|
Μετά το «spam», που
καθιερώθηκε για να
περιγράψει τα
ανεπιθύμητα μηνύματα, το
«slop» κατακλύζει το
διαδίκτυο με την
ανάπτυξη της τεχνητής
νοημοσύνης. Το κακής
ποιότητας και
ανεπιθύμητο περιεχόμενο
AI βρίσκεται πλέον
παντού γύρω μας: Στα
social media, στην
τέχνη, στα βιβλία και
όλο και περισσότερο στα
αποτελέσματα των μηχανών
αναζήτησης.
Όταν η Google συνέστησε
σε κάποιον χρήστη να
προσθέσει μη τοξική
κόλλα στην πίτσα του για
να κολλήσει το τυρί;
Αυτό είναι
χαρακτηριστικό δείγμα
«slop».
«Slop» είναι και τα
φθηνά ψηφιακά βιβλία που
μοιάζουν με τα
αυθεντικά, αλλά δεν
είναι ίδια.
Όπως και κάποια posts
στο Facebook feed που
μοιάζουν να έρχονται από
το πουθενά.
Ο όρος «slop» άρχισε να
χρησιμοποιείται ευρέως
στα φόρουμ του ίντερνετ
τον περασμένο μήνα, όταν
η Google ενσωμάτωσε το
μοντέλο τεχνητής
νοημοσύνης της Gemini
στα αποτελέσματα των
αναζητήσεών της στις
ΗΠΑ. Έτσι, αντί να
«σερβίρει» στους χρήστες
links για να βρουν τις
πληροφορίες που ζητούν,
η Google επιχειρεί να
απαντήσει στο ερώτημά
τους απευθείας με το AI
Overview. Πρόκειται για
ένα κομμάτι κειμένου που
εμφανίζεται στην κορυφή
της σελίδας
αποτελεσμάτων, μέσω του
οποίου το Gemini
προσπαθεί να «μαντέψει»
τι ακριβώς ψάχνει ο
χρήστης.
Η Google έκανε την
αλλαγή αυτή σαν απάντηση
της αντίστοιχη κίνηση
της Microsoft, η οποία
ενσωμάτωσε την τεχνητή
νοημοσύνη στα δικά της
αποτελέσματα αναζήτησης
στο Bing. Όμως, η αλλαγή
προκάλεσε διάφορα
προβλήματα, με
αποτέλεσμα η Google να
πάρει πίσω κάποιες από
τις λειτουργίες της,
μέχρι να μπορέσει να τα
αντιμετωπίσει.
Το βέβαιο είναι ότι οι
μεγάλες μηχανές
αναζήτησης κάνουν την
τεχνητή νοημοσύνη βασική
προτεραιότητά τους, με
αποτέλεσμα τεράστιες
ποσότητες πληροφοριών
που έχουν παραχθεί από
μηχανές και δεν έχουν
περάσει από ανθρώπινα
ματιά, να γίνονται πλέον
σημαντικό κομμάτι της
καθημερινότητας στο
διαδίκτυο, σημειώνουν οι
New York Times.
Όπως εξηγεί ο Kristian
Hammond, διευθυντής του
Center for Advancing
Safety of Machine
Intelligence στο
Northwestern University
το πρόβλημα είναι ότι οι
πληροφορίες του AI
Overview παρουσιάζονται
στον χρήστη σαν μια
οριστική απάντηση και
όχι σαν ένα σημείο από
το οποίο μπορεί να
ξεκινήσει την έρευνά του
για το θέμα που τον
απασχολεί.
«Όταν κάνεις μια
αναζήτηση, παίρνεις αυτό
που χρειάζεσαι
προκειμένου να σκεφτείς
και αυτό ουσιαστικά
ενθαρρύνει τη σκέψη.
Αυτό που αλλάζει με την
ενσωμάτωση των γλωσσικών
μοντέλων είναι ότι δεν
σε ενθαρρύνουν να
σκεφτείς. Σε ενθαρρύνουν
να αποδεχθείς. Και
πιστεύω ότι αυτό είναι
επικίνδυνο», λέει στους
New York Times.
Πηγή: New York Times |