|
Σύμφωνα με τον ελβετικό
επενδυτικό οίκο (την
έκθεση παρουσιάζει το
Money Review), οι
αυξήσεις των επιτοκίων
αφήνουν πιο εκτεθειμένες
τις αγορές κατοικιών της
Β. Ευρώπης (Ηνωμένο
Βασίλειο, Ολλανδία,
Σκανδιναβικές χώρες,
χώρες της Βαλτικής), ενώ
αρκετά ευάλωτες
θεωρούνται επίσης οι
αγορές της Ιταλίας και
της Ισπανίας, όπου έχει
απομείνει μεγάλο απόθεμα
στεγαστικών δανείων
κυμαινόμενου επιτοκίου.

Αντίθετα, τα στοιχεία
της UBS δείχνουν ότι η
Ελλάδα προστατεύεται από
παράγοντες όπως το πολύ
χαμηλό ποσοστό των
στεγαστικών δανείων στην
ιδιοκτησία ακινήτων (11%
έναντι μέσου όρου 28,7%
στην Ευρωζώνη), το
χαμηλό επίπεδο των
στεγαστικών δανείων ως
προς το ΑΕΠ (13,3%
έναντι μέσου όρου
37,3%), η χαμηλή έκθεση
της οικονομίας στις
κατασκευές (2,4% του ΑΕΠ
έναντι 4,6% στην
Ευρωζώνη) και το χαμηλό
μερίδιο που έχουν οι
κατασκευές στην
απασχόληση (4% έναντι
μέσου όρου 6,4%).

Συνολικά, πάντως, η UBS
εντοπίζει παράγοντες οι
οποίοι μετριάζουν τις
επιπτώσεις των
επιτοκιακών αυξήσεων
στις αγορές κατοικιών
της Ευρωζώνης. Πρώτα από
όλα, οι αγορές εργασίας
εμφανίζονται ανθεκτικές,
ενώ τα νοικοκυριά έχουν
υψηλές αποταμιεύσεις, η
προσφορά ακινήτων είναι
πολύ μικρή και το
μερίδιο των στεγαστικών
δανείων σταθερού
επιτοκίου είναι σήμερα
μεγαλύτερο από ό,τι ήταν
πριν από 10-15 χρόνια.
Οι τιμές των ακινήτων
πέφτουν στις μισές
ευρωπαϊκές χώρες
Τα στοιχεία της UBS
δείχνουν ότι οι τιμές
των κατοικιών στην
Ευρωζώνη έχουν
υποχωρήσει κατά 1,7%
από τις αρχές του έτους
και βρίσκονται σε
πτωτική τροχιά στις
μισές από τις χώρες.
Η πτώση είναι εντονότερη
στη Γερμανία (-9,9%), τη
Δανία (-7,6%), τη
Σουηδία (-6,9%) και τη
Φινλανδία (-5,6%), όπου
αυξάνονται και οι
χρεοκοπίες στον
κατασκευαστικό κλάδο.

Την ίδια στιγμή, τα
επιτόκια των στεγαστικών
δανείων συνεχίζουν να
αυξάνονται, με τον
σταθμισμένο μέσο όρο για
τα νέα δάνεια να
διαμορφώνεται στο 3,93%
στην Ευρωζώνη τον
Σεπτέμβριο, έχοντας
ενισχυθεί κατά 104
μονάδες βάσης από τα
τέλη του 2022. Το μέσο
επιτόκιο στο σύνολο των
δανείων είναι 2,35%,
αυξημένο κατά 45 μονάδες
βάσης, με αυξήσεις άνω
των 200 μονάδων βάσης
στην Πορτογαλία και τις
χώρες της Βαλτικής.
Πάντως, λόγω της ισχυρής
αύξησης του ΑΕΠ, και με
τη βοήθεια του υψηλού
πληθωρισμού/αποπληθωριστή
ΑΕΠ, τα χρέη των
νοικοκυριών έχουν
μειωθεί στο 55,2% του
ΑΕΠ (-2,5 ποσοστιαίες
μονάδες σε σχέση με έναν
χρόνο νωρίτερα), με το
χρέος σε στεγαστικά
δάνεια να πέφτει στο
37,3% του ΑΕΠ (-2,2
ποσοστιαίες μονάδες). |