| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Παρασκευή, 00:01 - 09/06/2023

 

Περίληψη: 

Η επιστροφή σε μια τάξη ασφαλείας που μοιάζει με τον Ψυχρό Πόλεμο στην Ευρώπη είναι πλέον γεγονός. Η Ουκρανία έχει γίνει το κομβικό σημείο αυτής της νέας τάξης. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ μπορεί να μην είναι ακόμη στα χαρτιά για το Κίεβο, αλλά το να αφεθεί η Ουκρανία χωρίς μια αξιόπιστη ρύθμιση ασφαλείας θα ήταν σοβαρό λάθος.

 

 

-----------------------------

Παρόλο που η από καιρό προγραμματισμένη επιθετική επιχείρηση της Ουκρανίας βρίσκεται ακόμη στις αρχικές της φάσεις, δεν είναι πολύ νωρίς για να αρχίσει η χαρτογράφηση του τι θα ακολουθήσει. Βραχυπρόθεσμα, η απάντηση είναι προφανής: οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους πρέπει να συνεχίσουν να διοχετεύουν όπλα και εκπαίδευση στην Ουκρανία για να μπορέσει το Κίεβο να απελευθερώσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εδάφους του φέτος. Αλλά απαιτείται επίσης σχεδιασμός για το μακροπρόθεσμο μέλλον, και αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο. Όπως έχουν δείξει οι τελευταίοι 15 μήνες, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, δεν είναι πιθανό να εγκαταλείψει τον στόχο του να κυριαρχήσει στην Ουκρανία, ακόμη και μπροστά σε στρατιωτικές οπισθοδρομήσεις. Παρόλα αυτά, ο πόλεμος θα εισέλθει τελικά σε μια φάση χαμηλότερης έντασης, και όταν γίνει αυτό, θα πρέπει να υπάρξουν σταθερές ρυθμίσεις ασφαλείας που θα προστατεύουν την Ουκρανία και θα την συνδέουν στενότερα με την Ευρώπη.

Ουκρανός στρατιώτης, στη Μπαχμούτ, στην Ουκρανία, τον Μάιο του 2023. Serhii Nuzhnenko / Radio Free Europe/Radio Liberty / Reuters
 

----------------------------------------------------

Ενόψει της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους τον Ιούλιο, ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, πιέζει να γίνει η χώρα του δεκτή στην συμμαχία, αν και αναγνωρίζει ότι αυτό είναι «αδύνατο» μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος. Η Ουκρανία αντιμετωπίζει επίσης μακρύ δρόμο στην προσπάθειά της να γίνει μέλος της ΕΕ, η οποία προσφέρει την δική της εγγύηση ασφαλείας. Μια λύση στο μεταξύ θα ήταν η δημιουργία αλληλένδετων πολυμερών συμφωνιών που θα μπορούσαν να συντηρήσουν έναν καλά εκπαιδευμένο και καλά εξοπλισμένο ουκρανικό στρατό. Η Δύση μπορεί να ενισχύσει αυτήν την ρύθμιση, η οποία διαμορφώνεται εν μέρει σύμφωνα με την αμυντική σχέση των ΗΠΑ με το Ισραήλ, με την ανάληψη σαφών, κωδικοποιημένων, μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων προς την Ουκρανία, ώστε να διασφαλιστεί ότι το Κίεβο θα μπορεί να σχεδιάσει τις μελλοντικές ανάγκες ασφαλείας του. Αυτή η προσέγγιση θα δώσει στην Ουκρανία ασφάλεια μέχρι να γίνει μέλος της ΕΕ και -ίσως μια μέρα- του ΝΑΤΟ, χωρίς να κλείσει την πόρτα σε μια ενδεχόμενη αποκλιμάκωση με την Ρωσία.

