|
Όπως γράφει η
Ναυτεμπορική, στην
καρδιά του σχεδίου
βρίσκεται πάντα η αναλογική
επιβάρυνση του
συνταξιούχου που
εργάζεται, έτσι
ώστε να μην επιβάλλεται
οριζόντιο «μαχαίρι» 30%
ακόμη και σε όσους
εργάζονται για μικρό
χρονικό διάστημα μέσα
στο μήνα ή πληρώνονται
με «μπλοκάκι» ένα μικρό
ποσό για μια ευκαιριακή
απασχόληση.
Το εν λόγω σχέδιο βάζει
στο κέντρο του το ύψος
του εισοδήματος που
αντλεί ο συνταξιούχος
από την εργασία του, ως
βασικό κριτήριο για τον
καθορισμό του «πέναλτι».
Με την λογική αυτή το
βάρος του πέναλτι περνά
στο μέτωπο των φόρων,
καθορίζεται από το
εισόδημα και όχι από το
είδος ή τις ώρες
εργασίας του
συνταξιούχου, ενώ η
πλειοψηφία των
εργαζόμενων συνταξιούχων
που έχουν ένα μικρό ή
μεσαίο εισόδημα από την
εργασία τους βγαίνουν
σημαντικά ωφελημένοι ως
προς την απώλεια
εισοδήματος.
Η φόρμουλα
Όπως εξηγούν στην «Η»
αρμόδιοι παράγοντες, το
σχέδιο που έχει μείνει
στο επίπεδο των σκέψεων,
προβλέπει πως η
σύνταξη χορηγείται
ολόκληρη, στο 100% αλλά
ο εργαζόμενος
συνταξιούχος έχει ένα
πρόσθετο φορολογικό
«πέναλτι» στο εισόδημα
που αποκτά από την
εργασία του, είτε αυτή
είναι μισθωτή
απασχόληση είτε είναι
ελεύθερο επάγγελμα.
Δηλαδή, το εισόδημα
φορολογείται αρχικώς
έξτρα με ένα
συγκεκριμένο πρόσθετο
συντελεστή (π.χ. 10% ή
15%) και στη συνέχεια
προστίθεται στα υπόλοιπα
εισοδήματα του
συνταξιούχου – π.χ.
συντάξεις – ώστε να
φορολογηθεί συνολικά στο
πλαίσιο της φορολογίας
εισοδήματος, ως ισχύει.
Έτσι ο εργαζόμενος
συνταξιούχος δεν έχει
μεν κανένα
«πέναλτι» στην σύνταξή
του, αλλά
καλείται να πληρώσει
κάτι επιπλέον στη
φορολογία εν είδει
«πέναλτι», δεδομένου ότι
εισπράττει και την
σύνταξη και το εισόδημα
από την εργασία του.
Παράδειγμα
Για παράδειγμα,
εργαζόμενος συνταξιούχος
με σύνταξη 1.000 ευρώ
που με σύμβαση έργου
αναλαμβάνει μια εργασία
τον ερχόμενο Οκτώβριο
και εισπράττει από αυτήν
με μπλοκάκι ως ελεύθερος
επαγγελματίας 500
ευρώ.
Με το ισχύον σύστημα θα
έχανε το 30% της
σύνταξής του για ένα
μήνα, δηλαδή 300 ευρώ,
μάλλον ασύμφορο για να
εισπράξει 500 ευρώ και
τελικά να κερδίσει 200
ευρώ από την εργασία που
ανέλαβε. Πιθανότατα θα
επεδίωκε να τα εισπράξει
«μαύρα».
Αν όμως εισπράξει
κανονικά την σύνταξη των
1.000 ευρώ, αλλά τα 500
ευρώ φορολογηθούν με
έναν συντελεστή π.χ. 10%
εν είδει «πέναλτι», θα
πληρώσει έξτρα φόρο 50
ευρώ. Ακολούθως τα 500
ευρώ θα αθροιστούν με
την σύνταξή του και
όποια άλλα τυχόν
εισοδήματα έχει, ώστε να
φορολογηθούν με το
ισχύον σύστημα και τους
συντελεστές φορολογίας
εισοδήματος.
Ο συγκεκριμένος κερδίζει
έτσι 250 ευρώ,
καθώς το «πέναλτί» του
μειώνεται από τα 300 στα
50 ευρώ. Υπάρχει,
βέβαια, κίνδυνος
σημαντικής έξτρα
επιβάρυνσης φορολογικής
αν με τα 500 ευρώ
αλλάζει ο συνταξιούχος
κλίμακα εισοδήματος και
ανεβεί συντελεστή, και
σε κάθε περίπτωση θα
πληρώσει κάτι παραπάνω
στον φόρο εισοδήματος
(Ε1) δεδομένου ότι έχει
το έξτρα εισόδημα των
500 ευρώ. Ωστόσο αυτό
συμβαίνει ούτως ή άλλως,
είτε με το παλιό πέναλτι
είτε με το καινούριο.
Οι στόχοι και τα
«αγκάθια»
Με τον τρόπο αυτό
επιχειρείται να
επιβληθεί ένα δικαιότερο
και πιο αναλογικό
σύστημα και να
παρακαμφθούν – παράλληλα
– οι δυσκολίες της
επιβολής ενός αναλογικού
πλαφόν ανάλογα με τις
ώρες εργασίας, κάτι που
δεν καλύπτει ή καλύπτει
πολύ δύσκολα τους
ελεύθερους
επαγγελματίες.
Υπενθυμίζεται πως
δυνατότητα αναλογικής
περικοπής της σύνταξης
βάσει των ημερών
ασφάλισης ανά μήνα
προβλεπόταν από την
αρχική ερμηνευτική
εγκύκλιο του υπουργείου
Εργασίας, που είχε
εκδοθεί για την ρύθμιση
του νόμου Κατρούγκαλου
(πέναλτι 60%) του 2016.
Όπως όμως λένε ειδικοί
επί της κοινωνικής
ασφάλισης, στην πράξη
δεν εφαρμόσθηκε πότε,
«δεδομένου ότι δεν
υπήρχε αντίστοιχη
εφαρμογή, ενώ οι
συνταξιούχοι υφίσταντο
περικοπή σαν να είχαν
πλήρη απασχόληση». Η
δυνατότητα αναλογικής
περικοπής ανάλογα με τις
ώρες ή τις ημέρες
απασχόλησης καταργήθηκε
με τον νόμο Βρούτση το
2020 που μείωσε συνολικά
και οριζόντια το
«πέναλτι» από 60% στο
30%.
Ένα «αγκάθι» που πρέπει
να ξεπεραστεί είναι να
«δεθεί» νομικά πως η εν
λόγω ρύθμιση δεν
αντίκειται στις
διατάξεις του
Συντάγματος, καθώς επί
της ουσίας θα συνιστά,
από οικονομική άποψη,
διπλή φορολόγηση του
ίδιου εισοδήματος (economic
double taxation).
Αντίστοιχο σύστημα,
βέβαια, ισχύει στην
Ελλάδα για τα εταιρικά
μερίσματα, καθώς το
εισόδημα από τη
συμμετοχή στο κεφάλαιο
μιας επιχείρησης —έστω
μιας ανώνυμης εταιρείας—
φορολογείται σε δύο
στάδια. Αρχικά,
φορολογείται το σύνολο
των κερδών στο όνομα του
νομικού προσώπου και στη
συνέχεια, όταν γίνεται
διανομή, φορολογείται το
μέρος των διανεμόμενων
κερδών στο όνομα του
μετόχου με ένα πρόσθετο
φόρο μερισμάτων.
Επίσης πρέπει να
μετρηθεί αναλογιστικά
αλλά και δημοσιονομικά,
όπως επίσης και να
βρεθεί η «χρυσή
ισορροπία» ώστε να
ωφελούνται οι χαμηλά ή
μεσαία αμειβόμενοι,
χωρίς να υπάρξει
επιβάρυνση για τους
υπόλοιπους. |