| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 00:01 - 17/01/2023

 

Περίληψη: 

Aτενίζοντας τις ιρανο-τουρκικές σχέσεις, σοφό θα ήταν να μη λαμβάνει κανείς τοις μετρητοίς την προσφώνηση «φίλος» που χρησιμοποιούν συχνά μεταξύ τους οι Ιρανοί κι οι Τούρκοι αξιωματούχοι.

 

 

---------------------------

Οι φίλοι μερικές φορές είναι εχθροί, κι οι εχθροί φίλοι [1]
 

Τζελαλεντίν Ρουμί (1207-1273)

Η τριμερής συνάντηση Ιράν-Ρωσίας-Τουρκίας που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην Τεχεράνη, αποτέλεσε την 7η σύνοδο κορυφής των εγγυητριών δυνάμεων της ειρηνευτικής διαδικασίας της Αστάνα για την Συρία [2]. Παρενθετικά, οφείλεται να διευκρινισθεί ότι, αν κι ο Τούρκος πρόεδρος προσφώνησε τους δύο ομόλογούς του ως αγαπητούς αδελφούς [3], η τριμερής δεν ήταν μια συνάντηση συμμάχων ή ενός ενιαίου αντιδυτικού μετώπου, όπως εσφαλμένα έσπευσαν να υποστηρίξουν με εύπεπτο και συνάμα απλουστευτικό τρόπο ορισμένα ανοικείωτα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Απεναντίας, ο μηχανισμός της Αστάνα αποσκοπεί προπαντός να διευθετήσει τα εν πολλοίς αντικρουόμενα συμφέροντα των ανωτέρω τριών χωρών στην Συρία, οι οποίες συνιστούν τους κύριους εμπλεκόμενους διεθνείς δρώντες στην πολύπαθη αραβική χώρα.

Ο Ιρανός πρόεδρος, Χασάν Ροχανί, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συναντώνται στο θέρετρο Σότσι της Ρωσίας, στις 14 Φεβρουαρίου 2019. Sergei Chirikov/Pool via REUTERS
 

---------------------------------------------------------------

Επιστρέφοντας στο υπό διερεύνηση θέμα, δύναται να υποστηριχθεί ότι ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της συνδιασκέψεως της Τεχεράνης είναι η τρόπον τινά επιβεβαίωση της ραγδαίας επιδείνωσης των ιρανο-τουρκικών σχέσεων δια στόματος του αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Ειδικότερα, ο Ανώτατος Ηγέτης του Ιράν, αν και συνήθως αρέσκεται να τηρεί τον ιδιαίτερο ιρανικό κώδικα ευγένειας, περσιστί τάαροφ, στις διά ζώσης συνομιλίες του με ηγέτες ξένων κρατών, επιφύλαξε μια ιδιαιτέρως σκληρή υποδοχή στον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά την συνάντησή τους που πραγματοποιήθηκε προτού ξεκινήσει η σύνοδος κορυφής της τριμερούς. Τουτέστιν, δεν δίστασε να θέσει επί τάπητος, απερίφραστα και χωρίς να αναλωθεί σε καθιερωμένες διπλωματικές αβρότητες ή πομφόλυγες, σχεδόν όλες τις βασικές διαφορές της χώρας του με την Τουρκία, γεγονός που καθιστά καταφανές το πόσο έχουν επιβαρυνθεί οι διμερείς σχέσεις τους τα τελευταία δύο έτη. Αν και το τελευταίο χρονικό διάστημα υπήρχε διάχυτη η παραδοχή τόσο στην ιρανική όσο και στην τουρκική πολιτικο-στρατιωτική και πνευματική ελίτ πως οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δεν διάγουν τις καλύτερες ημέρες τους, το γεγονός και μόνο ότι o Χαμενεΐ στις δημοσιευθείσες δηλώσεις του επικεντρώθηκε περισσότερο στις διαφορές παρά στις συγκλίσεις έχει ξεχωριστή συμβολική και πρακτική σημασία. Άλλωστε, δεν υπάρχει κατατοπιστικότερος οδηγός για την κατανόηση της εκάστοτε κατεύθυνσης της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής από τις καθαυτές δηλώσεις του Ανώτατου Ηγέτη, διότι αυτός αποφασίζει -σε συνεννόηση με το Συμβούλιο Διάκρισης του Συμφέροντος του Συστήματος- την υψηλή στρατηγική της χώρας του.

ΤΑ 3+3 ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Ανάμεσα στα αποσπάσματα της συνομιλίας των δύο ανδρών, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα του Αλί Χαμενεΐ αλλά και στον λογαριασμό του στο Twitter, χρήζουν ξεχωριστής διερεύνησης τρία σημεία που ανέδειξε ο Ιρανός Ηγέτης, καθότι είναι ενδεικτικά για την τρέχουσα επιβαρυμένη κατάσταση των ιρανο-τουρκικών σχέσεων.

