Για
παράδειγμα, ΕTF της Vanguard,
που αποτελεί καλάθι
μακροπρόθεσμων ομολόγων,
σημειώνει απώλειες 30%
σε ετήσια βάση, έναντι
απόδοσης 23% που
κατέγραψε ο δείκτης
βαρόμετρο του
αμερικανικού
χρηματιστηρίου S&P 500.
Όπως
γράφει το
Fortune, είναι η
φετινή επίδοση η
εξαίρεση που
επιβεβαιώνει τον κανόνα;
Ή μπορεί η συμβατική
σοφία για τα ομόλογα να
είναι μια περίπτωση που
εμπίπτει σε αυτό που
έλεγε ο πατέρας της
αντίθετης ανάλυσης
Humphrey O’Neill στους
πελάτες του: «Όταν όλοι
σκέφτονται το ίδιο,
είναι πιθανό όλοι να
κάνουν λάθος».
Ένα
στοιχείο ενδεικτικό του
ότι τα ομόλογα μπορεί να
είναι πιο επικίνδυνα από
τις μετοχές αποτυπώνεται
σε πρόσφατη έρευνα του
ιδρυτή και διευθύνοντος
συμβούλου της FactorResearch στο
Λονδίνο, Nicholas
Rabener. Υπολόγισε τη
μεγαλύτερη σωρευτική
πτώση από τα ιστορικά
υψηλά, προσαρμοσμένη
στον πληθωρισμό, από το
1928 για καθεμία από
διάφορες κατηγορίες
περιουσιακών στοιχείων.
Το αμερικανικό δεκαετές
είχε τη χειρότερη
επίδοση, στο 61%. Ο S&P
500, αντίθετα,
κυμαίνεται στο 52%.
Η έρευνα του Rabener θα
ήταν κρίσιμης σημασίας
ανά πάσα στιγμή, αλλά
ειδικά υπό το φως των
νέων στοιχείων για τον
πληθωρισμό, τα οποία
ήταν χειρότερα του
αναμενομένου, οι
αποδόσεις των ομολόγων,
ανεξαρτήτως λήξης,
αυξήθηκαν, γεγονός το
οποίο μεταφράστηκε σε
sell off. Ο S&P 500,
αντίθετα, σημείωσε ράλι.
Αρνητικές
πραγματικές αποδόσεις
για μακρές περιόδους
Η στατιστική του Rabener
δεν είναι η μοναδική που
υποδηλώνει ότι τα
ομόλογα μπορεί να είναι
πιο επικίνδυνα από ό,τι
πιστεύουμε οι
περισσότεροι από εμάς,
τόσο σε απόλυτους όρους
όσο και σε σχέση με τις
μετοχές.
Ένα
άλλο στοιχείο που πρέπει
να προσεχθεί είναι το
πόσο καιρό οι διάφορες
κατηγορίες περιουσιακών
στοιχείων παρέμειναν σε
ιστορικά χαμηλά επίπεδα,
σε όρους προσαρμοσμένους
στον πληθωρισμό. Σύμφωνα
με το Global Investment
Returns Yearbook της
Credit Suisse, τα
κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ
χρειάστηκαν το
μεγαλύτερο χρονικό
διάστημα για να
ανακάμψουν, περί τα 57
χρόνια.
Σύμφωνα
με τους συγγραφείς της
επετηρίδας (Elroy Dimson,
καθηγητής οικονομικών
στο Πανεπιστήμιο του
Cambridge, Paul Marsh,
καθηγητής οικονομικών
στο London Business
School και Mike
Staunton, διευθυντής της
βάσης δεδομένων τιμών
μετοχών του ιδρύματος
στο Λονδίνο), τα κρατικά
ομόλογα των ΗΠΑ
παρήγαγαν ζημίες
προσαρμοσμένη στον
πληθωρισμό μεταξύ 1924
και 1981. Για τις
αμερικανικές μετοχές,
αντίθετα, η μεγαλύτερη
περίοδος από το 1900
κατά την οποία παρήγαγαν
αρνητική πραγματική
συνολική απόδοση ήταν 16
χρόνια.
Πραγματικά
δεν θα έπρεπε να
αποτελεί τεράστια
έκπληξη το γεγονός ότι
τα μακροπρόθεσμα ομόλογα
έχουν μεγαλύτερη ζημιά
φέτος από τον S&P 500.
Έχει συμβεί στο παρελθόν.
Αλλά οι bear markets
έχουν έναν τρόπο να μας
διδάξουν την ιστορία που
παραβλέπουμε. Όπως το
θέτει ο Rabener, «οι
επενδυτές πρέπει να
αλλάξουν γρήγορα την
αντίληψή τους για τα
ομόλογα». |