| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τετάρτη, 14/05/2025

              

 

 

Η παραγωγικότητα στην ελληνική οικονομία έχει παραμείνει στάσιμη από την εποχή της Ευρωπαϊκής Κρίσης Χρέους το 2010, γεγονός που αποδίδεται εν μέρει στο χαμηλό επίπεδο επενδύσεων εξαιτίας της εκτεταμένης διαδικασίας απομόχλευσης.

Σύμφωνα με ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), αν και υλοποιήθηκαν σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κατά την εν λόγω περίοδο, ο πραγματικός αντίκτυπός τους στην ενίσχυση της παραγωγικότητας εμφανίζεται περιορισμένος. Το Ταμείο επισημαίνει ότι η αναποτελεσματική κατανομή των παραγωγικών πόρων στον ιδιωτικό τομέα επιδεινώθηκε την περίοδο 2009–2020, ιδίως στις μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες και στις μικρές επιχειρήσεις.

 

Παρότι αρκετές επιχειρήσεις κατέγραψαν βελτίωση στην παραγωγικότητα και νέες, με υψηλό αναπτυξιακό δυναμικό, εισήλθαν στην αγορά, δεν κατάφεραν να αναπτυχθούν με τον απαιτούμενο ρυθμό ώστε να επηρεάσουν θετικά τη συνολική παραγωγική δυναμική της χώρας.

Από την έναρξη της κρίσης και εξαιτίας της απομόχλευσης και των μειωμένων επενδύσεων, η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής (ΣΠΠ) στην Ελλάδα παρουσίασε καθοδική πορεία μέχρι πρόσφατα. Σε αντίθεση, η ΣΠΠ στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 9,7% την ίδια χρονική περίοδο.

Η παραγωγικότητα αντανακλά την αποτελεσματικότητα με την οποία χρησιμοποιούνται πόροι – όπως το κεφάλαιο, η εργασία και οι πρώτες ύλες – για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Σε μικροοικονομικό επίπεδο, η αύξηση της παραγωγικότητας υποδηλώνει πρόοδο στην τεχνολογία και στις μεθόδους παραγωγής που εφαρμόζει μια επιχείρηση. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η ανακατανομή πόρων προς τις πιο αποδοτικές επιχειρήσεις μπορεί να ενισχύσει τη συνολική παραγωγή, ακόμη και αν η ατομική παραγωγικότητα των επιχειρήσεων δεν αυξάνεται.

Κύρια αιτία: Κακή κατανομή πόρων

Η μελέτη του ΔΝΤ υποστηρίζει ότι, εφόσον η παραγωγική τεχνολογία είτε παρέμεινε σταθερή είτε βελτιώθηκε, η αναποτελεσματική κατανομή των πόρων αποτελεί τον κύριο ανασταλτικό παράγοντα για την ενίσχυση της παραγωγικότητας στην Ελλάδα.

Παρότι το ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς προϊόντων έχει εναρμονιστεί με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ο πραγματικός αντίκτυπος των μεταρρυθμίσεων στην παραγωγικότητα υπήρξε περιορισμένος. Η Ελλάδα καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά επιχειρήσεων που χαρακτηρίζουν τις ρυθμίσεις ως εμπόδιο για επενδύσεις. Ενδεικτικά, η μη αναλογική πτώση των τιμών σε σχέση με τη μείωση των μισθών καταδεικνύει ατελή λειτουργία της αγοράς προϊόντων. Επιπλέον, το επίπεδο της συνολικής παραγωγικότητας παραμένει περίπου 10% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2009.

Ανάλυση του κόστους της κακής κατανομής

Το ΔΝΤ επικεντρώνεται σε κλάδους που συνεισφέρουν στο 56% του ΑΕΠ και εκτιμά ότι η κακή κατανομή πόρων κόστισε στην οικονομία περίπου 3% του ΑΕΠ του ιδιωτικού τομέα σε ετήσια βάση από το 2009 έως το 2020. Το κόστος αυτό αφορά τις απώλειες που προκύπτουν από το γεγονός ότι η αναποτελεσματική κατανομή δεν βελτιώθηκε εντός της εξεταζόμενης περιόδου.

Η απόκλιση ανάμεσα στο πραγματικό και στο θεωρητικά επιτεύξιμο επίπεδο συνολικής παραγωγικότητας έχει διευρυνθεί, με τη μελέτη να δείχνει ότι ενώ η ΣΠΠ έμεινε σχεδόν στάσιμη από το 2009 ως το 2020, το εναλλακτικό σενάριο υποδηλώνει δυνητική άνοδο κατά 30%. Η κύρια πηγή αυτής της διαφοράς εντοπίζεται σε κλάδους μη εμπορεύσιμων υπηρεσιών, όπως οι κατασκευές, οι επαγγελματικές υπηρεσίες και ο τουρισμός.

