|
Οι μέσες
συντάξεις που με την
ενσωμάτωση της
προσωπικής διαφοράς
κυμαίνονται μεταξύ 1.300
ευρώ και 1.700 ευρώ θα
έχουν αυξήσεις από 32
ευρώ έως 42 ευρώ τον
μήνα.
Επισημαίνεται ότι λόγω
της προσωπικής διαφοράς
η κατηγορία αυτή των
συνταξιούχων κατέγραψαν
απώλειες 13,15% στην
τριετία 2023-2025.
Τονίζεται ότι με την
κατάργηση της προσωπικής
διαφοράς θα επωφεληθούν
πρωτίστως οι
συνταξιούχοι του
ΟΑΕΕ-ΤΕΒΕ που λόγω του
προνοιακού ποσού των 220
ευρώ που χορηγούσε το
Ταμείο τους ως
συμπλήρωμα σύνταξης,
χωρίς τις ανάλογες
εισφορές, έχουν
καταλήξει μετά τους
επανυπολογισμούς να
έχουν υπόλοιπα
προσωπικής διαφοράς άνω
των 250 ευρώ.
Κερδισμένοι θα είναι και
οι συνταξιούχοι του
Δημοσίου, όπως και του
ΕΤΑΑ που επίσης έχουν
υψηλό υπόλοιπο
προσωπικής διαφοράς.
Εκτιμήσεις κάνουν λόγο
για μια επιπλέον δαπάνη
της τάξεως των 160 εκατ.
ευρώ στην περίπτωση που
καταργηθεί η προσωπική
διαφορά, γεγονός που θα
κόστιζε στον ΕΦΚΑ 580
εκατ. ευρώ συνολικά, από
420 εκατ. ευρώ που
καταβάλλονται σήμερα για
τις αυξήσεις στις
συντάξεις 1,8
εκατομμυρίων δικαιούχων.
Το
επιπλέον αυτό κόστος
θεωρείται εφικτό να
καλυφθεί από τα έσοδα
που προέκυψαν στον ΕΦΚΑ
από την αύξηση του
αριθμού των εργαζόμενων
συνταξιούχων. Θα πρέπει
να επισημανθεί ότι με τη
λογιστική αύξηση κάθε
χρόνο λόγω των ετήσιων
αυξήσεων οι εν λόγω
συνταξιούχοι απομείωναν
την προσωπική διαφορά
ανοίγοντας τον δρόμο
προς τις αυξήσεις.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις
περίπου 90.000
συνταξιούχοι κάθε χρόνο
αποκτούν δικαίωμα στις
αυξήσεις.
Προς
μηδενισμό
Σύμφωνα,
δε, με τις προβολές που
πραγματοποιούν οι
αρμόδιες υπηρεσίες του
ΕΦΚΑ, εάν συνεχιστεί ο
ίδιος ρυθμός αύξησης των
συντάξεων, την επόμενη
διετία είναι πιθανό να
μηδενίσουν την προσωπική
τους διαφορά άλλοι
240.000-250.000
συνταξιούχοι.
Ωστόσο
πολλές εκατοντάδες
χιλιάδες ακόμα που
διατηρούν μεγάλη
προσωπική διαφορά θα
χρειαστούν 5 έως 10
χρόνια για να
συμψηφίσουν την
προσωπική διαφορά με τις
ετήσιες λογιστικές
αυξήσεις και να τεθούν
κάτω από την ομπρέλα των
πραγματικών αυξήσεων
στην τσέπη.
Επισημαίνεται ότι η
προσωπική διαφορά στους
συνταξιούχους είναι η
διαφορά που προέκυψε
κατά τον επανυπολογισμό
των συντάξεων μετά τον
νόμο Κατρούγκαλου (Ν.
4387/2016), όπου η παλιά
σύνταξη ήταν μεγαλύτερη
από τη νέα, με
αποτέλεσμα να καταγραφεί
ως επιπλέον ποσό.
Αυτή η
διαφορά εμπόδιζε ή
μείωνε τις αυξήσεις που
δικαιούνταν οι
συνταξιούχοι.
Premium
έκδοση ΤΑ ΝΕΑ
|