Πρώτον, όπως αναμενόταν, ο Αλί Χαμενεΐ έκανε εκτενή αναφορά στο φλέγον ζήτημα της Συρίας, κατά την οποία προειδοποίησε τον Ερντογάν ότι «η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας είναι πολύ σημαντική. Οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση στην Συρία θα ήταν επιζήμια για την Συρία, επιζήμια για την Τουρκία, κι επιζήμια για την περιοχή, και θα ήταν προς όφελος των τρομοκρατών» [4]. Συνέχισε λέγοντας ότι «θεωρούμε την ασφάλεια της Τουρκίας και των συνόρων της ως την δική μας ασφάλεια. Θα πρέπει κι εσείς να θεωρήσετε την ασφάλεια της Συρίας ως την δική σας ασφάλεια. Τα ζητήματα της Συρίας πρέπει να διευθετηθούν μέσω διαπραγματεύσεων. Το Ιράν, η Τουρκία, η Συρία, κι η Ρωσία θα πρέπει να επιλύσουν αυτά τα ζητήματα μέσω διαλόγου» [5]. Κατ’ ουσίαν, ο Ανώτατος Ηγέτης απείλησε την Τουρκία με αντίποινα, εφόσον η τελευταία προβεί σε νέα εισβολή στην Συρία. Εξάλλου, στην τελευταία τουρκική εισβολή στην Συρία, την υπ’ αριθμόν τέταρτη, που έλαβε χώρα στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου του 2020, στρατιωτικές δυνάμεις των δύο χωρών συγκρούστηκαν. Μάλιστα, ένας Ιρανός πρέσβυς επί τιμή εξέφρασε εσχάτως την πεποίθηση ότι μια νέα τουρκική εισβολή θα επιφέρει ανάλογη κλιμάκωση, τονίζοντας ότι «μια σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας είναι πολύ πιθανή [στην Συρία] και μια τέτοια σύγκρουση θα οδηγούσε σε συρράξεις μεταξύ των στρατευμάτων των δύο χωρών» [6].

Ποιο, όμως, είναι το διακύβευμα του Ιράν στην βόρεια Συρία, ούτως ώστε να αντιτίθεται τόσο σφοδρά σε μια ενδεχόμενη νέα τουρκική εισβολή; Η Τεχεράνη ανησυχεί ότι μια τέτοιου είδους στρατιωτική επιχείρηση θα απειλήσει δύο σιιτικές πόλεις, τις Νούμπλ και Αλ Ζαχρά, καθότι βρίσκονται κοντά στο Τελ Ριφάατ [7], μια περιοχή που μαζί με τη Μανμπίτζ έχουν τεθεί δημοσίως από τον Τούρκο πρόεδρο ως οι βασικοί στόχοι της σχεδιαζόμενης τουρκικής επίθεσης [8]. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση τουρκικής εισβολής στην βόρεια Συρία, εν προκειμένω στο Τελ Ριφάατ, το Ιράν φοβάται ότι οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία σουνιτικές αντικαθεστωτικές δυνάμεις, αφού πρώτα καταλάβουν το Τελ Ριφάατ, θα επιχειρήσουν ύστερα να πράξουν αναλόγως στις δύο σιιτικές πόλεις [9], κάτι άλλωστε που προσπάθησαν ανεπιτυχώς το 2012-2016.

Υπό αυτό πνεύμα, η Τεχεράνη έχει συγκεντρώσει πολλές φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές στις πόλεις Νούμπλ κι Αλ Ζαχρά [10], κι έχει μάλιστα δημιουργήσει με δική της πρωτοβουλία ένα κέντρο επιχειρήσεων σε ένα χωριό στην βόρεια ύπαιθρο του Χαλεπίου που θα συντονίζει τους μαχητές των YPG, τις συριακές καθεστωτικές δυνάμεις, και τις προσκείμενες σε εκείνη παραστρατιωτικές οργανώσεις ενόψει μιας ενδεχόμενης τουρκικής εισβολής [11]. Επίσης, το Ιράν ανησυχεί ότι η άλωση του Τελ Ριφάατ από τις τουρκικές και φιλο-τουρκικές δυνάμεις θα τους ανοίξει ουσιαστικά τον δρόμο για την πόλη του Χαλεπίου [12], όπου το Ιράν έχει εδραιώσει την παρουσία του και την επιρροή του, δηλαδή την σφαίρα επιρροής του. Ωστόσο, ο Χαμενεΐ δεν αρκέστηκε στην προαναφερόμενη δήλωση, αλλά συνέχισε τον καυστικό τόνο προς τον Ερντογάν για το θέμα της Συρίας, συμπληρώνοντας με νόημα ότι «η τρομοκρατία πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπιστεί, αλλά μια στρατιωτική επίθεση στην Συρία θα ωφελήσει μόνο τους τρομοκράτες. Φυσικά, οι τρομοκράτες δεν είναι απλώς μια συγκεκριμένη ομάδα» [13]. Με την ανωτέρω προσεκτικά διατυπωμένη δήλωσή του ο Χαμενεΐ εξέθεσε δημοσίως κι ευθαρσώς την υποκριτική, στα μάτια του Ιράν, πρακτική της Τουρκίας να κατονομάζει ως τρομοκράτες στην Συρία αποκλειστικά τους Κούρδους των οργανώσεων YPG και PYD και ταυτόχρονα να αποφεύγει σκανδαλωδώς να πράξει κάτι ανάλογο επί παραδείγματι στις περιπτώσεις της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ και του Ισλαμικού Κόμματος Τουρκιστάν, δύο ισλαμιστικών οργανώσεων που έχουν δεσμούς με την Αλ Κάιντα και που δραστηριοποιούνται στην περιοχή της Ιντλίμπ, και τις οποίες το Ιράν αντιμετωπίζει ως τρομοκρατικές ομάδες. Με άλλα λόγια, οι δύο χώρες εμφανίζουν μεγάλη διάσταση απόψεων, αν όχι καθολική απουσία συναντίληψης, σχετικά με το ποιες οργανώσεις στην Συρία είναι τρομοκρατικές, κάτι που φαίνεται να υπονόησε ο Ιρανός Ηγέτης στην δήλωσή του. Επομένως, όταν το Ιράν ομιλεί για καταπολέμηση της τρομοκρατίας στην Συρία, έχει κατά νου ως επί το πλείστον τις υποστηριζόμενες από την Τουρκία δυνάμεις στην Ιντλίμπ. Μάλιστα, κατά καιρούς Ιρανοί αξιωματούχοι ή ιρανικά μέσα ενημέρωσης δεν διστάζουν να κατηγορούν δημοσίως την Τουρκία ότι υποθάλπει τρομοκράτες στην Συρία.

