|
Το σχετικό έναυσμα
δόθηκε την περασμένη
Δευτέρα από το Ταμείο
Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας (ΤΧΣ) με
την εκκίνηση της
διαδικασίας πώλησης του
9% της Alpha Bank, ενώ
ζήτημα μερικών ημερών
είναι και η διάθεση της
μισής συμμετοχής (20%)
του κράτους στην Εθνική
Τράπεζα. Δεν αποκλείεται
δε, εφόσον οι συνθήκες
στις αγορές είναι
ευνοϊκές, να
πραγματοποιηθεί μέσα στη
χρονιά και η αποεπένδυση
του Δημοσίου από την
Τράπεζα Πειραιώς, στην
οποία το ΤΧΣ ελέγχει το
27% του μετοχικού
κεφαλαίου.
Η πρώτη γεύση
Αναλυτές επισημαίνουν
ότι «το όλο εγχείρημα θα
μας δώσει μία πρώτη
γεύση για το πώς
αποτιμάται σήμερα ο
εγχώριος τραπεζικός
κλάδος από τη διεθνή
επενδυτική κοινότητα».
Υπενθυμίζεται ότι η
αποχώρηση του ΤΧΣ από τη
Eurobank διά της
επαναγοράς των μετοχών
του έγινε με premium άνω
του 20%, ωστόσο το
συγκεκριμένο πακέτο ήταν
εξαιρετικά μικρό (1,4%)
για να εξαχθούν ασφαλή
συμπεράσματα.
Από την άλλη, στην Alpha
Bank το τίμημα που
προσφέρει η UniCredit
μέσω της αρχικής της
πρότασης (1,33 ευρώ ανά
μετοχή) ήταν υψηλότερο
κατά 5% περίπου σε σχέση
με τη χρηματιστηριακή
της αξία πριν από τις
επίσημες ανακοινώσεις.
Μένει να φανεί όμως αν
έως και τη λήξη τής εν
εξελίξει ανταγωνιστικής
διαδικασίας στις 10
Νοεμβρίου θα προχωρήσει
σε βελτίωση της
προσφοράς της, καθώς και
αν θα υπάρξουν καλύτερες
προτάσεις από τρίτους
επενδυτές. Αυξημένο
ενδιαφέρον
Ως προς την Εθνική,
τραπεζικές πηγές κάνουν
λόγο για αυξημένο
ενδιαφέρον μεγάλων ξένων
funds και εγχώριων
επιχειρηματικών σχημάτων
να εισέλθουν στο
μετοχικό της κεφάλαιο.
Οπως λένε, το ΤΧΣ έχει
ολοκληρώσει την
απαραίτητη προεργασία
και από τις 13 Νοεμβρίου
θα είναι έτοιμο να
πατήσει το κουμπί για
την πώληση του 20% των
μετοχών της τράπεζας ή
και μεγαλύτερου ποσοστού
ανάλογα με τη ζήτηση που
θα εκδηλωθεί.
Το 15% θα διατεθεί μέσω
βιβλίου προσφορών σε
θεσμικούς επενδυτές, ενώ
το υπόλοιπο 5% με
δημόσια προσφορά στη
λιανική, με την
προτεραιότητα και στις
δύο περιπτώσεις να έχουν
οι υφιστάμενοι μέτοχοι.
Δεδομένου πως πρόκειται
για ένα μεγάλο πακέτο,
με ενδιαφέρον αναμένεται
η διαμόρφωση του
τιμήματος που θα
εξασφαλιστεί.
Η κερδοφορία
Σύμφωνα με αναλυτές, η
σημαντική αύξηση της
κερδοφορίας των
ελληνικών τραπεζών κατά
την εφετινή χρήση, οι
προοπτικές για επίτευξη
υψηλής απόδοσης επί των
ιδίων κεφαλαίων τα
επόμενα χρόνια και η
αναμενόμενη επιστροφή
στην εποχή των
μερισμάτων από το 2024,
για πρώτη φορά μετά την
υπερδεκαετή κρίση στον
κλάδο, δημιουργούν τις
προϋποθέσεις για την
εκδήλωση ισχυρού
ενδιαφέροντος από
επενδυτές σε αυτή τη
συγκυρία. Τα
αποτελέσματα
Η μεγάλη βελτίωση των
αποτελεσμάτων τους
αποτυπώθηκε στις πρώτες
ανακοινώσεις για τα
μεγέθη του γ΄ τριμήνου
2023 από Alpha Bank και
Τράπεζα Πειραιώς την
περασμένη Παρασκευή. Και
οι δύο τράπεζες πέτυχαν
σημαντική ενίσχυση της
καθαρής τους
κερδοφορίας, που σε
εξομαλυμένη βάση
διπλασιάστηκε σε επίπεδο
εννεαμήνου σε σύγκριση
με την αντίστοιχη
περυσινή περίοδο.
Οι επιδόσεις αυτές ήταν
αποτέλεσμα κατά βάση της
μεγάλης ετήσιας αύξησης
των καθαρών εσόδων από
τόκους (+46% για την
Alpha Bank, +59% για την
Τράπεζα Πειραιώς), λόγω
της διεύρυνσης των
επιτοκιακών περιθωρίων
και δευτερευόντως της
μείωσης των λειτουργικών
εξόδων. Eurobank και
Εθνική Τράπεζα θα
δημοσιοποιήσουν τις
οικονομικές τους
καταστάσεις την ερχόμενη
Τρίτη.
Εκτιμάται ότι στο σύνολο
του 2023 η καθαρή
κερδοφορία των
συστημικών ομίλων θα
προσεγγίσει τα 4 δισ.
ευρώ, ανοίγοντας τον
δρόμο για τη λήψη των
απαραίτητων εποπτικών
εγκρίσεων για επιστροφή
κεφαλαίου στους μετόχους
για πρώτη φορά μετά από
15 χρόνια.
Πηγή: Έντυπη έκδοση ΤΟ
ΒΗΜΑ |