Η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της θα πρέπει να δημιουργήσουν έναν ισχυρό συνασπισμό ομοϊδεατών χωρών για να υποστηρίξουν ένα τέτοιο πλαίσιο, ώστε να καταστήσουν σαφές ότι το Κίεβο έχει τη μακροπρόθεσμη υποστήριξη της Δύσης. Υπάρχουν ενθαρρυντικά σημάδια ότι η διαδικασία αυτή έχει ήδη ξεκινήσει: το Πεντάγωνο συνεργάζεται με την Ουκρανία για τον σχεδιασμό των μελλοντικών αμυντικών της δυνάμεων και ένα μέρος της αμερικανικής βοήθειας έχει διατεθεί για τον σκοπό αυτό. Η ανακοίνωση τον Μάιο ότι οι Ουκρανοί πιλότοι θα αρχίσουν να εκπαιδεύονται σε αεροσκάφη F-16 εν αναμονή της ενδεχόμενης παράδοσης αυτών των αεροσκαφών σηματοδοτεί την επιθυμία των εταίρων της Ουκρανίας να οικοδομήσουν τις στρατιωτικές δυνατότητες της χώρας πέρα από αυτό που χρειάζεται εδώ και τώρα. Αυτό πρέπει να συνεχιστεί. Αλλά χρειάζονται περισσότερα για να δημιουργηθεί βεβαιότητα σχετικά με την διάρκεια της υποστήριξης της Δύσης και να βγει ο Πούτιν από την αυταπάτη της ιδέας ότι ο χρόνος είναι με το μέρος του. Νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις από τους εταίρους της Ουκρανίας, ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσαν να συμβάλουν σε μεγάλο βαθμό στο να καταρρεύσει η πολεμική αισιοδοξία του Πούτιν και να αναγκαστεί να υπολογίσει το γεγονός ότι η Ουκρανία δεν θα ανήκει ποτέ στην Ρωσία.

ΤΟ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟ ΜΟΝΤΕΛΟ

Η μελλοντική ασφάλεια της Ουκρανίας εξαρτάται από τον αποτελεσματικό σχεδιασμό και τις αξιόπιστες δεσμεύσεις των εταίρων της. Για τον σκοπό αυτό, οι ηγέτες της έχουν αρχίσει να μελετούν τις συμφωνίες σε ξένες χώρες για να βρουν στοιχεία για το πώς η δική τους χώρα μπορεί να προστατευτεί. Έχουν σοφά εστιάσει στο Ισραήλ ως πρότυπο. Ο ικανός στρατός και οι υπηρεσίες πληροφοριών του Ισραήλ, η ισχυρή αμυντική βιομηχανία του, και η βαθιά στρατιωτική του σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν το πώς μια χώρα χωρίς επίσημες συμμαχίες μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της και να αποτρέψει εχθρικούς γείτονες. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η ουκρανική κυβέρνηση παρουσίασε το Σύμφωνο Ασφαλείας του Κιέβου, μια ιδέα που αποσκοπεί στη μετατροπή της Ουκρανίας σε ένα ευρωπαϊκό Ισραήλ. Προβλέπει μια «προσπάθεια πολλών δεκαετιών» από τους εταίρους του Κιέβου για να βοηθήσουν την Ουκρανία να οικοδομήσει μια «ισχυρή εδαφική αμυντική στάση» με την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό του στρατού της, την παροχή υποστήριξης από τις υπηρεσίες πληροφοριών, και την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής συνεργασίας. Η στρατηγική διαμορφώνεται γύρω από την αποτροπή μέσω της άρνησης (deterrence by denial) -καθιστώντας αδύνατη για την Ρωσία την επίτευξη των στόχων της στην Ουκρανία με στρατιωτική βία- και όχι γύρω από τις απειλές μελλοντικής τιμωρίας. Πρόσφατες ομιλίες του Γάλλου προέδρου, Εμμανουέλ Μακρόν, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υποδηλώνουν ότι οι Δυτικοί ηγέτες συζητούν πώς να το κάνουν αυτό να λειτουργήσει στην πράξη.

Η Ουκρανία και οι εταίροι της θα μπορούσαν να βρουν ένα χρήσιμο πρότυπο στη μακροχρόνια καταστατική δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για ποιοτικό στρατιωτικό πλεονέκτημα του Ισραήλ, δηλαδή την ικανότητά του να αποτρέψει και, αν χρειαστεί, να νικήσει έναν μεγαλύτερο αντίπαλο διαθέτοντας ανώτερες τεχνολογίες και τακτικές. Αλλά οι καταστάσεις δεν είναι ακριβώς ανάλογες. Ο αντίπαλος της Ουκρανίας διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο, ενώ οι αντίπαλοι του Ισραήλ, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν διαθέτουν τέτοια όπλα. Επιπλέον, το Κίεβο, σε αντίθεση με το Τελ Αβίβ, δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα. Από την άλλη πλευρά, η Ουκρανία είναι μια πολύ μεγαλύτερη χώρα από το Ισραήλ. Μπορεί να διαθέσει μια σημαντική, καλά εξοπλισμένη, και ταχείας αντίδρασης δύναμη που να είναι ικανή να προκαλέσει σοβαρές απώλειες σε έναν τρομερό εισβολέα, όπως έχει αποδείξει ο στρατός της εναντίον της Ρωσίας από την έναρξη του πολέμου.

Η Δύση θα πρέπει να υιοθετήσει έναν νέο όρο, όπως «ποιοτική αποτρεπτική ισορροπία», που να ταιριάζει στη μοναδική περίπτωση της Ουκρανίας. Με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να δεσμευτεί να διασφαλίσει ότι το Κίεβο θα διαθέτει ένα μείγμα ανώτερου εξοπλισμού, εκπαίδευσης, και τεχνολογίας που θα στοχεύει στην αντιστοίχιση ή την αντιστάθμιση των αριθμητικών πλεονεκτημάτων της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης μακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, το πλεονέκτημα της Ρωσίας στην αεροπορική ισχύ είναι σημαντικό. Η Ουκρανία δεν χρειάζεται, και πράγματι δεν μπορεί, να διατηρήσει μια τεράστια και δαπανηρή αεροπορία που να μπορεί να ανταγωνιστεί ή να ξεπεράσει την ρωσική. Η ουκρανική πολεμική αεροπορία μπορεί, ωστόσο, να προστατεύσει τον ουρανό της μέσω ενός καλά μελετημένου συνδυασμού πολυεπίπεδης και ολοκληρωμένης επίγειας αεράμυνας, που συμπληρώνεται από μια ευέλικτη αεροπορία και άλλες δυνατότητες οι οποίες μπορούν να κρατήσουν στρατηγικούς στρατιωτικούς στόχους εντός της Ρωσίας σε κίνδυνο.

Μια αξιόπιστη μελλοντική δύναμη αυτού του είδους απαιτεί μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση. Για τον καθορισμό των επιπέδων και της βιωσιμότητάς της, οι Δυτικοί ηγέτες θα πρέπει, και πάλι, να κοιτάξουν το Ισραήλ ως παράδειγμα. Από το 1999, οι ηγέτες των ΗΠΑ και του Ισραήλ έχουν υπογράψει μια σειρά δεκαετών μνημονίων κατανόησης (memorandums of understanding, MoU) που καθορίζουν τα επίπεδα της αμερικανικής βοήθειας για την ασφάλεια. Το πιο πρόσφατο Μνημόνιο, που υπογράφηκε το 2016, ήταν ύψους 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το Κογκρέσο έχει σε μεγάλο βαθμό διαθέσει κονδύλια σύμφωνα με τα επίπεδα που ορίζονται από αυτές τις συμφωνίες. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, ένα διαφανές όραμα για τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση, όπως ορίζεται σε μια σειρά διμερών μνημονίων συμφωνίας, θα παρείχε αποδοτικότητα κόστους, επιτρέποντας τον υγιή μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και την απόκτηση σημαντικών αμυντικών συστημάτων. Θα αντιμετώπιζε επίσης τις ανησυχίες του Κογκρέσου σχετικά με την παροχή στην Ουκρανία «λευκής επιταγής» μέσω επανειλημμένων συμπληρωματικών προϋπολογισμών εκτός της τακτικής διαδικασίας πιστώσεων. Με την πάροδο του χρόνου, ένα πολυετές πλαίσιο χρηματοδότησης θα εξυπηρετούσε επίσης την εξισορρόπηση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής υποστήριξης προς την Ουκρανία, στον βαθμό που οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα είναι πιο πρόθυμοι να κάνουν σημαντικές δεσμεύσεις αν είναι βέβαιοι για την διαρκή δέσμευση της Ουάσινγκτον.

