Πέρα από τις ανησυχίες
για τον οικονομικό κύκλο
της βιομηχανίας αλλά και
τις προκλήσεις που
σχετίζονται με την
ανάπτυξη όλο και πιο
προηγμένων μικροτσίπ,
υπάρχει και ένας
παράγοντας που μπορεί να
τα επισκιάσει όλα: η
γεωπολιτική.
Τους τελευταίους μήνες
του 2022 οι Ηνωμένες
Πολιτείες έχουν θέσει
τους αυστηρότερους
περιορισμούς σχετικά με
το ποιες εταιρείες θα
μπορούν να εξάγουν
προϊόντα και τεχνολογίες
στην Κίνα αλλά και με
ποιες κινεζικές
εταιρείες θα μπορεί να
υπάρξει συνεργασία.
Παράλληλα, σε εξέλιξη
βρίσκεται μια προσπάθεια
μέσω γενναιόδωρων
ομοσπονδιακών
επιδοτήσεων να
προσελκύσουν την
παραγωγή ημιαγωγών πίσω
στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια στιγμή
κυβερνήσεις σε Ευρώπη
και Ασία, που φιλοξενούν
εταιρείες παραγωγής
ημιαγωγών, εισάγουν
παρόμοιες πολιτικές για
να διατηρήσουν την
τοποθέτησή τους στον
κλάδο.
Το MIT Technology Review
συμπεραίνει ότι καθώς
αυτές οι συγκεκριμένες
συνθήκες θα συνεχίσουν
να ισχύουν το 2023, θα
φέρουν ένα νέο στοιχείο
αβεβαιότητας σε έναν
κλάδο που εδώ και πολύ
καιρό βασίζεται σε
παγκόσμιες αλυσίδες
εφοδιασμού και σε αρκετή
ελευθερία για να
αποφασίζει με ποιον θα
συνεργαστεί, ενώ έχει
αξία 500 δισεκατομμυρίων
δολαρίων.
Η μεγάλη «αναζωογόνηση»
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ
δεσμεύτηκε το 2022 να
επενδύσει σε έρευνα και
γραμμές παραγωγής
ημιαγωγών το ποσό των 52
δισεκατομμυρίων
δολαρίων. Από αυτά τα
χρήματα, τα 39
δισεκατομμύρια δολάρια
θα κατευθυνθούν στην
εγχώρια οικοδόμηση νέων
εργοστασίων παραγωγής.
Μέρος της χρηματοδότησης
προφανώς θα
χρησιμοποιηθεί σε
εργοστάσια που παράγουν
ημιαγωγούς για
στρατιωτικές εφαρμογές,
καθώς η αμερικανική
κυβέρνηση είναι πάντα
ευαίσθητη με τους
κινδύνους που εγκυμονεί
η εισαγωγή τέτοιου
είδους ευαίσθητο υλικό
από το εξωτερικό.
Σύμφωνα με ορισμένους
αναλυτές, αυτή ακριβώς
είναι και η αιτία που η
TSMC από την Ταϊβάν
αποφάσισε να επενδύσει το
ποσό των 40
δισεκατομμυρίων δολαρίων
για την κατασκευή
εργοστασίων στην Αριζόνα
των Ηνωμένων Πολιτειών
στο οποίο θα
κατασκευάζονται
προηγμένα μικροτσίπ
τεχνολογίας 3nm και 5nm.
Ωστόσο, η αναζωογόνηση
της αμερικανικής
παραγωγής σε επίπεδο
μικροτσίπ για εμπορική
χρήση είναι μια άλλη
περίπτωση. Σε αυτή την
κατηγορία της αγοράς η
συντριπτική παραγωγή
προέρχεται από τα
εργοστάσια της Ασίας.
Όπως αναφέρει το MIT
Technology Review, η
μεταφορά γραμμών
παραγωγής στις ΗΠΑ
ενδέχεται να αυξήσει το
κόστος και να κάνει το
τελικό προϊόν λιγότερο
ανταγωνιστικό, ακόμη και
με τη χρήση κρατικών
επιδοτήσεων.