Δεύτερον, ο Αλί Χαμενεΐ επέλεξε να κάνει δηκτική μνεία ενώπιον του Τούρκου πρόεδρου για το Ισραήλ. Συγκεκριμένα, επεσήμανε ότι «ένας από τους παράγοντες που δημιουργεί διχόνοια κι εχθρότητα στην περιοχή είναι το σφετεριστικό σιωνιστικό καθεστώς, το οποίο υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ» [14]. Ακολούθως, ανέφερε ότι «η Παλαιστίνη είναι το κορυφαίο ζήτημα του Ισλάμ. Παρά το ενδιαφέρον ορισμένων κυβερνήσεων για το σιωνιστικό καθεστώς, τα έθνη αντιτίθενται πλήρως σε αυτόν τον σφετεριστή. Σήμερα, ούτε το σιωνιστικό καθεστώς ούτε οι ΗΠΑ μπορούν να αποτρέψουν το ισχυρό κίνημα των Παλαιστινίων, και θα τελειώσει προς όφελος των Παλαιστινίων» [15].

Παράλληλα, είπε στον Τούρκο πρόεδρο ότι δεν θα πρέπει κάποιος να στηρίζεται στις ΗΠΑ και το Ισραήλ [16]. Η σχετική επισήμανση του Ιρανού Ανώτατου Ηγέτη δεν θα πρέπει να θεωρείται επ' ουδενί συμβεβηκός, καθώς πραγματοποιήθηκε εν μέσω μιας περιόδου όπου η Τουρκία αποκαθιστά βαθμηδόν τις σχέσεις της με το Ισραήλ. Προτάσσοντας στην εξωτερική της πολιτική την ασφάλεια έναντι οποιασδήποτε άλλης μεταβλητής, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν εμφανίζει την τάση να υποβαθμίζει τις σχέσεις της με όσες γειτνιάζουσες χώρες της επιλέγουν να προσεγγίζουν το Ισραήλ, τον νούμερο ένα περιφερειακό της ανταγωνιστή. Τούτο έχει εφαρμογή και στην περίπτωση της Τουρκίας. Εγείροντας το παλαιστινιακό στις δηλώσεις του, ο Χαμενεΐ πιθανώς προσπάθησε να φέρει σε δύσκολη θέση τον Ερντογάν για την επαναπροσέγγισή του με το Ισραήλ τόσο ενώπιον των μουσουλμανικών μαζών της Μέσης Ανατολής, τις οποίες προσπαθεί εναγωνίως να προσεταιριστεί ο Τούρκος πρόεδρος, όσο και ενώπιον του τουρκικού ακροατηρίου. Είναι πάγια τακτική του Ιράν να παρουσιάζει τις ηγεσίες των μουσουλμανικών κρατών που καλλιεργούν σχέσεις με το Ισραήλ ως μειοδοτικές που «ξεπουλούν» τα δίκαια των Παλαιστινίων ενάντια στην θέληση των ίδιων τους των πολιτών.