Η ανάπτυξη ενός μοντέλου κόστους για τις μελλοντικές δυνάμεις της Ουκρανίας θα είναι ένα πολύπλοκο έργο. Η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία της σύγκρουσης περιπλέκει τις σταθερές παραδοχές σχεδιασμού. Αν ο πόλεμος συνεχιστεί με υψηλή ένταση, η αναγκαιότητα να συντηρηθούν οι άμεσες ανάγκες της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης θα υπερτερεί εκείνων της μελλοντικής της δύναμης. Αλλά μόλις ο πόλεμος εισέλθει σε μια λιγότερο εντατική φάση, ίσως μετά την φετινή αντεπίθεση, θα πρέπει να ξεκινήσει η στρατιωτική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Ένας αρχικός γύρος μνημονίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να χρηματοδοτήσει τον επανεξοπλισμό, ο οποίος θα πρέπει να προγραμματιστεί να εκτυλιχθεί σε διάστημα αρκετών ετών. Αργότερα, η Ουκρανία και οι εταίροι της μπορούν να αναζητήσουν σε μια χώρα όπως η Πολωνία, με παρόμοιο πληθυσμιακό μέγεθος και εγγύτητα με την Ρωσία, στοιχεία για την διατήρηση μιας σύγχρονης, καλά εκπαιδευμένης ένοπλης δύναμης σε καιρό ειρήνης.

ΜΗΝ ΜΕ ΞΕΓΕΛΑΣΕΙΣ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ

Μια μελλοντική ρύθμιση ασφαλείας για την Ουκρανία πρέπει να οικοδομηθεί σε στέρεα νομικά και πολιτικά θεμέλια. Ουκρανοί αξιωματούχοι θυμούνται με πικρία την υπογραφή του Μνημονίου της Βουδαπέστης το 1994. Σε αυτή την συμφωνία, η Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο, και οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφαλείας με αντάλλαγμα την κατάργηση του πυρηνικού της οπλοστασίου. Η Ουκρανία τήρησε την δική της πλευρά της συμφωνίας, αλλά η Ρωσία έχει επανειλημμένα αγνοήσει τις δεσμεύσεις της να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, προσαρτώντας την Κριμαία και στέλνοντας αδήλωτες στρατιωτικές μονάδες στην ανατολική Ουκρανία το 2014 και στην συνέχεια εισβάλλοντας στην υπόλοιπη χώρα το 2022. Οι Ουκρανοί είναι φυσικά επιφυλακτικοί στο να βασίσουν τη μελλοντική τους ασφάλεια σε οποιαδήποτε συμφωνία που δεν είναι δεσμευτική για όλα τα μέρη.

Αντιθέτως, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να συνεργαστούν με το Κίεβο για μια νέα συμφωνία-πλαίσιο που θα καθορίζει τους στρατηγικούς στόχους και τις συλλογικές δεσμεύσεις τους. Αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις οικονομικές και πρακτικές παραμέτρους της μακροπρόθεσμης υποστήριξης της αυτοάμυνας της Ουκρανίας, καθώς και μηχανισμούς διαβούλευσης και υποστήριξης της αμυντικής βιομηχανίας της Ουκρανίας. Η επιλογή των χωρών που θα προσκληθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα είναι ένα δύσκολο έργο. Η Ουκρανία θα πρέπει να αποφύγει να ρίξει ένα πολύ εκτεταμένο δίχτυ, καθώς ένας πολύ ευρύς συνασπισμός μπορεί να οδηγήσει σε μια αποδυναμωμένη συμφωνία. Όμως, οι κύριοι στρατιωτικοί και οικονομικοί υποστηρικτές της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Πολωνίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, και των Ηνωμένων Πολιτειών, πρέπει να είναι υπογράφοντες. Μόλις η συμφωνία αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης και υπογραφής, άλλες χώρες θα πρέπει να μπορούν να συμμετάσχουν.

Η συμφωνία αυτή θα πρέπει να αποτελεί τις κατευθυντήριες αρχές για τα μνημόνια συνεργασίας των υπογραφόντων, στα οποία θα πρέπει να απαριθμούνται οι συγκεκριμένες δεσμεύσεις τους. Για να καταστούν αυτές εφαρμόσιμες και συμβατές, το κείμενο-πλαίσιο θα πρέπει να εξουσιοδοτήσει μια υψηλού επιπέδου διευθύνουσα ομάδα, παρόμοια με το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ, με την εντολή να αναπτύσσει κοινές εκτιμήσεις απειλών, να μοιράζεται πληροφορίες, να συντονίζει τις πολιτικές απαντήσεις, και να διασφαλίζει ότι όλα τα υπογράφοντα μέρη τηρούν τις υποχρεώσεις τους. Αν η Ουκρανία πιστεύει ότι απειλείται, πρέπει να της διασφαλιστεί το δικαίωμα να συγκαλέσει τα συμμετέχοντα μέρη για να ζητήσει πρόσθετη υποστήριξη έκτακτης ανάγκης.