Ενδεικτικό ότι ο ιδρυτής
της TSMC, Μόρις Τσανγκ,
είχε δηλώσει τον Απρίλιο
του 2022 ότι το
κόστος παραγωγής
ημιαγωγών στις ΗΠΑ είναι
κατά 50% υψηλότερο σε
σχέση με την Ταϊβάν. Ας
φανταστούμε το κόστος
για τις αμερικανικές
εταιρείες που θα
«υποχρεωθούν» να
χρησιμοποιήσουν μόνο
αμερικανικά μικροτσίπ
για τις συσκευές τους.
Μία εντελώς νέα αγορά…
με περιορισμούς
Οι περιορισμοί που
επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ
τον περασμένο Οκτώβριο
στις εξαγωγές
αναβαθμισμένων τσιπ και
τεχνολογίας στην Κίνα,
αποτελούν μία κλιμάκωση
του οικονομικού πολέμου
μεταξύ Ουάσιγκτον και
Πεκίνου. Επιπρόσθετα, με
τους νέους κανόνες
απαγορεύεται ακόμη και η
πώληση εξοπλισμού για
την παραγωγή προηγμένων
ημιαγωγών στην ασιατική
χώρα.
Πρόκειται για
αχαρτογράφητα ύδατα.
Ποιος μπορεί να ορίσει
ποια μικροτσίπ και ποιες
τεχνολογίες κατασκευής
είναι «προηγμένα»; Εάν
μια κινεζική εταιρεία
κατασκευάζει προηγμένα
και παλαιότερης
τεχνολογίας μικροτσίπ θα
μπορεί να έχει πρόσβαση
σε μέρος της
αμερικανικής
τεχνολογίας;
Το αμερικανικό υπουργείο
Εμπορίου έδωσε σχετικές
απαντήσεις ήδη από τα
τέλη Οκτωβρίου, ότι οι
γραμμές παραγωγής
παλαιών επεξεργαστών
εξαιρούνται των
περιορισμών, ωστόσο δεν
έχει ξεκαθαριστεί πώς
ακριβώς θα επιβάλλονται
αυτοί.
Πώς θα αντιδράσει η Κίνα
Προς το παρόν η κινεζική
κυβέρνηση έχει επιδείξει
ελάχιστη αντίδραση στους
αμερικανικούς
περιορισμούς, πέρα από
κάποιες διπλωματικές
ανακοινώσεις σε
συνδυασμό
με διαμαρτυρίες στο
πλαίσιο του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου.
Οι περισσότεροι αναλυτές
θεωρούν ότι ηχηρότερη
αντίδραση δεν θα υπάρξει
καθώς η Κίνα υπολείπεται
σημαντικά στον τομέα των
ημιαγωγών και έτσι δεν
μπορεί να καταφέρει
ουσιαστικά αντίποινα.
Ωστόσο, η Κίνα ελέγχει
το 80% των σπάνιων
γαιών, υλικά δηλαδή που
είναι κρίσιμης σημασίας
για την κατασκευή κάθε
είδους προϊόντος, από
προηγμένα μαχητικά
αεροσκάφη μέχρι
μπαταρίες και οθόνες.
Ένας περιορισμός της
εξαγωγής τους ίσως
αποτελεί έναν μοχλό
πίεσης στα χέρια της
κινεζικής κυβέρνησης.
Παρόλα αυτά οι αναλυτές
θεωρούν ότι η Κίνα δεν
θα επιλέξει την
ολοκληρωτική σύγκρουση
και την στρατηγική της
«καμένης γης», ειδικά
για ένα θέμα όπως οι
ημιαγωγοί. Αντίθετα,
θεωρείται πιο πιθανό το
Πεκίνο να επιλέξει μια
δική της πολιτική…
«αναζωογόνησης» της
εγχώριας βιομηχανίας
μικροτσίπ.
Ήδη αναφορές θέλουν την
Κίνα να διοχετεύει
πακέτο 143
δισεκατομμυρίων δολαρίων
για να στηρίξει τις
εγχώριες βιομηχανίες.
Το ζήτημα της Ταϊβάν
Για να έχουν επιτυχία οι
περιορισμοί των ΗΠΑ θα
πρέπει να υπάρξει στενή
συνεργασία με μια σειρά
από άλλες χώρες, που
κατέχουν ζωτικής
σημασίας τεχνολογία
παραγωγής ημιαγωγών.
Αυτές οι χώρες
περιλαμβάνουν την
Ολλανδία, την Ιαπωνία,
τη Νότια Κορέα και την
Ταϊβάν.
Η εναρμόνιση με τις ΗΠΑ
δεν θα είναι μια απλή
και εύκολη διαδικασία.
Παρά τις ιδεολογικές
διαφορές αυτών των χωρών
με το Πεκίνο, υπάρχουν
ζωτικά οικονομικά
συμφέροντα σε κινεζικό
έδαφος και διατηρούνται
ακόμη στενές εμπορικές
σχέσεις.
Ολλανδία και Ιαπωνία
έχουν ανακοινώσει ότι
συμφωνούν με τους
αμερικανικούς
περιορισμούς, αν και
υπάρχουν φωνές που
αντιδρούν με το
επιχείρημα «το να
ακολουθούμε την
αμερικανική πολιτική
αποδυναμώνουμε τα δικά
μας συμφέροντα».
Η Ταϊβάν από την άλλη
πλευρά βρίσκεται σε
εξαιρετικά άβολη θέση.
Λόγω γεωγραφικής
εγγύτητας και ιστορικών
σχέσεων, η οικονομία της
χώρας είναι στενά
συνδεδεμένη με την Κίνα.
Πολλές εταιρείες, όπως η
TSMC που είναι ο
μεγαλύτερος παραγωγός
ημιαγωγών, πουλά
προϊόντα σε κινεζικές
εταιρείες και συγχρόνως
διατηρεί εργοστάσια στην
κινεζική ηπειρωτική
χώρα.
Τον Οκτώβριο, η TSMC
έλαβε εξαίρεση ενός
έτους από τους
αμερικανικούς
περιορισμούς εξαγωγών
προς την Κίνα, αλλά
είναι εξαιρετικά πιθανό
αυτή η εξαίρεση να μην
ανανεωθεί το 2023.
Επιπρόσθετα, πάντα
ελλοχεύει το ξέσπασμα
ένοπλης σύγκρουσης ανάμεσα
στα δύο κινεζικά κράτη
(Ταϊβάν και Λαϊκή
Δημοκρατία της Κίνας)
που πρακτικά θα
σταματούσε αυτομάτως
οποιαδήποτε παραγωγική
διαδικασία μικροτσίπ.
Αναλυτές υποστηρίζουν
ότι αυτό δεν σημαίνει
ότι θα υπάρξει μαζική
αποχώρηση από την Κίνα,
αντίθετα θα υπάρξει μία
αναζήτηση ευκαιριών για
κατασκευή εργοστασίων σε
άλλες περιοχές και
ηπείρους, όπως έγινε με
την περίπτωση της TSMC
και τα εργοστάσια στην
Αριζόνα.
Καθώς η βιομηχανία
μικροτσίπ της Ταϊβάν
πλησιάζει πιο κοντά στις
ΗΠΑ και μια συμμαχία
εδραιώνεται γύρω από το
αμερικανικό καθεστώς
ελέγχου των εξαγωγών, η
άλλοτε παγκοσμιοποιημένη
βιομηχανία ημιαγωγών
πλησιάζει ένα βήμα πιο
κοντά στον ολικό
διαχωρισμό.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος
|