Παράλληλα, το Ιράν σπεύδει με κάθε ευκαιρία να αυτοπαρουσιάζεται με αυταρέσκεια ως ο μοναδικός ανυποχώρητος κι αληθινός υπερασπιστής του παλαιστινιακού αγώνα. Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια τακτική που αποσκοπεί να αυξήσει το πολιτικό κόστος και την πίεση σε όσες μουσουλμανικές χώρες επιδιώκουν σχέσεις με το Ισραήλ. Επίσης, εξυπηρετεί την προώθηση της ιρανικής ήπιας ισχύος στο επίπεδο των μουσουλμανικών μαζών. Φαίνεται ότι ο Χαμενεΐ επιχείρησε κάτι αντίστοιχο στην συνομιλία του με τον Ερντογάν, δηλαδή να τον διεμβολίσει για τις επαφές του με το Ισραήλ μέσω του παλαιστινιακού. Εν πάση περιπτώσει, ως προς το θέμα του Ισραήλ, οι διμερείς σχέσεις έχουν επιβαρυνθεί ούτως ή άλλως από ένα συμβάν που έλαβε χώρα πριν περίπου έναν μήνα, στο οποίο αναφέρθηκε εμμέσως ο Χαμενεΐ στις δηλώσεις του περί διχόνοιας που προκαλεί το Ισραήλ στην περιοχή, και στο οποίο η Τεχεράνη κατηγορήθηκε από το Τελ Αβίβ ότι σχεδίαζε να πραγματοποιήσει απαγωγές ή δολοφονίες Ισραηλινών πολιτών στο έδαφος της Τουρκίας [17]. Μάλιστα, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών ευχαρίστησε δημοσίως την Τουρκία για το ότι αποσόβησε την φερόμενη συνωμοσία και για το ότι συνεργάστηκε με την ισραηλινή πλευρά στην όλη υπόθεση [18]. Από τη μεριά της, η Άγκυρα απέφυγε να κατονομάσει ευθέως ως υπαίτιο το Ιράν, αλλά ταυτόχρονα άφησε να διαρρεύσει στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης ότι ανάμεσα στους συλληφθέντες βρίσκονται Ιρανοί πολίτες [19]. Το Ιράν απέρριψε τις ισραηλινές καταγγελίες, κι αντέτεινε ότι πρόκειται για «μια προσχεδιασμένη πλεκτάνη για την καταστροφή των σχέσεων μεταξύ των δύο μουσουλμανικών χωρών» [20]. Μάλιστα, απέστειλε λίγες μέρες αργότερα τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών στην Άγκυρα για την εκτόνωση των εντάσεων [21]. Ωστόσο, φαίνεται ότι η Άγκυρα δεν επείσθη, εξ όσων κρίνουμε από τα λεγόμενα ενός Τούρκου αξιωματούχου, ο οποίος σημείωσε ότι «δεν πιστεύουμε ότι το Ιρανικό Υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να σταματήσει τις επιχειρήσεις των διοικητών της Δύναμης Γοντς. Έχουμε ήδη ακούσει παρόμοιες υποσχέσεις στο παρελθόν» [22].

Πέραν τούτου, το Ιράν προβληματίζεται για τις φερόμενες συζητήσεις της Τουρκίας και του Ισραήλ για το ενδεχόμενο κατασκευής δύο αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου. Το, μεν, πρώτο υπό συζήτηση σχέδιο αφορά την κατασκευή ενός αγωγού από το ισραηλινό υποθαλάσσιο κοίτασμα «Λεβιάθαν» μέχρι το τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν, κι από εκεί το φυσικό αέριο να μεταφερθεί στην Ευρώπη [23]. Η, δε, δεύτερη πρόταση εξετάζει την κατασκευή ενός αγωγού από το ιρακινό Κουρδιστάν προς την Τουρκία, με σκοπό την τελική εξαγωγή του φυσικού αερίου του προς την Ευρώπη. Μάλιστα, η επίθεση με πυραύλους που εξαπέλυσαν οι Φρουροί της Επανάστασης στις 13 Μαρτίου στην πρωτεύουσα του Ιρακινού Κουρδιστάν, Ερμπίλ, η οποία στόχευσε την έπαυλη ενός ντόπιου επιχειρηματία που δραστηριοποιείται με τα ενεργειακά, φέρεται να συνδέεται ευθέως με την ιρανική σφοδρή αντίθεση στο εν λόγω προταθέν σχέδιο [24]. Το Ιράν ανησυχεί ότι με τα ανωτέρω σχέδια θα μειωθούν ακόμη περισσότερο οι τουρκικές εισαγωγές ιρανικού φυσικού αερίου. Επίσης, η Τεχεράνη βλέπει τέτοιου είδους εγχειρήματα ως ανταγωνιστικά προς την φιλοδοξία της να γίνει, μόλις αρθούν οι κυρώσεις, ένας μεγάλης κλίμακας προμηθευτής φυσικού αερίου της Ευρώπης.

Τρίτον, ο Αλί Χαμενεΐ αναφέρθηκε στον πρόσφατο πόλεμο Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, κατά τον οποίο το Ιράν τήρησε στάση ουδετερότητας, κυρίως επειδή δεν είχε άλλη επιλογή, αφ' ης στιγμής η ίδια η Ρωσία –ο διεθνής δρων με τον πρωτεύοντα ρόλο και λόγο στον Καύκασο– έμεινε εν πολλοίς ουδέτερη, προκειμένου να τιμωρήσει τον Δυτικό προσανατολισμό της κυβερνήσεως Νικόλ Πασινιάν. Παρ' όλ' αυτά, το Ιράν κατηγορήθηκε από έναν σύμβουλο του Ερντογάν ότι στην πράξη δεν κράτησε ίσες αποστάσεις, λέγοντας με εμφανή δόση ειρωνείας ότι «ο Χαμενεΐ έστειλε όπλα στην Αρμενία και φετφάδες [στήριξης] στο Αζερμπαϊτζάν» [25].

Από την άλλη, το Ιράν κατηγόρησε εμμέσως πλην σαφώς την Τουρκία ότι μετέφερε Σύρους Σουνίτες τρομοκράτες στο Αζερμπαϊτζάν για να πολεμήσουν στον πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ και προειδοποίησε σε υψηλούς τόνους ότι δεν θα ανεχθεί μια τέτοια απειλητική παρουσία στα βόρεια σύνορά του [26]. Υπό αυτό το φόντο, στην ομήγυρη με τον Τούρκο πρόεδρο, ο Ανώτατος Ηγέτης αφενός του επισήμανε ότι «είμαστε ευχαριστημένοι να βλέπουμε το Καραμπάχ να επιστρέφει στο Αζερμπαϊτζάν» [27], αφετέρου τον προειδοποίησε ότι «εάν υπάρχει μια πολιτική που αποσκοπεί να μπλοκάρει τα σύνορα Ιράν-Αρμενίας, η Ισλαμική Δημοκρατία θα αντιταχθεί σε αυτήν, γιατί αυτά τα σύνορα είναι ένας συνδετικός δρόμος για χιλιάδες χρόνια» [28]. Με άλλα λόγια, ο Χαμενεΐ διαμήνυσε στον Ερντογάν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν θα δεχτεί μια οποιαδήποτε αλλαγή των συνόρων του Ιράν με την Αρμενία.

Πρόκειται για ένα ζήτημα που απασχολεί εντόνως την ιρανική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία από τότε που υπογράφηκε η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, ήτοι τον Νοέμβριο του 2020. Τούτο, διότι το άρθρο 9 της ανωτέρω συμφωνίας υποχρεώνει αορίστως την Αρμενία να ανοίξει έναν διάδρομο στο νότιο έδαφός της που θα επιτρέπει τις μεταφορές προϊόντων και προσώπων μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και του Ναχιτσεβάν (αζέρικος θύλακας). Είναι ο επονομαζόμενος «διάδρομος Zανγκεζούρ», ο οποίος προγραμματίζεται να κατασκευαστεί υπό τη μορφή σιδηροδρομικής γραμμής κι αυτοκινητόδρομου πάνω στα αρμενο-ιρανικά σύνορα και θα επιτηρείται από ρωσικές δυνάμεις. Το Αζερμπαϊτζάν κι η Τουρκία πιέζουν την Αρμενία να εφαρμόσει τον διάδρομο. Από τη μεριά του, το Ιράν διατηρεί ανησυχίες ότι η υλοποίηση του εν λόγω έργου ενδέχεται να αποκόψει την απευθείας χερσαία πρόσβασή του στην Αρμενία. Τούτοι οι φόβοι δεν είναι διόλου αδικαιολόγητοι, καθότι ήδη έχει επηρεαστεί μερικώς η πρόσβαση του Ιράν στην Αρμενία ως απόρροια του πρόσφατου πολέμου, ήτοι ο μοναδικός οδικός άξονας που συνδέει προσώρας τις δύο χώρες περνάει σε κάποια σημεία από εδάφη που αποτελούσαν την μέχρι πρότινος, υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας του Αρτσάχ, ζώνη ασφαλείας γύρω από το Ναγκόρνο Καραμπάχ και που πλέον έχουν καταληφθεί από το Αζερμπαϊτζάν. Μάλιστα, το Αζερμπαϊτζάν έσπευσε να επιβάλλει διόδια σε τούτα τα σημεία, χρεώνοντας με ιδιαιτέρως υψηλά τέλη τα διερχόμενα ιρανικά φορτηγά που κομίζουν εμπορικά προϊόντα, γεγονός που έχει εξαιρετικά αρνητικό αντίκτυπο στις ιρανικές εξαγωγές προς την Αρμενία [29].

Πέραν τούτου, το Αζερμπαϊτζάν προχώρησε σε συλλήψεις Ιρανών οδηγών φορτηγών [30] που φέρεται να «μετέφεραν τσιμέντο στο Στεπανακέρτ και το Ερεβάν» [31], εξοργίζοντας το Ιράν. Επίσης, η Τεχεράνη θεωρεί ότι με τον «διάδρομο Zανγκεζούρ» καταπίπτει ένα σοβαρό πλεονέκτημα που διατηρεί για χρόνια έναντι του Μπακού, ήτοι το γεγονός ότι οι χερσαίες μεταφορές του Αζερμπαϊτζάν προς τον Δυτικό θύλακά του (Ναχιτσεβάν) γίνονται έως σήμερα αναγκαστικά μέσω του ιρανικού εδάφους. Τέλος, το Ιράν γνωρίζει ότι η εφαρμογή του ανωτέρω διαδρόμου θα εξυπηρετήσει τους τουρκικούς σχεδιασμούς για την δημιουργία ενός τουρκικού Δρόμου του Μεταξιού προς την Κίνα, ο οποίος θα απέκλειε τα εδάφη της Ρωσίας και του Ιράν μέσω της Κασπίας Θάλασσας και της Κεντρικής Ασίας. Συνεπώς, το Ιράν αντιμετωπίζει ένα τέτοιο εγχείρημα ως απολύτως ανταγωνιστικό προς τα γεωοικονομικά συμφέροντά του, καθότι επιφυλάσσει για τον εαυτό του τον ρόλο του κύριου διαμετακομιστικού κόμβου μεταξύ Ανατολής και Δύσης στο κινεζικό εγχείρημα του νέου Δρόμου του Μεταξιού [32].

Το ομολογουμένως ψυχρό κλίμα της συνάντησης του Χαμενεΐ με τον Ερντογάν αποτυπώνεται επίσης στις προσεκτικά επιλεγμένες φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν από την επίσημη ιστοσελίδα του πρώτου, στις οποίες δεν εμφανίζονται ούτε να χαμογελούν ούτε να πραγματοποιούν χειραψία [33]. Απεναντίας, οι αντίστοιχες φωτογραφίες της συνάντησης Χαμενεΐ-Πούτιν τους απεικονίζουν να κάνουν και τα δύο σε εγκάρδιο κλίμα [34]. Τούτο το στοιχείο δεν αναιρείται ουδόλως από το γεγονός ότι το Ιράν κι η Τουρκία υπέγραψαν στην Τεχεράνη 8 μνημόνια συνεργασίας σε χαμηλής πολιτικής θέματα, τα οποία εξάλλου είναι μη δεσμευτικά κείμενα [35].

Αντίστοιχα, το ότι συμφώνησαν επίσης να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για την συνομολόγηση μιας νέας 25ετούς διάρκειας συμφωνίας παροχής ιρανικού φυσικού αερίου [36], δεν ήταν κάτι εντελώς απρόσμενο, διότι η εν ισχύι συμφωνία προμήθειας λήγει σε περίπου τρία χρόνια. Σημειωτέον, το πρώτο δεκάμηνο του 2021, η Τουρκία κάλυψε το 16% των αναγκών της σε φυσικό αέριο με σχετικές εισαγωγές από το Ιράν [37]. Ωστόσο, στα 21 χρόνια που το Ιράν εξάγει φυσικό αέριο μέσω αγωγού στην Τουρκία, είναι συχνό το φαινόμενο να διακόπτει ή να μειώνει προσωρινά την ροή [38], επικαλούμενο είτε αυξημένες εγχώριες ανάγκες φυσικού αερίου είτε τεχνικά προβλήματα είτε δολιοφθορές στον αγωγό. Ως εκ τούτου, η Άγκυρα θεωρεί την Τεχεράνη ως έναν μερικώς αναξιόπιστο προμηθευτή φυσικού αερίου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχόλιο για την συνάντηση της Τεχεράνης από τον σύμβουλο της ιρανικής διαπραγματευτικής ομάδας για την αναβίωση της διεθνούς συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, καθηγητού Μοχαμάντ Μαραντί, ο οποίος βρίσκεται πολύ κοντά στο περιβάλλον του Ανώτατου Ηγέτη, κι ως εκ τούτου απηχεί το γενικότερο πνεύμα των απόψεων του τελευταίου. Συγκεκριμένα, τόνισε ότι «συνεργαζόμενος με το ΝΑΤΟ, το καθεστώς του απαρτχάιντ, τους Άραβες δεσπότες, και τους σαλαφιστές τακφιριστές, ο Ερντογάν δεν παίρνει το καλύτερο και των δύο κόσμων, απλώς θεωρείται αναξιόπιστος» [39].

Ωστόσο, οι διμερείς διαφορές δεν περιορίζονται μόνο στα προειρημένα τρία σημεία, αλλά επεκτείνονται και σε άλλα τρία ζητήματα. Ενδεικτικά, το Ιράν είναι ιδιαιτέρως δυσαρεστημένο με την λειτουργία ορισμένων τουρκικών φραγμάτων στα ποτάμια του Τίγρη (φράγμα Ιλίσου) και του Ευφράτη (φράγμα Ατατούρκ), κι αντιτίθεται σφόδρα στα υπό κατασκευή φράγματα στον ποταμό Αράς, ελληνιστί Αράξης. Η Τεχεράνη θεωρεί ότι τούτες οι υποδομές μειώνουν δραστικά την ροή υδάτων προς το Ιράν, και κατηγορεί την Τουρκία ότι οι παρεμβάσεις της στα ανωτέρω ποτάμια ευθύνονται για την αυξανόμενη ξηρασία και τις συχνές ανεμοθύελλες στην ευρύτερη περιοχή που πλήττουν και το Ιράν [40]. Το Ιράν προσεγγίζει τούτο το πρόβλημα ως ζήτημα εθνικής ασφαλείας, καθότι αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας στη νοτιοδυτική επαρχία του Χουζεστάν, όπου μάλιστα σημειώνονται συχνά διαδηλώσεις για τούτη την έλλειψη νερού.

Μια άλλη πηγή σοβαρής ανησυχίας του Ιράν είναι η επιχειρούμενη επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Το Ιράν αντιλαμβάνεται την ανωτέρω αποκατάσταση των σχέσεων ως εν δυνάμει απειλητική για τα συμφέροντά του, καθότι δύναται να ανατρέψει την υφιστάμενη περιφερειακή ισορροπία ισχύος εις βάρος του. Τουτέστιν, η ανάδυση μιας ενδεχόμενης αραβο-τουρκικής συνεννόησης που θα διατηρεί ταυτόχρονα καλές σχέσεις με το Ισραήλ, θα αποτελούσε ένα απολύτως εφιαλτικό σενάριο για το Ιράν, διότι θα είχε ως αποτέλεσμα την στρατηγική περικύκλωσή του και την περιφερειακή απομόνωσή του. Οι παραστάσεις απειλής της Τεχεράνης επιδεινώνονται έτι περαιτέρω ως προς τούτο, όταν ακούει από τα ίδια τα χείλη του βασιλιά της Ιορδανίας ότι υποστηρίζει την σύσταση ενός «ΝΑΤΟ της Μέσης Ανατολής» [41]. Επομένως, η παράλληλη προσπάθεια του Ιράν να ομαλοποιήσει τις σχέσεις του με τις δύο εν λόγω αραβικές χώρες, θα πρέπει να ερμηνεύεται εν μέρει κι ως ένα μέσο αποσόβησης ανάδυσης ενός ενδεχόμενου τέτοιου μπλοκ μεταξύ φιλοδυτικών Αράβων, Τούρκων, κι Ισραηλινών που θα στρέφεται καταφανώς εναντίον του.

Τέλος, το Ιράν αντιστρατεύεται ενεργά την τουρκική στρατιωτική παρουσία στην ιρακινή επαρχία Σιντζάρ, την οποία θεωρεί ως δική του σφαίρα επιρροής. Τον Φεβρουάριο του 2021, ο τότε Ιρανός πρέσβυς στο Ιράκ, ο ταξίαρχος εν αποστρατεία Ιράτζ Μασζεντί, είχε καταφερθεί εντόνως κατά της Τουρκίας για το σχετικό ζήτημα, λέγοντας ότι «δεν δεχόμαστε καθόλου, είτε πρόκειται για την Τουρκία είτε για οποιαδήποτε άλλη χώρα, να επεμβαίνει στο Ιράκ στρατιωτικά ή να προελαύνει ή να έχει στρατιωτική παρουσία στο Ιράκ … Τι σχέση έχει η Σιντζάρ με την Τουρκία;» [42]. Με άλλα λόγια, το Ιράν επιθυμεί να ελέγξει πλήρως τούτη την περιοχή, διότι σκοπεύει να ανοίξει έναν βόρειο χερσαίο διάδρομο προς την Συρία-Λίβανο μέσω αυτής (Σιντζάρ) [43]. Επίσης, το Ιράν φέρεται να επιδιώκει την κατασκευή δύο αγωγών, έναν φυσικού αερίου κι έναν πετρελαίου, που θα περνούν από την εν λόγω ιρακινή επαρχία και θα καταλήγουν ύστερα στο συριακό λιμάνι Μπανιγιάς, με απώτερο σκοπό την εξαγωγή των ενεργειακών πόρων του στην Ευρώπη [44]. Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να αναγιγνώσκονται οι επιθέσεις που εξαπολύουν φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές σε συντονισμό με το PKK κατά στρατιωτικών θέσεων της Τουρκίας στο βόρειο Ιράκ [45]. Μάλιστα, ο Μεχντί Ταέμπ, επικεφαλής μιας συντηρητικής δεξαμενής σκέψεως κι αδελφός του μέχρι πρότινος αρχηγού της υπηρεσίας πληροφοριών των Φρουρών της Επανάστασης, παραδέχθηκε ότι το Ιράν έχει ενορχηστρώσει τις επιθέσεις των φιλο-ιρανικών πολιτοφυλακών κατά των τουρκικών δυνάμεων στο βόρειο Ιράκ [46].

ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ, ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Οφείλεται να αναγνωρισθεί το γεγονός ότι το Ιράν και η Τουρκία διατηρούσαν πάντοτε μια ιδιότυπη σχέση λυκοφιλίας, ήτοι μια ατέρμονη παλινδρόμηση μεταξύ αντιπαλότητας και συνεννόησης. Εν ολίγοις, πρόκειται για μια κατάσταση συνεχούς μετεωρότητας. Ως εκ τούτου, παρατηρείται συχνά το κυνικό φαινόμενο να μην κωλύονται να ανταγωνίζονται ανοικτά σε ορισμένους τομείς και ταυτόχρονα να συνεργάζονται αγαστά σε άλλους. Ενδεικτικά, υποστηρίζουν αντίθετα στρατόπεδα στην Συρία, το Ιράκ, τον Λίβανο, και την Υεμένη.

Οι, δε, περιφερειακές τους φιλοδοξίες είναι εξόχως ασύμβατες, με αποτέλεσμα να φτάνουν ενίοτε στο σημείο ακόμη και να συγκρούονται διά αντιπροσώπων, προκειμένου να τις διευθετήσουν διά της σκληρής ισχύος. Συν τοις άλλοις, η Τουρκία φιλοξενεί από το 2012 στην πόλη Κιουρετσίκ, στην επαρχία της Μαλάτειας, ένα νατοϊκό σύστημα ραντάρ έγκυρης προειδοποίησης επιθέσεων με βαλλιστικούς πυραύλους, το οποίο στρέφεται κατά του Ιράν κι αποσκοπεί στην προστασία κυρίως του Ισραήλ. Κατά συνέπεια, η Τεχεράνη αντιλαμβάνεται την εγκατάσταση του ανωτέρω νατοϊκού κέντρου ραντάρ ως μια απολύτως εχθρική ενέργεια εκ μέρους της Άγκυρας [47].

Την ίδια στιγμή, όμως, το Ιράν και η Τουρκία βρίσκονται σε στενή συνέργεια στην παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων και ενίοτε σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας των χωρών τους, όπως στην έκδοση και παρακολούθηση αντιφρονούντων και στην αντιμετώπιση κουρδικών αποσχιστικών κινημάτων (PJAK, PKK). Επίσης, έχει καταργηθεί η υποχρέωση έκδοσης βίζας στα ταξίδια μεταξύ των δύο χωρών. Όσον αφορά τις οικονομικές τους σχέσεις, είναι παραδοσιακά σημαντικές, αν κι οφείλεται να επισημανθεί ότι βρίσκονται τούτη την στιγμή σε φάση αισθητής υποχώρησης, με τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών τους να έχει πέσει από τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια που ήταν το 2012 στα 5,5 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021 [48]. Ωστόσο, τούτη η γενικότερη παραδοξότης δεν σημαίνει ότι σχέσεις τους δεν εισέρχονται σε κύκλους κρίσης ή ύφεσης, όπου τα πεδία απόκλισης υπερτερούν έναντι των πεδίων σύγκλισης ή αντιστρόφως.

Φαίνεται ότι το 2020 έκλεισε ένας κύκλος που διήρκησε περίπου τέσσερα χρόνια (2016-2019), κατά τον οποίο οι σχέσεις Τεχεράνης-Άγκυρας χαρακτηρίζονταν περισσότερο από μια, έστω κι επιφυλακτική κι επισφαλή, αλληλοκατανόηση παρά αντιπαράθεση, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι ήταν ολότελα φιλικές. Δεν μπορούν, άλλωστε, να ξεφύγουν από την γεωγραφία που τους καταδικάζει σε έναν αέναο από εποχής Σαφαβιδών κι Οθωμανών, κυμαινόμενης έντασης, γεωπολιτικό ανταγωνισμό, αφού κατά τον Nicholas J. Spykman «η γεωγραφία είναι ο πιο θεμελιώδης παράγοντας στην εξωτερική πολιτική των κρατών, διότι είναι ο πιο μόνιμος» [49].
Με ορόσημο, όμως, τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το 2020, δύναται να λεχθεί ότι ανοίγει ένας κύκλος κλιμακούμενων εντάσεων, όπου τα σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο χωρών διευρύνονται ολοένα και περισσότερο, με αποτέλεσμα οι σχέσεις τους να προσεγγίζουν το έρεβος. Επομένως, ατενίζοντας τις ιρανο-τουρκικές σχέσεις, σοφό θα ήταν να μη λαμβάνει κανείς τοις μετρητοίς την προσφώνηση «φίλος» που χρησιμοποιούν συχνά μεταξύ τους οι Ιρανοί κι οι Τούρκοι αξιωματούχοι, αλλά αντίθετα θα ήταν πιο διαφωτιστικό να έχει κανείς κατά νου το, εμφορούμενο από σουφική σοφία, απόφθεγμα του μεγάλου Πέρση ποιητή του 13ου αιώνα Τζελαλεντίν Ρουμί που παρατέθηκε στην αρχή του άρθρου: «Οι φίλοι μερικές φορές είναι εχθροί, κι οι εχθροί φίλοι» [50].

Ο ΑΛΕΞΗΣ ΛΕΚΑΚΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΙΟΣ είναι υποψήφιος διδάκτωρ Ιρανικής Εξωτερικής Πολιτικής στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου κι υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ). Στο πλαίσιο της υπό εκπόνηση διατριβής του, έχει πραγματοποιήσει επιτόπια έρευνα στην Τεχεράνη.

Foreign Affairs

https://foreignaffairs.gr/articles/73982/aleksis-lekakis-kerkyraios/i-ragdaia-epideinosi-ton-irano-toyrkikon-sxeseon?page=show

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum