| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Πέμπτη, 00:01 - 05/01/2023

 

Περίληψη: 

Ο Νετανιάχου θέλει να γίνει η ισραηλινή εκδοχή του Βίκτορ Όρμπαν, εξουδετερώνοντας την δικαιοσύνη, ελέγχοντας τα μέσα ενημέρωσης, και καθιστώντας σχεδόν αδύνατο για τους Ισραηλινούς να τον καταψηφίσουν από την εξουσία.

 

 

---------------

Ο Βενιαμίν Νετανιάχου επέστρεψε στην εξουσία με μια αποστολή: να μετατρέψει το Ισραήλ σε ένα ανοιχτά ρατσιστικό αυταρχικό κράτος, το οποίο βάζει τον ορθόδοξο ιουδαϊσμό πάνω από τα ανθρώπινα δικαιώματα, αντιμετωπίζει τους Άραβες πολίτες του ως εχθρούς, και κατεδαφίζει τους ελέγχους και τις ισορροπίες που επιβάλλει ένα ισχυρό, ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα. Ο πρωθυπουργός έχει εξασφαλίσει την εξουσία συγκεντρώνοντας έναν κοινοβουλευτικό συνασπισμό που βλέπει τις δημοκρατικές και φιλελεύθερες ιδέες ως ξένα εμφυτεύματα που στοχεύουν στην υπονόμευση της εβραϊκής ταυτότητας του κράτους.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Βενιαμίν Νετανιάχου, απευθύνεται σε υποστηρικτές του, στην Ορ Γιεχούντα, στο Ισραήλ, τον Οκτώβριο του 2022. Nir Elias / Reuters
 

--------------------------------------------------

Οι συμφωνίες που δεσμεύουν τα κόμματα-μέλη του συνασπισμού αποτελούν ένα προσχέδιο επανάστασης. Τα μέλη έχουν δεσμευτεί να επιτρέψουν τις διακρίσεις εις βάρος των γυναικών, των μη Εβραίων, και των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων «για λόγους θρησκευτικών πεποιθήσεων». Έχουν αποκαλέσει τον μεγάλο αραβικό πληθυσμό στις βόρειες και νότιες περιοχές του Ισραήλ ως «δημογραφική πρόκληση». Οι ισραηλινές πολιτικές συμφωνίες σπάνια εφαρμόζονται κατά γράμμα, αλλά χρησιμεύουν ως δηλώσεις προθέσεων και σηματοδοτούν την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθούν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής. Το τρέχον σύνολο συμφωνιών έχει καταστήσει σαφές ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός της χώρας θα είναι ο πιο δεξιός στην ιστορία του Ισραήλ.

