|
Ωστόσο,
η έκθεση σημειώνει πως η
πολιτική αυτή συνιστά
σοβαρή απόκλιση από τους
πολυμερείς κανόνες
εμπορίου, προκαλώντας
ήδη έντονες αντιδράσεις
από τους κύριους
εμπορικούς εταίρους των
ΗΠΑ.
Εκτιμήσεις της Κομισιόν
Η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε
ειδική ανάλυση
οικονομικών επιπτώσεων,
προβλέπει ότι τα
συμμετρικά αντίμετρα της
ΕΕ θα μπορούσαν να
μειώσουν το ΑΕΠ της κατά
0,3% έως 0,4%, κυρίως
λόγω της πτώσης των
εξαγωγών προς την
αμερικανική αγορά. Το
νέο αυτό εμπορικό
επεισόδιο κινδυνεύει να
αναζωπυρώσει τις
παγκόσμιες εμπορικές
εντάσεις, θυμίζοντας τον
κύκλο προστατευτικών
μέτρων της περιόδου
2018-2019, που προκάλεσε
σοβαρές διαταραχές στην
εφοδιαστική αλυσίδα και
αύξησε την επενδυτική
αβεβαιότητα.
Οι
ελληνικές εξαγωγές και
το προηγούμενο του
2018-2019
Οι
συνολικές επιπτώσεις για
τα ελληνικά προϊόντα
παραμένουν δύσκολο να
προβλεφθούν. Αν και οι
ΗΠΑ αντιστοιχούν μόλις
στο 4,9% των συνολικών
εξαγωγών αγαθών της
Ελλάδας και συνεισφέρουν
περίπου 1% στο ΑΕΠ,
παραμένουν ο
σημαντικότερος
εξαγωγικός προορισμός
εκτός ΕΕ και ένας από
τους πέντε κορυφαίους
συνολικά.
Η νέα
μελέτη επιχειρεί μια
προκαταρκτική αποτίμηση
των πιθανών συνεπειών
των δασμών του 2025,
αξιοποιώντας το ιστορικό
προηγούμενο της
εμπορικής πολιτικής των
ΗΠΑ το 2018-2019.
Την
περίοδο εκείνη οι ΗΠΑ
επέβαλαν πρόσθετους
δασμούς βάσει δύο
βασικών νομοθετικών
διατάξεων:
του
άρθρου 232 του Νόμου
Επέκτασης του Εμπορίου
του 1962, που επέτρεπε
δασμούς για λόγους
εθνικής ασφάλειας, και
του
άρθρου 301 του Νόμου
Εμπορίου του 1974, που
στόχευε σε «αθέμιτες»
εμπορικές πρακτικές.
Με βάση
το άρθρο 232, επιβλήθηκε
δασμός 25% στον
εισαγόμενο χάλυβα και
10% στο αλουμίνιο για
τις περισσότερες χώρες.
Αντίστοιχα, οι δασμοί
του άρθρου 301, που
θεσπίστηκαν το 2019 στο
πλαίσιο της διαμάχης
Airbus–Boeing, επέβαλαν
επιβάρυνση 25% σε ευρύ
φάσμα ευρωπαϊκών
προϊόντων.
Έτσι,
και οι ελληνικές
εξαγωγές επηρεάστηκαν,
με δασμούς να πλήττουν
κλάδους όπως ο χάλυβας,
το αλουμίνιο, το κρασί,
το τσιμέντο, τα ορυκτά
καύσιμα, τα μεταποιημένα
τρόφιμα, τα ηλεκτρικά
μηχανήματα και τα
φαρμακευτικά. Ωστόσο,
τρία βασικά προϊόντα –οι
ελιές, το ελαιόλαδο και
η φέτα– εξαιρέθηκαν από
το επιπλέον 25%, υπό την
προϋπόθεση συγκεκριμένων
απαιτήσεων συσκευασίας
και σύνθεσης, και
παρέμειναν μόνο με τους
βασικούς δασμούς.
Ο
αντίκτυπος των δασμών
2018-2019
Η μελέτη
εξετάζει τον άμεσο
αντίκτυπο εκείνων των
μέτρων στις ελληνικές
εξαγωγές προς τις ΗΠΑ,
τόσο συνολικά όσο και
ανά κλάδο ή επιχείρηση.
Σύμφωνα
με τα στοιχεία που
ανέλυσε το Γραφείο
Προϋπολογισμού της
Βουλής, προέκυψαν τα
εξής βασικά ευρήματα:
Γενικά:
Οι δασμοί του 2018-2019
προκάλεσαν μικρή
συνολική μείωση της
αξίας των ελληνικών
εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Ανά κλάδο:
Οκτώ
κλάδοι υπέστησαν
στατιστικά σημαντική
πτώση: «Αλιεύματα
(ψάρια)», «Τσιμέντα
υδραυλικά»,
«Παρασκευασμένα λαχανικά
και φρούτα (πλην
ελιών)», «Ορυκτά
καύσιμα», «Τεχνουργήματα
από χάλυβα», «Κρασιά»,
«Ελαιώδεις καρποί»,
«Ηλεκτρικές συσκευές». Η
μείωση κυμάνθηκε από
15%
(«Παρασκευασμένα
λαχανικά και φρούτα»)
έως 85%
(«Τεχνουργήματα από
χάλυβα»).
Πέντε
κλάδοι παρουσίασαν
στατιστικά σημαντική
αύξηση: «Αργίλιο»,
«Μηχανήματα», «Φρούτα»,
«Λαχανικά»,
«Φαρμακευτικά προϊόντα».
Η αύξηση κυμάνθηκε από
10%
(«Φαρμακευτικά») έως
37%
(«Αργίλιο»). Αυτό
ερμηνεύεται εν μέρει από
τη δυνατότητα ορισμένων
εξαγωγέων να υιοθετήσουν
στρατηγικές αποφυγής ή
απορρόφησης του κόστους.
Τέσσερις
κλάδοι («Ροφήματα»,
«Αεροπλοΐα», «Χάλυβας»,
«Υλικά») δεν παρουσίασαν
στατιστικά σημαντικές
μεταβολές.
Σε
επίπεδο επιχείρησης,
καταγράφηκε μια θετική
μέση επίδραση στις αξίες
εξαγωγών εκείνων που
επηρεάστηκαν, αν και η
διαφορά παύει να είναι
στατιστικά σημαντική
όταν συγκρίνεται με
ευρύτερες ομάδες
ελέγχου. Σημαντική
εξαίρεση αποτέλεσε η
αύξηση των
εξαγωγών αλουμινίου,
γεγονός που δείχνει ότι
ορισμένοι κλάδοι
ωφελήθηκαν είτε από
απαλλαγές είτε από την
ανακατανομή της ζήτησης
παρά το δυσμενές σοκ.
Η πορεία
των ελληνικών εξαγωγών
προς ΗΠΑ και διεθνώς
(2000–2024)
Το 2000,
η συνολική αξία των
ελληνικών εξαγωγών
διαμορφώθηκε σε
10,85 δισ. ευρώ,
εκ των οποίων
0,63 δισ. ευρώ
(περίπου 5,82%)
αφορούσαν την
αμερικανική αγορά.
Σταδιακά, τόσο οι
συνολικές εξαγωγές όσο
και οι εξαγωγές προς τις
ΗΠΑ αυξήθηκαν, φτάνοντας
το 2024 τα 53,3
δισ. ευρώ
(συνολικά) και
2,6 δισ. ευρώ
(προς ΗΠΑ).
Το 2024,
οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ
αντιστοιχούσαν σε
4,9%
του συνόλου. Κατά την
περίοδο των πρόσθετων
δασμών (2018–2021), οι
εξαγωγές προς τις ΗΠΑ
–αλλά και συνολικά προς
τον κόσμο– υποχώρησαν,
με το 2020 να
καταγράφεται η
χαμηλότερη τιμή, περίπου
1,3 δισ. ευρώ…
…δισεκατομμύρια ευρώ για
τις ΗΠΑ και 31,2
δισεκατομμύρια ευρώ
συνολικά. Η μείωση αυτή
συνδέθηκε άμεσα με το
προστατευτικό εμπορικό
περιβάλλον που
διαμορφώθηκε από τα
μέτρα της περιόδου
Τραμπ, καθώς και με την
παράλληλη ύφεση που
προκάλεσε η πανδημία το
2020. Ωστόσο, μετά το
2021 οι ελληνικές
εξαγωγές ανέκαμψαν
σταδιακά, επωφελούμενες
από την άρση ορισμένων
δασμών, τη μερική
αποκατάσταση των
αλυσίδων εφοδιασμού και
τη δυναμική ανάκαμψη της
ζήτησης στις ΗΠΑ.
Τι
σημαίνει το νέο κύμα
δασμών για την Ελλάδα
Η
επιβολή του νέου
δασμολογικού πακέτου το
2025 δημιουργεί
ανησυχίες για παρόμοιες
πιέσεις στους
ευαίσθητους κλάδους της
ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με το Γραφείο
Προϋπολογισμού της
Βουλής, η πιθανή
επιβάρυνση αφορά κυρίως
προϊόντα όπως:
Κρασιά και αλκοολούχα
ποτά,
που παραμένουν ευάλωτα
λόγω του υψηλού βαθμού
διαφοροποίησης και της
τιμολόγησής τους ως
premium αγαθών.
Μεταλλικά προϊόντα,
ιδίως χάλυβα και
αλουμίνιο, τα οποία ήδη
αντιμετώπισαν δασμούς το
2018 και θα μπορούσαν να
επηρεαστούν ξανά.
