|
Όπως γράφει ο
Οικονομικός Ταχυδρόμος,
όπως μας μεταφέρουν
ορισμένες αποστολές, η
αίσθηση που αποκόμισαν
από το Λονδίνο είναι ότι
μπορεί η ελληνική
οικονομία να έχει πολύ
δρόμο μπροστά της,
προκειμένου να μπει για
τα καλά στο χάρτη των
υποψηφίων προς ασφαλές
επενδύσεις, όμως το
μεγάλο βήμα έχει γίνει.
Έχει πάρει την
επενδυτική βαθμίδα, έχει
επιβεβαιώσει την ταχεία
οικονομική της ανάκαμψη,
ενώ ο πρωθυπουργός
διαβεβαίωσε ότι το ρίσκο
μιας κυβερνητικής
αβελτηρίας στο μέτωπο
των μεταρρυθμίσεων,
ειδικά των
φιλο-επενδυτικών, δεν
υπάρχει.
Οι διαχειριστές των
funds
Δηλαδή αυτό που ήθελαν
να ακούσουν οι από καιρό
πιστοί διαχειριστές των
Fidelity, BlackRock,
Pimco και Pictet Asset
Management, αλλά και
προσφάτως αφιχθέντες στη
Λ. Αθηνών, Norges, GIC,
RWC, Power Corporation
of Canada κ.α. Άλλωστε,
τα δείγματα της
κυβέρνησης δεν είναι
λίγα, αν και τα
«σκαμπανεβάσματα» στις
επιδόσεις, όπως και το
ενδεχόμενο κυβερνητικής
κόπωσης ήταν ένα ζήτημα
που παραμένει στο πίσω
μέρος πολλών
διαχειριστών.
Ένα ακόμη στοιχείο που
διαπιστώθηκε από τις
ελληνικές αποστολές
είναι ότι η Ελλάδα έχει
βελτιώσει τη σχέση και
τη φήμη της με την
υπόλοιπη Ευρώπη, κάτι
που αποτυπώνεται και στο
κόστος δανεισμού τόσο
του ίδιου του Δημοσίου
όσο και των
επιχειρήσεων. Σε ένα
περιβάλλον υψηλών
επιτοκίων, τα οποία
σταδιακά θα επηρεάσουν
τους επιχειρηματικούς
ισολογισμούς, το premium
του κινδύνου που
ζητούσαν οι επενδυτές τα
προηγούμενα χρόνια έχει
αρχίσει να κλείνει
σημαντικά, κάτι στο
οποίο στάθηκαν ιδιαίτερα
οι ξένοι, αφού κρίνει
και τις επιδόσεις των
θεμελιωδών των
εισηγμένων.
“Αναπτυξιακά” management
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον
επίσης υπήρξε για τις
προοπτικές των
συμμετεχουσών
εισηγμένων, μετά από
αρκετά τρίμηνα
ομολογουμένης έκρηξης
της κερδοφορίας. Γι’
αυτό και στο μικροσκόπιο
τέθηκε ιδιαίτερα ο
κλάδος της ενέργειας,
δεδομένης της μεγάλης
μετάβασης που
επιχειρείται όχι μόνο
στην Ευρώπη αλλά και
παγκοσμίως.
Οι ξένοι εμφανίστηκαν
καταρτισμένοι στο ότι οι
επιδόσεις των εισηγμένων
μέχρι τώρα οφείλονταν
στην καλή πορεία της
ελληνικής οικονομίας και
του τουρισμού, τα μέτρα
δημοσιονομικής πολιτικής
κατά την περίοδο της
πανδημίας και της
ενεργειακής κρίσης, ενώ
σημαντική ήταν και η
συμβολή των
πληθωριστικών πιέσεων
στην ιδιαίτερα υψηλή
κερδοφορία των
επιχειρήσεων. Ωστόσο,
αυτό που έχει σημασία
πλέον είναι το μέλλον,
και το κατά πόσο είναι
εφικτή η διατήρηση των
υψηλών επιπέδων κέρδους,
η οποία θα συνοδεύεται
και με τις αναπτυξιακές
στρατηγικές των
διοικήσεων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε
αυτό το μέτωπο είχε η
περίπτωση της ΔΕΗ, η
οποία επιχειρεί ένα
μεγάλο βήμα για τη
διεύρυνση των
δραστηριοτήτων της, όπως
και ο ΟΠΑΠ, ο οποίος ήδη
έχει δώσει το στίγμα για
τα νέα προϊόντα που
δρομολογεί. Ο κλάδος της
πληροφορικής επίσης
έδειξε να τραβά τα
βλέμματα, όπως και αυτός
της διαχείρισης των
ακινήτων, πέραν φυσικά
των τραπεζών, οι οποίες
κλήθηκαν να
σκιαγραφήσουν τα επόμενα
βήματα τους, υπό τους
όρους της κορύφωσης των
επιτοκιακών εσόδων τους,
αλλά και της μείωσης των
ρυθμών ανάπτυξης. Ο
κλάδος ωστόσο είχε ως
“ατού” τα κονδύλια του
Ταμείου Ανάκαμψης, τα
οποία και αναμένεται να
κρατήσουν υψηλά τους
ρυθμούς πιστωτικής
επέκτασης.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι η
πλειονότητα των αναλυτών
(consensus) βλέπει
μηδενική ανάπτυξη των
κερδών ανά μετοχή των
ελληνικών εισηγμένων το
2024, με την Societe
Generale να μην είναι
τόσο θετική για τις
επιδόσεις τους την
επόμενη χρονιά, καθώς
αναμένει να υπάρξει
πτώση 3,48% στα κέρδη
ανά μετοχή. Παρόλα αυτά,
η Goldman Sachs εκ
διαμέτρου πιο αισιόδοξη,
καθώς εκτιμά άνοδο 8%
για τον EPS των
ελληνικών εισηγμένων το
2024.
Ροές κεφαλαίων
Οι κεφαλαιοποιήσεις και
οι σταθμίσεις των
ελληνικών εισηγμένων
στους διεθνείς δείκτες
ήταν ένα ακόμη ζήτημα
που θίχτηκε στο Λονδίνο,
καθώς όσο καλύτερες οι
θέσεις τους τόσο
μεγαλύτερες θα είναι οι
ροές των passive index
funds, δημιουργώντας μια
ισχυρή βάση στα
μετοχολόγια τους. Μια
πρόγευση άλλωστε παίρνει
η ελληνική κεφαλαιαγορά
και οι τίτλοι αιχμής
(ειδικά αυτού που
συμμετέχουν στους
δείκτες του MSCI) στα
rebalancing του
τελευταίου έτους, κάτι
που αναμένεται να
ενταθεί τους επόμενους
μήνες και σίγουρα εάν το
ελληνικό χρηματιστήριο
ανέβει κατηγορία.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί
πάντως, όπως εκτιμάται,
σε μερικούς μήνες μετά
την επίτευξη της
επενδυτικής βαθμίδας οι
οίκοι θα θέσουν το Χ.Α
σε «watch list για
αναβάθμιση», το οποίο
και θα αποτελέσει
σημαντικό «σήμα» για την
ενίσχυση των θέσεων των
επενδυτών στις ελληνικές
μετοχές. Άλλωστε, οι
αναδυόμενες αγορές, στις
οποίες έχει «παγιδευτεί»
το Χ.Α., αποτελούν πολύ
μικρό κομμάτι της
παγκόσμιας επενδυτικής
«πίτας» και προσελκύουν
αντίστοιχα μικρά
κεφάλαια. Για
παράδειγμα, στον
παγκόσμιο δείκτη της
MSCI η βαρύτητα των
αναδυόμενων αγορών είναι
μόλις 13%. |