|
Ενδεικτικά, ορισμένες
από τις περιπτώσεις που
εντοπίστηκαν και
αναμένεται -σύμφωνα με
τις πρώτες εκτιμήσεις-
να οδηγήσουν σε
βεβαιωμένες οφειλές που
αγγίζουν αρκετές
δεκάδες, ακόμα και
εκατοντάδες χιλιάδες
ευρώ, είναι οι εξής:
-Ξενοδοχείο: Περισσότερα
από 200.000 ευρώ
-Σούπερ
Μάρκετ: 63.000 ευρώ
-Τυροκομείο: 20.000 ευρώ
-Συσκευαστήριο: 50.000
ευρώ
-Δύο
Ελαιοτριβεία: 30.000
ευρώ έκαστο
-Beach
Bar: 60.000 ευρώ
Ο ΔΕΔΔΗΕ
υπενθυμίζει σε σχετική
ανακοίνωση ότι οι
ρευματοκλοπές
συνιστούν ποινικό
αδίκημα και επισύρουν
την επιβολή αυστηρών
προστίμων, βάσει του
ισχύοντος νομοθετικού
πλαισίου, το οποίο
καθορίζεται από τη
ΡΑΑΕΥ. Ωστόσο, η
διαδικασία είσπραξης των
βεβαιωμένων οφειλών,
παρά την άμεση βεβαίωσή
τους, συχνά καθυστερεί
σημαντικά, ενίοτε για
περισσότερο από έναν
χρόνο, λόγω των
προβλεπόμενων δόσεων και
της δυνατότητας
προσφυγής σε ένδικα
μέσα, όπως προσωρινές
διαταγές ή ασφαλιστικά
μέτρα.
Ο
Διαχειριστής
υπογραμμίζει ακόμη ότι:
«Η
αποτελεσματικότητα στην
είσπραξη των οφειλών και
η πάταξη του φαινομένου,
παραμένει κεντρικός
στόχος του ΔΕΔΔΗΕ, προς
όφελος του συνόλου των
συνεπών καταναλωτών.
Στο
πλαίσιο αυτό, η
συστηματική προσπάθεια
του ΔΕΔΔΗΕ αποτυπώνεται
και στη γενική εικόνα σε
πανελλαδικό επίπεδο κατά
το πρώτο πεντάμηνο του
τρέχοντος έτους,
επιβεβαιώνοντας τη
δυναμική που αναπτύχθηκε
το 2024. Συγκεκριμένα,
καταγράφηκαν σημαντικές
αυξήσεις σε όλους τους
βασικούς δείκτες καθώς
οι τεχνικοί έλεγχοι
αυξήθηκαν κατά 65%,
φτάνοντας τις περίπου
23.000, οι βεβαιώσεις
οφειλής σημείωσαν άνοδο
39%, αγγίζοντας τις
περίπου 8.600 και οι
βεβαιωμένες απαιτήσεις
κατέγραψαν αύξηση 57%,
φτάνοντας τα 35,3 εκατ.
ευρώ.
Για την
αποτελεσματική επίτευξη
του στόχου της αποτροπής
των ρευματοκλοπών, ο
ΔΕΔΔΗΕ υλοποιεί ένα
ολιστικό σχέδιο
αντιμετώπισης, το οποίο
συνδυάζει την αξιοποίηση
προηγμένων συστημάτων
και τεχνολογιών με
αυτοματοποιημένη ανάλυση
δεδομένων και
αναβαθμισμένα
πληροφοριακά συστήματα
με την ενίσχυση του
ανθρώπινου δυναμικού
(ήδη έχουν γίνει 200
προσλήψεις γι’ αυτόν το
λόγο) και τη
βελτιστοποίηση των
διαδικασιών. Οι
ενέργειες αυτές όχι μόνο
συμβάλλουν στον
περιορισμό των
ρευματοκλοπών,
προστατεύοντας τους
συνεπείς πελάτες, αλλά
και στη διασφάλιση
ορθολογικής τιμολόγησης,
ενισχύοντας τη διαφάνεια
και την αξιοπιστία του
δικτύου».
|