|
Οι
ερευνητές της Gartner
επισημαίνουν ότι οι
επιθέσεις που αξιοποιούν
εργαλεία γενετικής ΑΙ –
όπως phishing με
deepfakes και προηγμένες
τεχνικές κοινωνικής
μηχανικής – έχουν πλέον
γίνει συνηθισμένες.
Ταυτόχρονα, εμφανίζονται
νέες μορφές απειλών,
όπως οι στοχευμένες
παρεμβάσεις στις
υποδομές GenAI και οι
παραπλανητικές εντολές
προς τα chatbots και
τους ψηφιακούς βοηθούς.
Τα μοντέλα μεγάλης
κλίμακας και τα
πολυτροπικά συστήματα
αποδεικνύονται ιδιαίτερα
ευάλωτα σε τέτοιου
είδους επιθέσεις,
επιτρέποντας τη
δημιουργία
παραπλανητικού ή
επικίνδυνου περιεχομένου
που μπορεί να ανοίξει
τον δρόμο για
σοβαρότερες παραβιάσεις.
Προσαρμογή στρατηγικής
ασφαλείας
Η έρευνα
καταγράφει ότι τα δύο
τρίτα των υπευθύνων
κυβερνοασφάλειας θεωρούν
αναγκαία την αναθεώρηση
των σημερινών μεθόδων
προστασίας, ώστε να
αντιμετωπιστούν οι νέες
προκλήσεις. Παρά ταύτα,
η Gartner τονίζει ότι οι
επιχειρήσεις δεν πρέπει
να κινηθούν βεβιασμένα,
αποφεύγοντας είτε τις
οριζόντιες αλλαγές είτε
τις σπασμωδικές
επενδύσεις.
Αντίθετα, προτείνεται η
ενίσχυση των βασικών
μέτρων άμυνας και η
υιοθέτηση εξειδικευμένων
πρακτικών ανάλογα με το
είδος της απειλής. Το
ζητούμενο, σύμφωνα με
την εταιρεία, είναι η
ισορροπία ανάμεσα στην
αξιοποίηση της αξίας της
τεχνητής νοημοσύνης και
στη διαχείριση των
ολοένα αυξανόμενων
κινδύνων.
Η νέα
πραγματικότητα
Το
συμπέρασμα της μελέτης
είναι ξεκάθαρο: οι
επιθέσεις που βασίζονται
στο GenAI αποτελούν
πλέον μέρος της
καθημερινότητας στην
κυβερνοασφάλεια. Με τα
deepfakes να έχουν
παγιωθεί ως εργαλείο
εξαπάτησης και τις
επιθέσεις σε εφαρμογές
ΑΙ να κλιμακώνονται, οι
οργανισμοί βρίσκονται
μπροστά σε μια κρίσιμη
καμπή.
Όπως
σημειώνει η Gartner, «η
πρόκληση είναι διπλή: να
συνεχιστεί η επένδυση
στην καινοτομία που
προσφέρει η τεχνητή
νοημοσύνη, χωρίς να
διακυβευθεί η ασφάλεια».
Η λύση δεν είναι ο
πανικός, αλλά η μεθοδική
θωράκιση των βασικών
μηχανισμών άμυνας και η
στοχευμένη προσαρμογή σε
κάθε νέα απειλή.
|