|
Ωστόσο,
όπως εξήγησε η πρόεδρος
της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ
στην ομιλία της με τίτλο
“Trade
wars
and
central
banks:
lessons
from
2025”
(30 Σεπτεμβρίου 2025),
αρκετές από αυτές τις
υποθέσεις δεν
επαληθεύτηκαν. Η
συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ του
Ιουλίου 2025 οδήγησε
στην αναστολή των
ευρωπαϊκών αντιποίνων σε
αμερικανικά προϊόντα
αξίας περίπου 26 δισ.
ευρώ. Αυτό συνέβη αφενός
λόγω πιέσεων από τη
βιομηχανία για αποφυγή
εμπορικού πολέμου,
αφετέρου επειδή
υπερίσχυσαν γεωπολιτικοί
παράγοντες, όπως οι
ανησυχίες για τη στάση
των ΗΠΑ απέναντι στην
Ουκρανία. Έτσι, οι
αλυσίδες εφοδιασμού
παρέμειναν ουσιαστικά
ανεπηρέαστες.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η
συναλλαγματική ισοτιμία
του ευρώ δεν ακολούθησε
την προβλεπόμενη πορεία.
Αντί για υποτίμηση, το
κοινό νόμισμα ενισχύθηκε
σημαντικά έναντι του
δολαρίου, καταγράφοντας
άνοδο περίπου 13% από
την αρχή του 2025. Η
μετατόπιση των
επενδυτών, που πλέον
αντιμετωπίζουν με
μεγαλύτερη
επιφυλακτικότητα το
δολάριο ως «ασφαλές
καταφύγιο», οδήγησε και
σε νέο ιστορικό υψηλό
του χρυσού, πάνω από τα
4.300 δολάρια ανά ουγγιά
(17/10/25). Η ανατίμηση
του ευρώ συνέβαλε στον
περιορισμό του
εισαγόμενου πληθωρισμού,
αλλά ταυτόχρονα
επιβάρυνε την ήδη ασθενή
ανάπτυξη της ευρωπαϊκής
οικονομίας.
Οι χώρες
της ευρωζώνης με τη
μεγαλύτερη εμπορική
έκθεση στις ΗΠΑ –όπως η
Ιρλανδία, το Βέλγιο, η
Γερμανία, η Ολλανδία, η
Αυστρία και η Ιταλία–
αναμένεται να υποστούν
μεγαλύτερες πιέσεις.
Αντιθέτως, κράτη με
περιορισμένες εξαγωγές
προς τις ΗΠΑ, μεταξύ των
οποίων η Ισπανία, η
Ελλάδα, η Λιθουανία, η
Κροατία, η Κύπρος και η
Μάλτα, φαίνεται πως θα
επηρεαστούν ελάχιστα.
Επιπλέον, η
Alpha
Bank
επισημαίνει ότι η
επίδραση της
αβεβαιότητας αποδείχθηκε
μικρότερη του
αναμενομένου. Οι αγορές
προσαρμόστηκαν γρήγορα
στην απρόβλεπτη εμπορική
πολιτική του προέδρου
Τραμπ, αντιμετωπίζοντάς
την πλέον ως νέα
κανονικότητα, ενώ η
συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ μείωσε
σημαντικά τη
γεωοικονομική ένταση.
Παράλληλα, οι
κυβερνήσεις της
ευρωζώνης δεσμεύθηκαν
για αυξημένες αμυντικές
δαπάνες και δημόσιες
επενδύσεις, οι οποίες
αναμένεται να προσθέσουν
περίπου 0,25 ποσοστιαίες
μονάδες στην ανάπτυξη
την περίοδο 2025–2027,
απορροφώντας σχεδόν το
ένα τρίτο του εμπορικού
σοκ.
Σημαντικό ρόλο στη
στήριξη της οικονομικής
δραστηριότητας
αναμένεται να παίξουν
και οι νέες εμπορικές
συμφωνίες της ΕΕ με το
Μεξικό και τη
Mercosur,
οι οποίες καλύπτουν πάνω
από το 3% των εξαγωγών
αγαθών εκτός ευρωζώνης.
Παρά ταύτα, αρκετοί
εξαγωγικοί κλάδοι
εξακολουθούν να δέχονται
πιέσεις. Οι
φαρμακοβιομηχανίες –λόγω
της ισχυρής παρουσίας
τους στην αμερικανική
αγορά– είναι από τους
πλέον εκτεθειμένους
τομείς, ενώ μικρότερες
επιπτώσεις εντοπίζονται
σε κλάδους όπως τα
οχήματα, τα μηχανήματα,
τα ηλεκτρικά και χημικά
προϊόντα. Το τελικό
αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί
από την
προσαρμοστικότητα των
επιχειρήσεων, δηλαδή την
ικανότητά τους να
απορροφήσουν το κόστος ή
να ανακατευθύνουν τις
εξαγωγές τους σε νέες
αγορές.
Τέλος, η
ΕΚΤ υπενθυμίζει ότι η
ευρωπαϊκή εσωτερική
αγορά παραμένει
καθοριστικός πυλώνας της
ανάπτυξης. Μια αύξηση
μόλις 2% στο
ενδοευρωπαϊκό εμπόριο θα
μπορούσε να
αντισταθμίσει πλήρως την
απώλεια εξαγωγών προς
τις ΗΠΑ. Αυτό καθιστά
ακόμη πιο επιτακτική την
εφαρμογή των
μεταρρυθμίσεων που
προτείνουν οι εκθέσεις
Draghi
και
Letta,
όπως η ολοκλήρωση της
ενιαίας κεφαλαιαγοράς
και η ενίσχυση της
τεχνολογικής υιοθέτησης,
με στόχο τη διατήρηση
της αναπτυξιακής
δυναμικής της Ευρώπης σε
ένα ταχέως μεταβαλλόμενο
παγκόσμιο περιβάλλον.


|