Το σημαντικότερο είναι ότι οι δεσμεύσεις των υπογραφόντων πρέπει να κωδικοποιηθούν νομικά, με σαφή διακομματική υποστήριξη. Η στήριξη της Ουκρανίας δεν μπορεί να εξαρτάται από εκλογικούς κύκλους ή αλλαγές στην ηγεσία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η πιθανότητα μιας μεγάλης πολιτικής ανατροπής μετά τις προεδρικές εκλογές του 2024 έχει τσακίσει τα ουκρανικά νεύρα και έχει τροφοδοτήσει την εμπιστοσύνη του Πούτιν στο μέλλον. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να αρχίσει αμέσως να συνεργάζεται με το Κογκρέσο για μια λύση. Η δράση του Κογκρέσου θα μπορούσε να λάβει πολλές μορφές. Ιδανικά, το κείμενο-πλαίσιο θα ήταν μια επίσημη διεθνής συνθήκη, επικυρωμένη από κάθε υπογράφοντα. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτό θα απαιτούσε πλειοψηφία δύο τρίτων στην Γερουσία, η οποία θα ήταν δύσκολο αλλά όχι αδύνατο να επιτευχθεί.

Αν αυτό το όριο αποδειχθεί πολύ υψηλό, το Κογκρέσο θα μπορούσε αντ' αυτού να ψηφίσει έναν νέο νόμο παρόμοιο με τον νόμο για τις σχέσεις με την Ταϊβάν, ο οποίος αποτελεί κεντρικό πυλώνα της αμυντικής υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ταϊβάν για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες. Αυτό θα κατοχύρωνε τις δεσμεύσεις των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας που ορίζονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης και στο πολυμερές κείμενο-πλαίσιο. Το Κογκρέσο θα μπορούσε εναλλακτικά να εξετάσει την αναπαραγωγή των δεσμεύσεών του προς το Ισραήλ. Αυτό θα απαιτούσε από τον Πρόεδρο να διαβουλεύεται τακτικά με το Κογκρέσο και να του παρέχει εκθέσεις που πιστοποιούν ότι το Κίεβο λαμβάνει επαρκή υποστήριξη από τους εταίρους του για να ισοφαρίσει ή να αντισταθμίσει τα ρωσικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα. Αυτό το νομικό πλαίσιο θα εξασφάλιζε ότι μια ρύθμιση ασφαλείας θα έχει ευρεία πολιτική αποδοχή, ανεξάρτητα από το ποιος καταλαμβάνει τον Λευκό Οίκο.

Η καθημερινή διαχείριση του νέου διακανονισμού για την Ουκρανία θα μπορούσε να γίνεται μέσω ειδικών ομάδων εργασίας από αξιωματούχους αμυντικής πολιτικής, σχεδιαστές, και ειδικούς σε θέματα προμηθειών των υπογραφόντων. Αυτές οι ομάδες εργασίας θα πρέπει να έχουν την εντολή να διεξάγουν σχεδιασμό δυνατοτήτων και να οδηγούν την χώρα προς την διαλειτουργικότητα με τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Η διαδικασία οικοδόμησης των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας θα σημαίνει ότι οι χώρες-εταίροι θα ανταγωνίζονται αναπόφευκτα για τις μεγάλες συμβάσεις, και θα χρειαστούν ισχυροί πολυεθνικοί μηχανισμοί συντονισμού για την διαιτησία αυτής της διαδικασίας. Οι μηχανισμοί αυτοί πρέπει, σε συνδυασμό με τις πολιτικές που καθορίζονται στο κείμενο-πλαίσιο και τα διμερή Μνημόνια Συμφωνίας, να διασφαλίσουν ότι η Ουκρανία θα μεταρρυθμίσει τον αμυντικό της τομέα, μεταξύ άλλων καθιστώντας τις συμβάσεις της διαφανείς και μειώνοντας τον κίνδυνο να περάσουν όπλα και ευαίσθητη τεχνολογία στα χέρια της Ρωσίας ή στη μαύρη αγορά.