Ηλεκτρικά μηχανήματα και
βιομηχανικός εξοπλισμός,
όπου η Ελλάδα έχει
περιορισμένη, αλλά
αυξανόμενη παρουσία.
Αγροτικά και
μεταποιημένα τρόφιμα,
όπως οι ελιές και το
ελαιόλαδο, τα οποία στο
προηγούμενο κύμα είχαν
εξαιρεθεί υπό
προϋποθέσεις, χωρίς όμως
να διασφαλίζεται ότι θα
υπάρξει η ίδια
μεταχείριση τώρα.
Η
ελληνική οικονομία, αν
και δεν εξαρτάται σε
μεγάλο βαθμό από τις
εξαγωγές προς τις ΗΠΑ,
θα μπορούσε να δεχθεί
έμμεσο πλήγμα
μέσω της μείωσης της
ζήτησης για ενδιάμεσα
προϊόντα που
διακινούνται μέσω
εφοδιαστικών αλυσίδων
εντός ΕΕ. Για
παράδειγμα, ορισμένα
ελληνικά βιομηχανικά
υλικά και αγροτικά
προϊόντα που εξάγονται
στη Γερμανία, την Ιταλία
ή τη Γαλλία, ενδέχεται
να ενσωματώνονται σε
τελικά προϊόντα που
κατευθύνονται στην
αμερικανική αγορά,
επιτείνοντας έτσι το
συνολικό σοκ.
Μαθήματα
πολιτικής
Η μελέτη
καταλήγει ότι το βασικό
δίδαγμα από την περίοδο
2018-2019 είναι πως οι
στοχευμένες
εξαιρέσεις, οι
στρατηγικές
διαφοροποίησης αγορών
και η ευελιξία
στις αλυσίδες παραγωγής
μπορούν να περιορίσουν
τις απώλειες.
Ειδικότερα,
προτείνονται:
Ενίσχυση των
διαπραγματεύσεων σε
επίπεδο ΕΕ
για την εξασφάλιση
εξαιρέσεων ή μειωμένων
δασμών σε κρίσιμα
ελληνικά προϊόντα.
Διαφοροποίηση των
εξαγωγικών προορισμών,
με έμφαση σε αναδυόμενες
αγορές εκτός Βόρειας
Αμερικής.
Επενδύσεις σε ποιοτική
αναβάθμιση και
πιστοποιήσεις,
ώστε τα ελληνικά
προϊόντα να παραμείνουν
ανταγωνιστικά ακόμη και
υπό αυξημένους δασμούς.
Ενίσχυση της
προστιθέμενης αξίας και
της καθετοποίησης,
ώστε οι επιχειρήσεις να
απορροφούν καλύτερα τα
κόστη και να
προσαρμόζονται ταχύτερα
στις αλλαγές του
εμπορικού περιβάλλοντος.
Παγκόσμιες προεκτάσεις
Η
σύγκρουση ΗΠΑ – ΕΕ σε
επίπεδο εμπορικής
πολιτικής εγκυμονεί
κινδύνους για
νέο κύκλο κλιμάκωσης
που θα μπορούσε να
επηρεάσει τη διεθνή
οικονομία, αυξάνοντας
την αβεβαιότητα και
πιέζοντας τις
επενδύσεις. Ήδη, μεγάλες
επιχειρήσεις logistics
και ναυτιλιακές
εταιρείες προειδοποιούν
για καθυστερήσεις στα
λιμάνια και άνοδο του
κόστους μεταφορών,
γεγονός που θα πλήξει
δυσανάλογα τις
μικρότερες εξαγωγικές
επιχειρήσεις.
Το
Γραφείο Προϋπολογισμού
επισημαίνει ότι η
Ελλάδα, λόγω της
περιορισμένης εξάρτησης
από τις ΗΠΑ,
ίσως δει
περιορισμένο άμεσο
αντίκτυπο,
ωστόσο οι
δευτερογενείς συνέπειες
από μια γενικευμένη
εμπορική αντιπαράθεση θα
μπορούσαν να επηρεάσουν
τη συνολική ευρωπαϊκή
ζήτηση και να
επιβραδύνουν τις
εξαγωγές.
Συμπέρασμα
Η
ανακοίνωση των δασμών
από τις ΗΠΑ το 2025
αναβιώνει μνήμες του
προηγούμενου εμπορικού
πολέμου, με αβέβαιη
έκβαση. Η Ελλάδα
καλείται να
προετοιμαστεί τόσο σε
επίπεδο κρατικής
στρατηγικής όσο
και σε
επιχειρηματικό επίπεδο,
αξιοποιώντας την
εμπειρία του 2018-2019.
Το στοίχημα είναι να
μετριαστούν οι απώλειες
και να διατηρηθεί η
αναπτυξιακή δυναμική των
εξαγωγών μέσα σε ένα
περιβάλλον αυξανόμενης
γεωοικονομικής
αστάθειας.
|