Στην
ευρύτερη περιοχή της
Αττικής, καταγράφονται
31.655 αγοραπωλησίες,
ενώ σε εκείνη της
Θεσσαλονίκης ο
αντίστοιχος αριθμός
διαμορφώθηκε σε 21.876.
Από κοινού, οι δύο
μητροπολιτικές περιοχές
αποτελούν το 50% του
συνόλου των πράξεων
μεταβίβασης ακινήτων.
Αντίστοιχα, από τις
49.452 γονικές παροχές,
οι 14.581 εντοπίζονται
στην περιοχή της Αττικής
και 8.901 σε εκείνη της
Θεσσαλονίκης.

Όπως
γράφει η Καθημερινή:
Οι
αυξήσεις αυτές
αποδίδονται σε μια σειρά
από λόγους. Κατ’ αρχάς,
τα μεγέθη του 2020 ήταν
χαμηλότερα λόγω του
ξεσπάσματος της
πανδημίας, η οποία είχε
ως αποτέλεσμα τον
περιορισμό στη
λειτουργία της αγοράς
ακινήτων, μεταθέτοντας
σε μεταγενέστερο χρόνο,
τόσο την απόκτηση
κατοικίας όσο και άλλες
κινήσεις, όπως γονικές
παροχές και δωρεές. Στο
πλαίσιο αυτό, οι
αγοραπωλησίες μειώθηκαν
το 2020 κατά 22,6% σε
74.769 ακίνητα, σε σχέση
με το 2019.
Ενας
ακόμη σημαντικός λόγος
αφορά την αναπροσαρμογή
που έγινε στις τιμές
ζώνης και ως εκ τούτου
και στις αντικειμενικές
αξίες κατά τη διάρκεια
του 2021, με τις
σχετικές αλλαγές να
εφαρμόζονται από την 1η
Ιανουαρίου 2022. Στις
περισσότερες περιοχές
της χώρας η αλλαγή αυτή
μεταφράστηκε σε
υψηλότερο φορολογικό
κόστος, καθώς οι τιμές
προσαρμόστηκαν προς τα
πάνω, με αποτέλεσμα να
πυροδοτηθεί ένα
σημαντικό «κύμα»
αγοραπωλησιών και
γονικών παροχών, με το
πρότερο καθεστώς τιμών
ζώνης.
Ειδικά
ως προς τις γονικές
παροχές, περαιτέρω ώθηση
δόθηκε πέρυσι και λόγω
της κατακόρυφης αύξησης
του αφορολογήτου ορίου
στις 800.000 ευρώ.
Συγκεκριμένα, από την 1η
Οκτωβρίου 2021 αυξήθηκε
το αφορολόγητο όριο για
γονικές παροχές ανά
γονέα, ή δωρεές προς
συγγενείς πρώτου βαθμού,
στις 800.000 ευρώ, τόσο
για την ακίνητη όσο και
για την κινητή
περιουσία. Μέχρι τότε το
αφορολόγητο για ακίνητα
ανερχόταν μέχρι του
ποσού των 150.000 ευρώ,
ενώ για περιουσία αξίας
από 150.000 έως 300.000
ευρώ προβλεπόταν φόρος
1%, που αυξανόταν σε 5%
για περιουσία από
300.000 έως 600.000 ευρώ
και σε 10% για ακίνητα
αξίας άνω των 600.000
ευρώ.
Με βάση
τα ιστορικά στοιχεία των
τελευταίων ετών, οι
αγοραπωλησίες του 2021
ήταν οι υψηλότερες από
το 2010, όταν είχαν
πωληθεί συνολικά 117.948
ακίνητα. Το 2011, το
σχετικό μέγεθος είχε
υποχωρήσει σε 83.665,
ακολουθώντας σταθερά
φθίνουσα πορεία έως και
το 2014. Εκτοτε
παρατηρείται σταθερή
ανάκαμψη του αριθμού των
αγοραπωλησιών, αρχικά
λόγω της τοποθέτησης
κεφαλαίων από ξένους
επενδυτές που θέλησαν να
επωφεληθούν των χαμηλών
τιμών και στη συνέχεια
και από Ελληνες
αγοραστές ή επενδυτές.
Κάπως έτσι, από τα
43.443 ακίνητα που
πωλήθηκαν το 2014, το
σχετικό νούμερο
υπερδιπλασιάστηκε σε
96.662 το 2019, προτού
υποχωρήσει το 2020 ένεκα
της πανδημίας.
Συνολικά
το 2021 οι
συμβολαιογραφικές
πράξεις (κάθε είδους)
που πραγματοποιήθηκαν
ανήλθαν σε 727.610
έναντι 619.944 το 2020
παρουσιάζοντας αύξηση
κατά 17,4%. Σε σχέση με
το 2012 παρατηρείται
αύξηση της τάξεως του
17,2%. Αποτελεί δε τη
δεύτερη καλύτερη επίδοση
μετά το 2019, όταν είχαν
καταγραφεί 919.258
συμβολαιογραφικές
πράξεις. |