Τρεις πολιτικοί οδηγούν τον ιδεολογικό ζήλο του νέου συνασπισμού, καθένας από τους οποίους κάνει τον Νετανιάχου να μοιάζει μαλθακός. Ο πρώτος είναι ο Itamar Ben-Gvir, οπαδός του ανθρώπου που ίδρυσε την Kach -μια ρατσιστική, υπέρ της βίας πολιτική οργάνωση που κηρύχθηκε τρομοκρατική ομάδα και τέθηκε εκτός νόμου το 1994, αφότου ένας υποστηρικτής της πυροβόλησε και σκότωσε 29 Μουσουλμάνους. Ο ίδιος ο Ben-Gvir έχει μακρύ ιστορικό συλλήψεων και καταδικών για αδικήματα όπως η υποστήριξη της τρομοκρατίας και η υποκίνηση του ρατσισμού. Ο δεύτερος είναι ο Bezalel Smotrich, ο ηγέτης των εξτρεμιστών Εβραίων εποίκων στην Δυτική Όχθη, ο οποίος συνελήφθη το 2005 με περίπου 200 γαλόνια καυσίμων που οι Αρχές υποπτεύονταν ότι σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει για να βλάψει τις εθνικές υποδομές και να εμποδίσει το Ισραήλ να απομακρύνει τους οικισμούς από την Γάζα˙ αφέθηκε ελεύθερος χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες. Το τρίτο πρόσωπο, ο Avi Maoz, ηγείται ενός μικρού αλλά φανατικού θρησκευτικού και υπερεθνικιστικού κόμματος που θέλει να εκκαθαρίσει το εκπαιδευτικό σύστημα, την δημόσια διοίκηση, και τα μέσα ενημέρωσης του Ισραήλ από τους φιλελεύθερους, τις φεμινίστριες, και τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Έχοντας επίγνωση του ιστορικού του Νετανιάχου για αθετημένες υποσχέσεις και ξεκάθαρα ψέματα, αυτοί οι τρεις εξτρεμιστές απαίτησαν και έλαβαν νέες συνταγματικές εξουσίες πριν συμφωνήσουν να τον κάνουν πρωθυπουργό. Ο Ben-Gvir θα ηγηθεί της αστυνομίας και της συνοριοφυλακής του Ισραήλ με πρωτοφανείς υπουργικές εξουσίες. Ο Smotrich θα έχει πιο ελεύθερα χέρια για την επέκταση των οικισμών και την προώθηση της προσάρτησης εδαφών της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ. Ο Maoz θα είναι υπεύθυνος για την εξωσχολική εκπαίδευση και θα λάβει ειδικό προϋπολογισμό για την «ενίσχυση της εβραϊκής ταυτότητας του Ισραήλ».

Ο εναγκαλισμός του Νετανιάχου και με τις τρεις προσωπικότητες του έδωσε μια μοναδική ευκαιρία να διαλύσει το υπάρχον κρατικό σύστημα, το οποίο θεωρεί εχθρικό και ασεβές προς την ηγεσία του. Έκανε τα πρώτα βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση διορίζοντας έναν βαθιά πιστό [σε εκείνον] πολιτικό, τον Yariv Levin, ως υπουργό Δικαιοσύνης, κάποιον που ελπίζει ότι θα εξαφανίσει τις δίκες του για διαφθορά. Ο Νετανιάχου ίσως τελικά να αναγκαστεί να μετριάσει κάποιες από τις αυταρχικές και ιδεολογικά ακραίες συμπεριφορές του για να ικανοποιήσει το διεθνές κοινό. Ο ίδιος μπλόκαρε κάποιες από τις πιο επικίνδυνες ιδέες των Ben-Gvir και Smotrich, όπως η αλλαγή του θρησκευτικού status quo στο Όρος του Ναού της Ιερουσαλήμ με το να επιτραπεί η εβραϊκή προσευχή σε έναν από τους ιερότερους τόπους του Ισλάμ. Αλλά το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ βρίσκεται στα πρόθυρα να μετατραπεί σε μια πλήρη απολυταρχία, και η Δυτική Όχθη βρίσκεται στα πρόθυρα της έκρηξης. Ο Νετανιάχου παίζει με την φωτιά.

ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΥΣ

Ο Νετανιάχου ανέκαθεν έδειχνε δύο πρόσωπα, τον ιδεολογικό ριζοσπάστη και τον λογικό πραγματιστή, προσαρμόζοντας την εικόνα που προτιμούσε στις πολιτικές και διεθνείς περιστάσεις. Ιδεολογικά, βλέπει το Ισραήλ ως εβραϊκό πριν από δημοκρατικό, θεωρεί το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα (και τους Δυτικούς υποστηρικτές του) ως μια αντισημιτική απάτη, και βλέπει με βαθιά καχυποψία κρατικά όργανα όπως ο στρατός, η γραφειοκρατία, και η δικαιοσύνη. Για τον πρωθυπουργό και την θρησκευτική και δεξιά βάση του, τα όργανα αυτά αποτελούν ένα «βαθύ κράτος» που χρησιμεύει ως προπύργιο του παλιού Ισραήλ: αριστερό, κοσμικό, και ανεπαρκώς σιωνιστικό. Τα βλέπει ως έναν μηχανισμό που προσπαθεί να ικανοποιήσει τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους φιλελεύθερους. Από την πρώτη του εκλογή ως πρωθυπουργός το 1996, ο Νετανιάχου ζήτησε την «αντικατάσταση των παλαιών ελίτ» με κοινωνικά συντηρητικούς και σταθερά εθνικιστές νεοφερμένους.