MADE IN UKRAINE

Η αμυντική βιομηχανική συνιστώσα θα είναι επίσης κρίσιμη για την επιτυχία μιας νέας ρύθμισης για την ασφάλεια της Ουκρανίας. Οι πολύ υψηλοί ρυθμοί κατανάλωσης πυρομαχικών στο πεδίο της μάχης έχουν αφήσει τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές αμυντικές εταιρείες να παλεύουν να συμβαδίσουν με την ζήτηση. Σαφείς πολυετείς δεσμεύσεις χρηματοδότησης από τις υπογράφουσες χώρες θα σηματοδοτούσαν στις επιχειρήσεις ότι μπορούν να αυξήσουν με ασφάλεια την παραγωγή των βασικών συστημάτων και πυρομαχικών που χρειάζονται απεγνωσμένα. Η αποκλειστική στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας της Ουκρανίας από τις χώρες εταίρους θα μείωνε επίσης το κόστος της συμφωνίας με την πάροδο του χρόνου, καθώς η εγχώρια παραγωγική ικανότητα θα αναπτύσσεται για να καλύψει ένα αυξανόμενο μερίδιο των απαιτήσεων της χώρας.

Αυτό δεν θα απαιτήσει μια συνολική αναπροσαρμογή της αμυντικής βιομηχανικής βάσης της Δύσης. Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ θα πρέπει να αυξήσουν την παραγωγή κρίσιμων συστημάτων και πυρομαχικών με έξυπνες, στοχευμένες επενδύσεις. Μια πρόσφατη συμφωνία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ και της Νορβηγίας για την προμήθεια στην Ουκρανία οβίδων αξίας ενός δισεκατομμυρίου ευρώ και την από κοινού προμήθεια άλλων πυρομαχικών αξίας ενός δισεκατομμυρίου ευρώ αποτελεί μια καλή αρχή. Η επιτυχής κοινή προμήθεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορούσε να μετατρέψει την έντονα κατακερματισμένη αμυντική βιομηχανική βάση της ΕΕ σε σημαντικό πλεονέκτημα για τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια της Ουκρανίας, για να μην αναφέρουμε την στρατηγική αυτονομία της ίδιας της Ευρώπης.

Η Δυτική βοήθεια πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις για την στήριξη της αναζωογόνησης των αμυντικών επιχειρήσεων της Ουκρανίας, οι οποίες κάποτε αποτελούσαν το καμάρι του σοβιετικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Μια εύρωστη ουκρανική αμυντική βιομηχανία, ενσωματωμένη στην ευρωπαϊκή αλυσίδα εφοδιασμού, θα μειώσει, με την πάροδο του χρόνου, την εξάρτηση της χώρας από την Δυτική βοήθεια. Η στρατηγική της Δύσης στο θέμα αυτό θα πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτό που έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες για το Ισραήλ. Η Ουάσινγκτον επιτρέπει εδώ και καιρό στο Τελ Αβίβ να χρησιμοποιεί ένα μέρος της στρατιωτικής του βοήθειας για την προμήθεια δυνατοτήτων από εγχώριες επιχειρήσεις. Η πολιτική αυτή, γνωστή ως «off-shore προμήθειες», μετέτρεψε τον αμυντικό τομέα του Ισραήλ σε έναν από τους ισχυρότερους στον κόσμο. Το ίδιο πρέπει τώρα να γίνει και για την Ουκρανία. Η πρόσφατη κίνηση του γερμανικού γίγαντα όπλων, Rheinmetall, να σχηματίσει κοινοπραξία με τον κρατικό αμυντικό όμιλο της Ουκρανίας είναι ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Το Κίεβο πρέπει επίσης να εισαγάγει διαφανείς πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης και να συνεργαστεί με Ουκρανούς επιχειρηματίες, των οποίων οι επίμονες καινοτομίες σε καιρό πολέμου συνέβαλαν στις επιτυχίες της χώρας στο πεδίο της μάχης.

ΜΑΖΙ ΣΤΟ ΚΛΑΜΠ

Τελικά, τόσο η ΕΕ όσο και το ΝΑΤΟ θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα δεχθούν την Ουκρανία. Η ιδιότητα του μέλους σε οποιονδήποτε από τους δύο οργανισμούς παρέχει εγγυήσεις ασφαλείας. Οι διατάξεις αμοιβαίας άμυνας της ΕΕ, που κωδικοποιούνται στις συνθήκες της, δεν θα πρέπει να απορρίπτονται ως κατώτερες από το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ απλώς και μόνο επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν τις έχουν υπογράψει. Οι πιθανότητες να επιτεθεί ο Πούτιν ή ένας διάδοχός του στην ΕΕ είναι ελάχιστες και τα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι επίσης μέλη του ΝΑΤΟ. Επομένως, μια ρύθμιση ασφαλείας για την Ουκρανία πρέπει να συνδεθεί στενά με την διαδικασία ένταξής της στην ΕΕ, η οποία θα πρέπει να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό.

Η έναρξη επίσημων ενταξιακών συνομιλιών με την ΕΕ θα δώσει στην Ουκρανία ισχυρό κίνητρο για την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος δικαίου και στην οικονομία. Η ΕΕ θα επιμείνει αναμφίβολα να τηρήσει η Ουκρανία τα αυστηρά της πρότυπα για την ένταξη. Ωστόσο, πρέπει να αποφύγει ένα επαχθές, δεκαετές χρονοδιάγραμμα ένταξης που θα σπαταλήσει μια μοναδική ευκαιρία να συνδέσει την Ουκρανία με την Ευρώπη. Αντίθετα, μια σταδιακή διαδικασία κατά την οποία το Κίεβο θα συμμετέχει περισσότερο στις δομές λήψης αποφάσεων της ΕΕ καθώς η χώρα θα περνά ορισμένα κριτήρια αναφοράς θα μπορούσε να προσφέρει έναν τρόπο να παρακάμψει το δίπολο «μέσα ή έξω» που έχει κάνει άλλα υποψήφια μέλη να χάσουν την πίστη τους στις Βρυξέλλες.

Η μακροπρόθεσμη σχέση ασφάλειας της Ουκρανίας με την Δύση πρέπει να αποφασιστεί χωρίς την ρωσική συμβολή. Ωστόσο, το κρίσιμο είναι ότι η ρύθμιση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός μελλοντικού διαλόγου οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τη Μόσχα κατά τα πρότυπα των προπολεμικών προτάσεων που διατυπώθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους. Στα τέλη του 2021 και στις αρχές του 2022, οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ ήταν διατεθειμένοι να δώσουν στην Ρωσία διαβεβαιώσεις ότι δεν θα αναπτύξουν επιθετικά πυραυλικά συστήματα εδάφους και δεν θα σταθμεύσουν μόνιμες μαχητικές δυνάμεις στην Ουκρανία. Η Μόσχα απέρριψε αυτές τις προτάσεις και εισέβαλε ούτως ή άλλως. Στο μέλλον, το πολιτικό πλαίσιο και οι συμβουλευτικοί μηχανισμοί της συμφωνίας θα έθεταν τις βάσεις ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη, και η Ουκρανία να διαπραγματευτούν αυτά τα ζητήματα από κοινού με την Ρωσία, αν το Κρεμλίνο άλλαζε πορεία και αποδεχόταν την ανεξαρτησία και τα σύνορα της Ουκρανίας.

Η επιστροφή σε μια τάξη ασφαλείας που μοιάζει με τον Ψυχρό Πόλεμο στην Ευρώπη είναι πλέον γεγονός. Η Ουκρανία έχει γίνει το κομβικό σημείο αυτής της νέας τάξης. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ μπορεί να μην είναι ακόμη στα χαρτιά για το Κίεβο, αλλά το να αφεθεί η Ουκρανία χωρίς μια αξιόπιστη ρύθμιση ασφαλείας θα ήταν σοβαρό λάθος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πρέπει να αρχίσουν τώρα να καταστρώνουν ένα εφαρμόσιμο σχέδιο, ακόμη και ενώ ο πόλεμος μαίνεται.

Ο ERIC CIARAMELLA είναι ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace και προηγουμένως ήταν αναπληρωτής αξιωματούχος Εθνικών Πληροφοριών για την Ρωσία και την Ευρασία στο Εθνικό Συμβούλιο Πληροφοριών. Το παρόν δοκίμιο είναι προσαρμοσμένο από μια επικείμενη έκθεση του Carnegie σχετικά με τις πιθανές μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις ασφαλείας για την Ουκρανία.

Foreign Affairs

https://foreignaffairs.gr/articles/74187/eric-ciaramella/pos-i-dysi-mporei-na-diasfalisei-to-mellon-tis-oykranias?page=show

https://www.foreignaffairs.com/ukraine/how-west-can-secure-ukraines-future

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum