τώρα τον S&P 500
να τελειώνει το έτος
στις 4.500 μον., από
4.000 μον. στην αρχή του
έτους— ο Wilson δεν
είναι υποχωρεί,
επιμένοντας πως η bear
market ζει και
βασιλεύει.
«Με το ράλι του S&P 500
να ξεπερνά τώρα το όριο
του 20%, οι περισσότεροι
δηλώνουν επίσημα τη λήξη
της bear market. Με
σεβασμό διαφωνούμε λόγω
της πρόβλεψής μας για τα
κέρδη για το 2023»,
έγραψε σε σημείωμα της
Δευτέρας. «Η αρκούδα
είναι ακόμα ζωντανή».
Σύμφωνα με τον Wilson,
στο βασικό σενάριο, o
S&P 500 θα υποχωρήσει
περίπου 3% τους
επόμενους 12 μήνες, στις
4.200 μον., αλλά στο
κακό σενάριο ότι ο
δείκτης θα μπορούσε να
πέσει στις 3.700 μον., ή
περίπου στο 14% από τα
τρέχοντα επίπεδα. Όπως
υποστηρίζει, οι μετοχές
βρίσκονται στη μέση μιας
«ύφεσης κερδών» που
δεν έχει αποτιμηθεί και
ότι οι προσδοκίες για τα
κέρδη της Wall Street
παραείναι ισχυρές.
Περισσότεροι από το 70%
των τομέων του S&P 500
έχουν μελλοντικές
προσδοκίες κερδών που
είναι «τουλάχιστον 20%
πάνω από τα προ-COVID
επίπεδα», έγραψε ο
Wilson τη Δευτέρα,
σημειώνοντας ότι ακόμη
και η πρόβλεψη κερδών
της Morgan Stanley για
τον συνολικό δείκτη, που
θεωρείται πτωτική on the
Street, είναι «10% πάνω
από τη γραμμή τάσης
μακροπρόθεσμων κερδών».
Το κλειδί για την
πτωτική θεωρία του
Wilson είναι η ιδέα ότι
η πτώση του πληθωρισμού
θα μειώσει τα εταιρικά
κέρδη, όπως ο
αυξανόμενος πληθωρισμός
συνέβαλε στην αύξησή
τους το 2021. Όπως
ανέφερε, με τον
πληθωρισμό να μειώνεται
και την οικονομική
ανάπτυξη να
επιβραδύνεται,
εισερχόμαστε σε μια
φυσική περίοδο
«συμπίεσης των
περιθωρίων» (margins).
Ο Wilson υποστήριξε
επίσης τη Δευτέρα ότι τα
υψηλότερα επιτόκια
οδηγούν την οικονομία σε
ένα «καθεστώς
άνθησης/κατάρρευσης»
όπως αυτό που
παρατηρήθηκε μετά τον B’
Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως
εξήγησε, τόσο κατά τη
διάρκεια του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου όσο
και της πανδημίας, οι
καταναλωτές συσσώρευσαν
υπερβολικές
αποταμιεύσεις, σε μια
περίοδο που η προσφορά
αγαθών και υπηρεσιών
ήταν περιορισμένη,
προκαλώντας πληθωρισμό
και εκτίναξη στο
χρηματιστήριο όταν
άνοιξε ξανά η οικονομία.
Στη συνέχεια ακολούθησε
μια περίοδος υψηλότερων
επιτοκίων, η οποία
τελικά πυροδότησε μια
bear market και μια
ύφεση, όπως το 1948.
Αλλά πριν η οικονομία
εισέλθει σε αυτή την
ύφεση, υπήρξε ένα
σημαντικό bear market
ράλι που
προσείλκυσε πολλούς
επενδυτές. Ο Wilson
φοβάται ότι οι σύγχρονοι
επενδυτές πέφτουν ξανά
στην ίδια παγίδα. |