Οι νέες επιχειρήσεις και οι προκλήσεις τους

Το ΔΝΤ σημειώνει ότι οι νέες επιχειρήσεις, παρότι παρουσιάζουν υψηλότερη παραγωγικότητα σε σύγκριση με τις παλαιότερες, δεν έχουν καταφέρει να διευρύνουν γρήγορα τη δραστηριότητά τους. Η διάμεση ΣΠΠ επιχειρήσεων κάτω των πέντε ετών είναι 10% έως 20% υψηλότερη από αυτή επιχειρήσεων άνω των 15 ετών. Ωστόσο, η περιορισμένη πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξή τους. Επιπλέον, η σταδιακή βελτίωση της τραπεζικής ρευστότητας δεν εγγυάται αυτόματα καλύτερη κατανομή των κεφαλαίων.

Χαμηλή δυναμική – Εμπόδιο στην ανάπτυξη

Παρά τις εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις της προηγούμενης δεκαπενταετίας, η επιχειρηματική δυναμική και η παραγωγικότητα παραμένουν χαμηλές, περιορίζοντας τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας. Το βάρος της ρυθμιστικής επιβάρυνσης εξακολουθεί να είναι σημαντικό, αποθαρρύνοντας τις επενδύσεις. Η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη στον ΟΟΣΑ όσον αφορά τον αριθμό νέων νόμων την περίοδο 1997–2009, γεγονός που αποτυπώνει τη ρύθμιση-υπερφόρτωση.

Αυτή η υπερρρύθμιση έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας και τη στρέβλωση στην κατανομή των πόρων, οδηγώντας σε αυξημένη απασχόληση σε μικρές επιχειρήσεις και στη διόγκωση της άτυπης οικονομίας.

Σε πιο αισιόδοξη κατεύθυνση, παρατηρείται ότι αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις βελτιώνουν την παραγωγικότητά τους και ότι νέες επιχειρήσεις με ισχυρή δυναμική δραστηριοποιούνται στην αγορά. Η εξάλειψη των εμποδίων εισόδου και των αντικινήτρων για ανάπτυξη θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικά παραγωγικά οφέλη.

Προτάσεις πολιτικής

Το ΔΝΤ προτείνει την ανάγκη συστηματικής αναθεώρησης του μεγάλου όγκου παλαιών κανονισμών, με έμφαση στους τομείς που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες στρεβλώσεις, όπως οι μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες. Μπορούν να προβλεφθούν ρυθμίσεις εξαίρεσης για συγκεκριμένες περιπτώσεις, προκειμένου να επιταχυνθεί η μεταρρυθμιστική διαδικασία.

Παράλληλα, το ΔΝΤ προτείνει την αποφυγή πολιτικών ενίσχυσης που εξαρτώνται από το μέγεθος της επιχείρησης. Αντίθετα, τα φορολογικά κίνητρα θα πρέπει να στοχεύουν σε επενδύσεις στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, ενισχύοντας νεοφυείς επιχειρήσεις.

Η μείωση των υπολοίπων εμποδίων στους κλάδους των υπηρεσιών, σε συνδυασμό με μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στις κεφαλαιαγορές, μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη των μικρών και νεοεισερχόμενων επιχειρήσεων. Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό παραμένει χαμηλή, κυρίως μεταξύ γυναικών, νέων και ηλικιωμένων. Η στοχευμένη κοινωνική πολιτική – όπως η υποστήριξη για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων – μπορεί να διευκολύνει την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών.

Παράλληλα, η μείωση της υψηλής φορολόγησης και η σταδιακή κατάργηση των επιδομάτων ανεργίας εντός του επιλέξιμου διαστήματος μπορούν να ενισχύσουν τα κίνητρα για αναζήτηση εργασίας.

Αναφορικά με την κεφαλαιαγορά, η πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα βοηθήσει στη μείωση του κόστους δανεισμού για τις μικρές επιχειρήσεις. Η μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, επίσης, μπορεί να διευκολύνει τη μεταφορά πόρων από μη βιώσιμες επιχειρήσεις σε πιο αποδοτικές.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η άρση εμποδίων στην ενιαία αγορά και η ενίσχυση των επενδύσεων σε υποδομές μπορούν να επιταχύνουν τη διαδικασία οικονομικής σύγκλισης και να βελτιώσουν την αποδοτικότητα της ελληνικής οικονομίας.

                                      

                        

 

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum