|
Όπως σημειώνουν οι
αναλυτές, πρόκειται για
ρυθμούς πολύ καλύτερους
της Ευρωζώνης. Η
ιδιωτική κατανάλωση
αναμένεται να συνεχίσει
να αυξάνεται με καλούς
ρυθμούς, και άρα θα
ευθύνεται για μεγάλο
μέρος της ανάπτυξης του
2023 καθώς και για
περίπου τη μισή από την
ανάπτυξη του 2024 και
του 2025.

Τα πραγματικά εισοδήματα
στην Ελλάδα θα ωφεληθούν
από τον συνδυασμό της
μείωσης του πληθωρισμού
και της αύξησης των
μισθών. Όπως εξηγεί η
Morgan Stanley, μία από
τις βασικές
προτεραιότητες της
κυβέρνησης προεκλογικά
ήταν η αύξηση του
κατώτατου μισθού από τα
επίπεδα των 780 ευρώ στα
950 ευρώ έως το 2027.
Αυτή η αύξηση αναμένεται
να ωθήσει υψηλότερα τους
μισθούς συνολικότερα και
να ενισχύσει τις
προοπτικές για την
ιδιωτική κατανάλωση.

Από την άλλη πλευρά, η
αύξηση των επιτοκίων των
στεγαστικών δανείων θα
μπορούσε να επιβαρύνει
τα νοικοκυριά. Τα
στεγαστικά δάνεια είναι
σε μεγάλο βαθμό
κυμαινόμενου επιτοκίου,
αλλά τα ελληνικά
νοικοκυριά εμφανίζουν
χαμηλότερα επίπεδα
δανεισμού σε σχέση με
την υπόλοιπη Ευρωζώνη,
σημειώνει η Morgan
Stanley, καθώς μόνο ένα
πολύ μικρό μερίδιο του
πληθυσμού έχει
στεγαστικό δάνειο. «Αυτό
αναμένεται να περιορίσει
τις επιπτώσεις από την
αυστηρότερη νομισματική
πολιτική μέσω του
καναλιού των
στεγαστικών», τονίζουν
οι αναλυτές.
Οι επενδύσεις
Η Morgan Stanley εκτιμά
ότι οι επενδύσεις θα
γίνουν η βασική
κινητήριος δύναμη της
ανάπτυξης για το 2024
και το 2025, λόγω της
αύξησης των άμεσων ξένων
επενδύσεων και του
Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό
αντισταθμίζει τις
επιπτώσεις από την
σύσφιγξη της
νομισματικής πολιτικής
και την αύξηση του
κόστους δανεισμού.
Όπως επισημαίνει η
ανάλυση, το συνολικό
σχέδιο της Ελλάδας στο
πλαίσιο του Ταμείου
Ανάκαμψης αντιστοιχεί
στο 17% του ΑΕΠ, με 12,8
δισ. ευρώ να έχουν
εκταμιευτεί ήδη και άλλα
23 δισ. ευρώ να
αναμένονται έως το τέλος
του 2026.
Δημοσιονομικά
Η δημοσιονομική
προσαρμογή συνεχίζεται,
με τον προϋπολογισμό του
2022 να εμφανίζει
πρωτογενές πλεόνασμα και
το χρέος να πέφτει γύρω
στο 170% του ΑΕΠ στα
τέλη του 2022.
Η Morgan Stanley
περιμένει πρωτογενές
πλεόνασμα 2% ήδη από το
2024 και εκτιμά ότι το
χρέος θα παραμείνει σε
καθοδική τροχιά,
πέφτοντας στο 148% του
ΑΕΠ έως τα τέλη του
2025.
Ακόμα και εάν τα
επιτόκια παραμείνουν
υψηλά, το χρέος
αποτελείται κυρίως από
δάνεια του θεσμικού
τομέα, σε σταθερά
επιτόκια, κάτι που
σημαίνει ότι το
επιτοκιακό κόστος δεν
εξαρτάται τόσο από τις
αποφάσεις νομισματικής
πολιτικής.
Τα οφέλη της επενδυτικής
βαθμίδας
Η Morgan Stanley θεωρεί
ότι είναι απλά θέμα
χρόνου να αναβαθμιστεί η
Ελλάδα στην επενδυτική
βαθμίδα και από τους δύο
τελευταίους οίκους που
απομένουν – Moody’s και
Fitch. Η κίνηση αυτή
αναμένεται το αργότερο
μέσα στο πρώτο εξάμηνο
του 2024, με ένα από τα
άμεσα οφέλη να είναι η
είσοδος της Ελλάδας
στους δείκτες καθώς και
η επιλεξιμότητα στο
πλαίσιο των collateral
της ΕΚΤ (και άρα οι
αγορές ελληνικών assets
από την ΕΚΤ).
Η αναβάθμιση στην
επενδυτική βαθμίδα
αναμένεται να ωφελήσει
επίσης την ευρύτερη
ελληνική οικονομία,
μειώνοντας το κόστος
δανεισμού και
προσελκύοντας
περισσότερες επενδύσεις. |