Υπάρχει όμως και ο άλλος Νετανιάχου, η βιογραφία του οποίου μοιάζει με την παλιά λίστα της ελίτ. Γεννήθηκε στην Ρεχάβια, μια γειτονιά της Ιερουσαλήμ που ήταν το πνευματικό κέντρο του Ισραήλ τα πρώτα χρόνια. Φοίτησε στο Τεχνολογικό Ίδρυμα της Μασαχουσέτης και ήταν αξιωματικός των Ειδικών Δυνάμεων στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις. Είναι επίσης προσωπικά κοσμικός (ο Νετανιάχου δεν έχει ποτέ αρνηθεί την απεικόνισή του από τα μέσα ενημέρωσης ως άθεου) και πιστεύει στην δύναμη της μοναχικής ιδιοφυΐας κατά το στυλ της Άιν Ραντ και στην σοφία των πλουτοκρατών δισεκατομμυριούχων. Αυτή η εκδοχή του Νετανιάχου εμφανιζόταν κάθε φορά που τα εκλογικά αποτελέσματα τον ανάγκαζαν να κάνει συμφωνίες με το πολιτικό κέντρο ή όταν αντιμετώπιζε αφόρητες πιέσεις από τις ΗΠΑ να αναζωογονήσει την ειρηνευτική διαδικασία με τους Παλαιστίνιους και να κάνει διπλωματικές παραχωρήσεις.

Η πρώτη θητεία του Νετανιάχου ως πρωθυπουργού έληξε το 1999, όταν οι προσπάθειές του να ηγηθεί μιας συντηρητικής επανάστασης και να σταματήσει την εφαρμογή των συμφωνιών του Όσλο -στις οποίες το Ισραήλ και η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης συμφώνησαν να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον και να εργαστούν για μια λύση δύο κρατών- συνάντησαν την συνδυασμένη αντίσταση του ισραηλινού πολιτικού κατεστημένου και της κυβέρνησης Κλίντον. Σε απάντηση, ο Νετανιάχου άρχισε να στηρίζεται στα πιο ρεαλιστικά του διαπιστευτήρια. Αυτό απέδωσε το 2009, όταν έγινε και πάλι πρωθυπουργός σχηματίζοντας συνασπισμό με τον Εχούντ Μπαράκ, τον ηγέτη του Εργατικού Κόμματος που τον είχε νικήσει μια δεκαετία νωρίτερα. Το 2013, παρέτεινε την θητεία του ως πρωθυπουργός συνεργαζόμενος με δύο κεντρώα κόμματα. Εκείνα τα χρόνια, οι κύριες πολιτικές προσπάθειες του Νετανιάχου επικεντρώθηκαν στην εξωτερική πολιτική. Κατάφερε να εκτροχιάσει την προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να επαναλάβει την ειρηνευτική διαδικασία Ισραήλ-Παλαιστίνης, αλλά απέτυχε να πείσει την Ουάσινγκτον και τους επικεφαλής της άμυνας και των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ να υποστηρίξουν μια επίθεση εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν. Απέτυχε επίσης να εμποδίσει την πυρηνική συμφωνία του Ομπάμα με την Τεχεράνη.

Στην συνέχεια, το 2015, σχεδόν 20 χρόνια μετά την πρώτη προσπάθεια του Νετανιάχου να σύρει το Ισραήλ προς τα δεξιά, οι ιδεολόγοι κέρδισαν μια σαφή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ήταν και πάλι σε θέση να αναλάβει τα καθήκοντά του με έναν αμιγώς δεξιό και υπερορθόδοξο συνασπισμό και να αναβιώσει το παλιό, ανεκπλήρωτο όνειρό του να «αντικαταστήσει τις ελίτ». Με έναν ισχυρό ούριο άνεμο από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παραμέρισε το παλαιστινιακό ζήτημα και επικεντρώθηκε στην προώθηση της εβραϊκής ισχύος. Οι προσπάθειες αυτές κορυφώθηκαν το 2018 με την ψήφιση ενός νέου Βασικού Νόμου που όριζε την χώρα ως «έθνος-κράτος του εβραϊκού λαού». Ο Νόμος υποσχέθηκε να προωθήσει εβραϊκούς οικισμούς σε ολόκληρη την χώρα για να εμποδίσει την επέκταση των αραβικών κοινοτήτων και να επιτρέψει μικρές πόλεις μόνο για Εβραίους. Δήλωνε ότι μόνο ο εβραϊκός λαός είχε εθνικά συλλογικά δικαιώματα, και δεν περιείχε ρήτρες που να εγγυώνται την ισότητα για τους μη εβραίους Ισραηλινούς. Επειδή η χώρα δεν έχει επίσημο σύνταγμα, οι Βασικοί Νόμοι χρησιμεύουν ως η de facto εκδοχή του, και η ψήφιση αυτού του Νόμου είχε ως στόχο να τερματιστεί η κυριαρχία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας των πολιτών στις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ.

Ωστόσο, λίγο μετά την υπογραφή του νομοσχεδίου για το έθνος-κράτος, ο συνασπισμός του Νετανιάχου διαλύθηκε, και το Ισραήλ βυθίστηκε σε τέσσερα χρόνια πολιτικής κρίσης. Η αναταραχή συνέπεσε με μια ποινική έρευνα για τις δραστηριότητες του Νετανιάχου, η οποία οδήγησε στην απαγγελία κατηγοριών και στην δίκη του με τριπλή κατηγορία διαφθοράς. Οι κατηγορίες χώρισαν το Ισραήλ σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα: τους «Bibists» (το παρατσούκλι του Νετανιάχου είναι «Bibi») και τους «Just No Bibists». Η πρώτη ομάδα παρουσίασε την δίκη στο περιφερειακό δικαστήριο της Ιερουσαλήμ ως ένα σχέδιο του βαθέος κράτους για να απαλλαγεί από τον πολιτικό του εχθρό μέσω του νομικού συστήματος. Το κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου, το οποίο κυριαρχεί στην ισραηλινή πολιτική από το 1977, μετατράπηκε σε μια αίρεση προσωπικότητας γύρω από τον ηγέτη του. Τον Δεκέμβριο, ο γιος του Νετανιάχου, ο Γιαΐρ, ο οποίος λειτουργεί ως το δημόσιο alter ego του πατέρα του που δεν έχει όρια, ζήτησε να δικαστούν οι εισαγγελείς και οι αστυνομικοί ερευνητές της υπόθεσης για προδοσία, υπονοώντας ότι τους αξίζει η θανατική ποινή. Ως συνήθως, ο Νετανιάχου εξέφρασε μια ήπια διαφωνία.

Από την άλλη πλευρά, οι αντίπαλοι του Νετανιάχου σε όλο το πολιτικό φάσμα ενώθηκαν σε μια προσπάθεια να τον εκδιώξουν. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια, αλλά αφότου τρεις σημαντικοί δεξιοί πολιτικοί αποσχίστηκαν από το στρατόπεδο του Νετανιάχου, ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ έχασε την εξουσία. Στην θέση του ήρθε μια αυτοαποκαλούμενη «κυβέρνηση αλλαγής» με επικεφαλής τον Ναφτάλι Μπένετ, πλέον έναν συνταξιούχο ακροδεξιό πολιτικό, και τον Γιαΐρ Λαπίντ, ο οποίος ηγείται του κεντρώου κόμματος Yesh Atid. Ο κυβερνητικός τους συνασπισμός περιελάμβανε επίσης την σιωνιστική αριστερή πτέρυγα και, για πρώτη φορά στην ιστορία του Ισραήλ, ένα αραβικό κόμμα.

Στην αρχή, η κυβέρνηση Μπένετ-Λαπίντ μπόρεσε να επιδείξει ένα επιχειρηματικό στυλ διακυβέρνησης. Αλλά τελικά απέτυχε να παρουσιάσει ένα πειστικό όραμα ή [μια πειστική] κατεύθυνση πέρα από τον να κρατά τη νέμεσή του μακριά από την εξουσία. Ο συνασπισμός αλλαγής συμφώνησε να παρακάμψει το παλαιστινιακό ζήτημα και τις θρησκευτικές-κοσμικές διαιρέσεις, χωρίς αποτέλεσμα. Οι υποκείμενες συγκρούσεις της χώρας επέστρεψαν για να την στοιχειώσουν, επιτρέποντας στον Νετανιάχου να απομακρύνει το μικρό κόμμα του Μπένετ και τελικά να αναγκάσει τον συνασπισμό να διαλυθεί. Την 1η Νοεμβρίου, οι Ισραηλινοί επέστρεψαν στις κάλπες [1].

Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΣ

Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2022, το στρατόπεδο του Just No Bibi απέτυχε να ενωθεί, βυθιζόμενο σε προσωπικές αντιπαλότητες. Εν τω μεταξύ, ο Νετανιάχου συσπείρωσε την βάση του. Τον βοήθησε η συγκλονιστική άνοδος του Ben-Gvir, που προηγουμένως ήταν περιθωριακή φιγούρα της ακροδεξιάς. Ο Ben-Gvir κατέβηκε με μια πλατφόρμα νόμου και τάξης: ένας ελάχιστα καλυμμένος ευφημισμός για να γίνει η αραβική κοινωνία του Ισραήλ, που μαστίζεται από πρωτοφανή επίπεδα εγκληματικότητας, ο εσωτερικός εχθρός της χώρας. Υποσχέθηκε να δείξει στους Ισραηλινούς Άραβες «ποιος είναι ο ιδιοκτήτης». Μαζί, τα κόμματα του Ben-Gvir, του Smotrich, και του Maoz (τα οποία κατέβηκαν ως συνδυασμένο πακέτο) ήρθαν τρίτα στην ψηφοφορία μετά το Likud και το Yesh Atid, συμβάλλοντας στο να αποκτήσει ο συνασπισμός του Νετανιάχου 64 από τις 120 κοινοβουλευτικές έδρες. Για τον Νετανιάχου, το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλύτερο από εκείνο που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Πράγματι, σε σύγκριση με την πρόσφατη ιστορία του Ισραήλ με εκλογικά αποτελέσματα εντός του στατιστικού λάθους και με ελάχιστες διαφορές, ήταν σαρωτική [νίκη].

Καθώς σχημάτιζε τη νέα του κυβέρνηση, ο Νετανιάχου προσπάθησε να πάρει αποστάσεις από τους υπερορθόδοξους, ρατσιστές, και ομοφοβικούς εταίρους του. Έδωσε συνεντεύξεις σε συντηρητικά αμερικανικά μέσα ενημέρωσης στα οποία υποσχέθηκε ότι θα είναι ο υπεύθυνος παρά ότι θα υποκύψει στους πολιτικούς του εταίρους, ακόμη και όταν διαπραγματεύτηκε συμφωνίες που ζητούσαν ρητά μέτρα για την προώθηση της εβραϊκής υπεροχής. Ο Νετανιάχου επέστρεψε, με άλλα λόγια, στο να παίζει δύο ρόλους ταυτόχρονα: διαβεβαίωσε τους φιλελεύθερους ότι θα προστατεύσει τον κοσμικό τρόπο ζωής τους από τον θρησκευτικό ζήλο, ενώ είπε στους συντηρητικούς ότι θα εκπληρώσει τα όνειρά τους.

Στην πραγματικότητα, φυσικά, ο Νετανιάχου δεν μπορεί να τα έχει και τα δύο, και ο ριζοσπαστικός συνασπισμός αποκαλύπτει τις πραγματικές, αυταρχικές προθέσεις του. Το ίδιο ισχύει και για τις προτεινόμενες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του, οι οποίες βρίσκονται ρητά στην κορυφή της ατζέντας της κυβέρνησης. Στοχεύουν στην καταστροφή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και στην διάλυση ενός συστήματος στο οποίο οι νομικοί σύμβουλοι έχουν δικαίωμα βέτο επί των υπουργικών και γραφειοκρατικών αποφάσεων: μια πρόταση θα έδινε στην κυβέρνηση την εξουσία να παρακάμπτει τις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ο Νετανιάχου διόρισε τον Λεβίν, ο οποίος έχει περιγράψει το δικαστικό σώμα του Ισραήλ ως παρακλάδι της άκρας αριστεράς, ως επικεφαλής των μεταρρυθμίσεων. Ως υπουργός Δικαιοσύνης, το αφανές άλλο καθήκον του Λεβίν θα είναι να βρει έναν νομικό τρόπο να εκτροχιάσει την δίκη του Νετανιάχου, απαλλάσσοντας το αφεντικό του από αυτό το βάρος.

Σε αντάλλαγμα για την υποστήριξη των μεταρρυθμίσεων του Νετανιάχου, οι υπερορθόδοξοι, οι οποίοι τον έχουν στηρίξει σταθερά κατά την διάρκεια των ετών της πολιτικής αναταραχής, θα λάβουν ισχυρότερες εξαιρέσεις από το νομοσχέδιο. (Είναι ήδη de facto απαλλαγμένοι από την στρατιωτική θητεία, αλλά η εξαίρεση αυτή αντιμετωπίζει νομικές προκλήσεις που η ραββινική ηγεσία θέλει να εξαλείψει). Οι υπερορθόδοξοι θα απολαύσουν επίσης νέους κανόνες και έναν επιπλέον προϋπολογισμό που θα διευκολύνει τα σχολεία τους να αποφεύγουν την διδασκαλία αγγλικών και μαθηματικών στα αγόρια, αφήνοντάς τα να μελετούν μόνο θρησκεία. Δεν θα υπάρχουν δημόσιες συγκοινωνίες το Σάββατο, και η κυβέρνηση θα θεωρεί τις ραβινικές σπουδές ισοδύναμες με τα ακαδημαϊκά πτυχία κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων για θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα. Τα κοσμικά σχολεία θα λαμβάνουν περισσότερη θρησκευτική κατήχηση. Θα γίνει νόμιμος ο διαχωρισμός των ανθρώπων ανάλογα με το φύλο σε δημόσιους χώρους, από πολιτιστικές εκδηλώσεις μέχρι τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ακόμη και σήμερα, οι γυναίκες αναγκάζονται να κάθονται στο πίσω μέρος των λεωφορείων που εξυπηρετούν ορισμένες υπερορθόδοξες κοινότητες. Τώρα τέτοιες μισογυνιστικές πολιτικές θα λάβουν νομική ευλογία.

Ίσως το πιο ανησυχητικό για τους διεθνείς παρατηρητές είναι ότι ο Νετανιάχου θα επιμείνει στην δήλωσή του ότι μόνο ο εβραϊκός λαός έχει το δικαίωμα σε ολόκληρη την Γη του Ισραήλ, η οποία βρίσκεται στην κορυφή των επίσημων κατευθυντήριων γραμμών της νέας κυβέρνησης. Για να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του «να προωθήσει και να αναπτύξει εποικισμούς» σε όλο το έδαφος που ελέγχει το Ισραήλ, ο Νετανιάχου θα επεκτείνει την παρουσία των Εβραίων στην Δυτική Όχθη αρπάζοντας περισσότερη γη από τους Παλαιστίνιους. Η κυβέρνησή του θα ενσωματώσει περαιτέρω τους υπάρχοντες οικισμούς στο ισραηλινό νομικό και κυβερνητικό σύστημα με βήματα όπως η απόδοση πλήρους νομικού καθεστώτος στα φυλάκια που χτίστηκαν χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης. Για να επιτύχει αυτούς τους σκοπούς, ο Νετανιάχου έχει παράσχει στον Smotrich υπερεξουσίες επί των οικισμών. Σχεδιάζει να υιοθετήσει μια σειρά από μέτρα, όπως η φύτευση δέντρων σε ακατοίκητα εδάφη και η προώθηση των Εβραίων βοσκών, για να απομακρύνει τους Παλαιστίνιους από τα εδάφη που το Ισραήλ λαχταρά.

Για τους Παλαιστίνιους, τα μέτρα της κυβέρνησης είναι πιθανό να κάνουν μια τρομερή κατάσταση ακόμη χειρότερη. Η Δυτική Όχθη έχει γίνει μάρτυρας μιας αύξησης της βίας, με εξάπλωση στο Ισραήλ. Από τον Μάρτιο του 2022, ορισμένοι Παλαιστίνιοι -κυρίως μεμονωμένοι δράστες και μέλη αυτοσχέδιων μαχητικών ομάδων- αύξησαν τις επιθέσεις τους εναντίον Ισραηλινών, καθώς οι Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας επέκτειναν τις επιχειρήσεις τους βαθιά μέσα στις παλαιστινιακές πόλεις Τζενίν και Ναμπλούς, αμφότερες εστίες αντίστασης στην κατοχή από τότε που η περιοχή διοικείτο από τους Βρετανούς. Το 2022, 31 Ισραηλινοί, τόσο πολίτες όσο και προσωπικό ασφαλείας, σκοτώθηκαν από Παλαιστίνιους, ενώ 147 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν από τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας στην Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Τέσσερις ακόμη Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν από Εβραίους εποίκους, ένας σκοτώθηκε είτε από στρατιώτη είτε από έποικο, και τέσσερις μη Ισραηλινοί Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και αστυνομίας εντός του Ισραήλ. Η βίαιη αυτή κατάσταση επιδεινώνεται από την προχωρημένη ηλικία του Μαχμούντ Αμπάς, του 87χρονου ηγέτη της Παλαιστινιακής Αρχής, η οποία πολεμά διπλωματικά το Ισραήλ και συνεργάζεται μαζί του σε θέματα ασφαλείας, και από την κρίση διαδοχής στην ΠΑ. Η Παλαιστινιακή Αρχή χάνει επίσης τον έλεγχό της σε πόλεις-κλειδιά της Δυτικής Όχθης -αν η κυβέρνηση του Ισραήλ χρησιμοποιήσει νέα μέτρα για την περαιτέρω αποδυνάμωσή της, είναι πιθανό να ακολουθήσει περισσότερη βία.

Ο ΟΡΜΠΑΝ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

Με μειωμένους εσωτερικούς ελέγχους στην εξουσία του Νετανιάχου, τα εξωτερικά κράτη θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στον καθορισμό του πόσες αυταρχικές και ρατσιστικές πολιτικές μπορεί να θέσει σε εφαρμογή. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, θα αντιταχθεί στα πιο ριζοσπαστικά μέτρα. Όταν τηλεφώνησε για να συγχαρεί τον Νετανιάχου για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, ο Μπάιντεν προειδοποίησε τον πρωθυπουργό ότι η Ουάσινγκτον «θα συνεχίσει να υποστηρίζει την λύση των δύο κρατών και να αντιτίθεται σε πολιτικές που θέτουν σε κίνδυνο την βιωσιμότητά της ή έρχονται σε αντίθεση με τα κοινά συμφέροντα και τις αξίες μας». Η δήλωση αυτή κατέστησε σαφές ότι ο Μπάιντεν θα αποτρέψει οποιαδήποτε προσπάθεια για την πλήρη προσάρτηση εδαφών της Δυτικής Όχθης. Ο Νετανιάχου θα περιοριστεί επίσης κάπως από τις Συμφωνίες του Αβραάμ [2] του 2020, οι οποίες εξομάλυναν τις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και του Μπαχρέιν, του Μαρόκου, και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, και οι οποίες υπογράφηκαν με αντάλλαγμα την αποχή του Ισραήλ από τις προσαρτήσεις.

Αλλά δεν είναι σαφές το πόσο η διεθνής κοινότητα θα αντιμετωπίσει πραγματικά τη νέα κυβέρνηση του Ισραήλ, πέρα από την άσκηση συμβολικής κριτικής. Ο Ομπάμα, για παράδειγμα, επέκρινε συχνά τον Νετανιάχου για τις πολιτικές του απέναντι στους Παλαιστίνιους, αλλά απέφυγε συγκεκριμένα μέτρα, όπως η υποστήριξη αυστηρότερων ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, που θα ανάγκαζαν τον πρωθυπουργό να αλλάξει πορεία. Αντιθέτως, παρά τις βαθιές διαφωνίες τους για το Ιράν και την Παλαιστίνη, ο Ομπάμα επέκτεινε την στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισραήλ. Το αν οι εκπρόσωποι κυβερνήσεων θα συμφωνήσουν να συναντηθούν με τον Ben-Gvir και τον Smotrich ή θα τους μποϊκοτάρουν, θα είναι μια πρώτη δοκιμασία για το πόσο σοβαροί είναι στο να αμφισβητήσουν τον Νετανιάχου. Το επίπεδο της υποστήριξης δεν θα είναι μικρή υπόθεση για τον πρωθυπουργό, ο οποίος έχει αναλάβει μεγάλες διεθνείς δεσμεύσεις, όπως ο βομβαρδισμός των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν και η ειρήνευση με την Σαουδική Αραβία. Χρειάζεται όλη την εξωτερική υποστήριξη που μπορεί να πάρει.

Αλλά ανεξάρτητα από το πόση διεθνή υποστήριξη θα λαμβάνει ο Νετανιάχου, το Ισραήλ εισέρχεται σε μια νέα φάση που το φέρνει πιο κοντά σε αυταρχικά κράτη όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία, και η Τουρκία. Ο Νετανιάχου θέλει να γίνει η ισραηλινή εκδοχή του Βίκτορ Όρμπαν, εξουδετερώνοντας την δικαιοσύνη, ελέγχοντας τα μέσα ενημέρωσης, και καθιστώντας σχεδόν αδύνατο για τους Ισραηλινούς να τον καταψηφίσουν από την εξουσία. Το στρατόπεδο «Just No Bibi» θα πρέπει να παραμερίσει τις διαφορές του και να ανασυνταχθεί γύρω από έναν αγώνα για τις πολιτικές ελευθερίες, την ελευθερία της έκφρασης, και την ισότητα, αν θέλει να σώσει ό,τι έχει απομείνει από την εύθραυστη δημοκρατία του Ισραήλ.

Ο ALUF BENN είναι αρχισυντάκτης της [εφημερίδας] Haaretz.

Foreign Affairs

https://foreignaffairs.gr/articles/73969/aluf-benn/o-netaniaxoy-xoris-oria?page=show

https://www.foreignaffairs.com/israel/netanyahu-unbound

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum