Όπως γράφει η Έλενα
Στεργίου στον Οικονομικό
Ταχυδρόμο:
Το 2023 είναι έτος
ορόσημο για τα ελληνικά
ομόλογα και την ελληνική
οικονομία καθώς έχει
τεθεί ένας βασικός
στόχος: να κατακτήσει
την επενδυτική από την
οποία η Ελλάδα απέχει
ένα σκαλοπάτι. Η
Standard & Poor’s
αναβάθμισε τη χώρα μας
στην βαθμίδα ΒΒ+, ο
καναδικός οίκος DBRS
στην βαθμίδα ΒB high και
ο γερμανικός οίκος SCOPE
στην βαθμίδα ΒΒ+. O
Fitch βαθμολογεί τη χώρα
με ΒΒ, με δύο βαθμίδες
κάτω από την επενδυτική.
Ο Moody’s, παραμένει ο
πιο “αυστηρός” μεταξύ
των οίκων, κρατώντας την
Ελλάδα τρεις θέσεις κάτω
από την επενδυτική, στην
βαθμίδα Ba3.
Σύμφωνα με τις
εκτιμήσεις το οικονομικό
επιτελείο μπορεί να
προχωρήσει σε έκδοση
ομολόγου διάρκειας 10
ετών στα τέλη
Ιανουαρίου, μετά την
έκθεση της Fitch.. Το
ποσό θα κυμαίνεται
μεταξύ 1-2 δισ. ευρώ ,
το οποίο θα εξαρτηθεί
από τις συνθήκες στην
αγορά. Τα ελληνικά
ομόλογα δείχνουν πάντως
αντιστάσεις και οι
αποδόσεις στο 5ετές
κινούνται στο 3,5% και
στο 10ετές στο 4,4%.
Οι αναλυτές έχουν
επισημαίνει πως το
ευνοϊκό μακροοικονομικό
πλαίσιο και η μεγάλη
διάρκεια της ευρωπαϊκής
οικονομικής βοήθειας
«υποστηρίζουν» τη
φθίνουσα πορεία του
ελληνικούς χρέους προς
το ΑΕΠ στο 150% έως το
2025. Παράλληλα,
θετικά είναι τα σχόλια
για τα ταμειακά
διαθέσιμα (στα 38 δισ.)
και για την
δημοσιονομική πορεία του
2023.. Οι χρηματοδοτικές
ανάγκες ανα ετος
κινούνται στα περίπου 6
δις ευρώ τα επόμενα
τέσσερα χρόνια και έτσι
δεν υπάρχει κίνδυνος για
το υψος των διαθεσίμων.
Στο οικονομικό επιτελείο
δεν επικρατεί βιασύνη
για μία νέα έξοδο, έαν
οι συνθήκες δεν είναι
ευνοϊκές. Βασικός στόχος
μίας νέας εξόδου είναι
να δώσει η Ελλάδα το
παρόν, στέλνοντας μήνυμα
σταθερής παρουσίας.
Στον σχεδιασμό του
Οργανισμού Διαχείρισης
Δημοσίου Χρέους και του
υπουργείου Οικονομικών
είναι ο δανεισμός του
2023 να είναι
περιορισμένος, και να
κυμανθεί στα επιπεδα του
2022, εξαιτίας των
αυξημένων αποδόσεων στις
αγορές. Αυτό
μεταφράζεται σε περί τα
7 δισ. Ευρώ. |