|
Από την
πλευρά του, ο
επιστημονικός Διευθυντής
του ΙΝΣΕΤΕ, Άρης Ίκκος,
υπογράμμισε ότι «η
μεγαλύτερη αβεβαιότητα
εξακολουθεί να
σχετίζεται με την
πολιτική των ΗΠΑ στους
δασμούς». Σημείωσε
μάλιστα ότι οι δείκτες
εμπιστοσύνης στην
αμερικανική αγορά έχουν
επιδεινωθεί τους
τελευταίους 2-3 μήνες,
προσθέτοντας ότι η
υποτίμηση του δολαρίου
ακριβαίνει τα ταξίδια
των Αμερικανών στο
εξωτερικό. Από την άλλη
πλευρά βέβαια, σε
συνδυασμό με την
υποχώρηση των
πετρελαϊκών τιμών,
μπορεί να υπάρξουν
μειώσεις στις τιμές
αεροπορικών εισιτηρίων.
Συμπλήρωσε ακόμη ότι
παρατηρείται πολύ μεγάλη
πτώση της ζήτησης για
ταξίδια από Ευρώπη για
την Αμερική. «Δεν
ξέρουμε αν αυτοί οι
ταξιδιώτες πάνε κάπου
και πόσοι από αυτούς θα
έρθουν στην Ελλάδα»,
κατέληξε.
Προκλήσεις
Σχετικά
με τις ελλείψεις σε
εργατικό δυναμικό στον
κλάδο, ο κ. Κικίλιας
επανέλαβε ότι αυτές
υπάρχουν εδώ και αρκετά
χρόνια και δεν αφορούν
μόνο στον Τουρισμό αλλά
και σε άλλους κλάδους
της οικονομίας. Για το
ίδιο θέμα ο πρόεδρος του
ΙΝΣΕΤΕ, Γιώργος Βερνίκος
ανέφερε ότι πέρυσι από
τον κλάδο έλλειψαν
περίπου 53.000
εργαζόμενοι, δηλαδή
περίπου το 19% επί
συνόλου 278.000 όπου
εκτιμάται ότι είναι ο
αριθμός προσωπικού που
μπορεί να καλύψει τις
ανάγκες του κλάδου.
Ο κ.
Κικίλιας στάθηκε επίσης
στη γραφειοκρατική
διαδικασία που αφορά
στις μετακλήσεις
εργαζομένων από τρίτες
χώρες, κάτι που προκαλεί
μεγάλο εμπόδιο
τουλάχιστον σε
επαγγέλματα χαμηλών
δεξιοτήτων. Για την
ψηφιακή κάρτα εργασίας ο
κ. Κικίλιας ανέφερε ότι
ο ΙΝΣΕΤΕ είναι θετικός,
ωστόσο πρέπει να γίνουν
αλλαγές στην εφαρμογή
της καθώς μπορεί να
οδηγήσει σε αντίθετα
αποτελέσματα, δίνοντας
κίνητρα για ανεπίσημη
εργασία.
Αναφορικά με τις άλλες
προκλήσεις του κλάδου, ο
κ. Βερνίκος τόνισε ότι
«αυτές είναι υπαρκτές
τόσο στο μακροπεριβάλλον
– όπως η κλιματική
αλλαγή, οι οικονομικοί
μετασχηματισμοί, η
γεωπολιτική αστάθεια –
όσο και στην
καθημερινότητα των
επιχειρήσεων. Πολλές
επιχειρήσεις, σε ώριμους
και μη προορισμούς,
αντιμετωπίζουν οριακές
συνθήκες, λόγω ελλιπούς
χρηματοδότησης,
αυξημένων λειτουργικών
βαρών και ρυθμιστικής
αβεβαιότητας».
Υπογράμμισε
χαρακτηριστικά ότι «η
αύξηση των εσόδων δεν
καλύπτει τα λειτουργικά
κόστη των επιχειρήσεων»
προσθέτοντας ότι «σχεδόν
οι μισές μικρομεσαίες
λειτουργούν στο κόκκινο
και αισθάνονται έναν…
στραγγαλισμό στη νέα
πραγματικότητα που
διαμορφώνεται»
Αφού
στάθηκε στο δημογραφικό,
το μεταναστευτικό και
τις εργασιακές σχέσεις
που δημιουργούν μεγάλα
εμπόδια στον κλάδο, ο κ.
Βερνίκος υποστήριξε ότι
«ο τουριστικός τομέας,
διαχρονικός πυλώνας
ανάπτυξης της χώρας,
χρειάζεται ένα συνεπές
και υποστηρικτικό
πλαίσιο για να συνεχίσει
να αποδίδει».
Στρατηγικό σχέδιο
Στο ίδιο
μήκος κύματος ο κ.
Κικίλιας σημείωσε ότι,
«για να αξιοποιήσουμε
πλήρως τις δυνατότητες
του τομέα πρέπει να
υπερβούμε τον εφησυχασμό
πως ο τουρισμός, ό,τι
και να γίνει, θα
συνεχίσει να επενδύει
και να αποδίδει. Να
υιοθετήσουμε ένα
συνεκτικό στρατηγικό
σχέδιο που θα συντονίζει
τις δημόσιες και
ιδιωτικές προσπάθειες,
βελτιώνοντας σημεία που
διαχρονικά υστερούμε
όπως η διαχείριση των
προορισμών, η
καθαριότητα των δημόσιων
χώρων, τα περιφερειακά
οδικά δίκτυα, η άναρχη
πολεοδομία, η ευκολία
περιήγησης, η
πληροφόρηση των
επισκεπτών και η
προσφερόμενη πολιτιστική
εμπειρία».
Τέλος,
σε μία σύντομη ομιλία
του, ο Πρόεδρος του
ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης
ανέφερε ότι «ο ελληνικός
τουρισμός έχει σημειώσει
σημαντική ανάκαμψη μετά
την πανδημία, ωστόσο ο
διεθνής χάρτης
μεταλλάσσεται συνεχώς.
Νέες προκλήσεις, όπως
γεωπολιτικές αναταράξεις
και οικονομικοί πόλεμοι,
απαιτούν από εμάς
ανθεκτικότητα και
προσαρμογή».
Σε ό,τι
αφορά όσα ακούγονται για
φαινόμενα υπερτουρισμού,
ο κ. Παράσχης υποστήριξε
ότι «η Ελλάδα δεν
αντιμετωπίζει ζήτημα.
Όμως, όπου παρατηρούνται
φαινόμενα πίεσης ή
κορεσμού σε
συγκεκριμένους
προορισμούς, πρέπει να
δρούμε άμεσα. Τέλος, η
προώθηση των θεμάτων του
τουρισμού απαιτεί μια
νέα στρατηγική
προσέγγιση, με διαρκή
συνεργασία μεταξύ
κυβέρνησης, τοπικής
αυτοδιοίκησης και
ιδιωτικού τομέα».
|